Ο Έρωτας και η Αγάπη ποίημα της Ρένας Τζωράκη

Ο Έρωτας και η Αγάπη ποίημα της Ρένας Τζωράκη


Ο Έρωτας και η Αγάπη
©
Της Ρένας Τζωράκη
Ο   Έρωτας  ακαταμάχητος
Την  άγευστη Ζωή μας διαφεντεύει
Δυνάστης, Σατράπης, Μονάρχης
Κρεόντειος Κριτής,
σαν άλλος Προμηθέας Δεσμώτης
την τρυφερή καρδιά  ορέγεται
και την τιτρώσκει με βουλιμία.
Επώδυνο μαρτύριο, μα  και γλυκό.
Πάθος προαιώνιο, πόνος ακατάπαυστος
μα και ζωογόνος πόθος.
Κατάρα και ευλογία ταυτόχρονα.
Σε ηλεκτρίζει ,σε μαγνητίζει,
σε φτερώνει,σε μαδάει
σε εμπνέει , σε εμβάλλει
σε μεθάει,σε συσκοτίζει,
και σου  προκαλεί ύψιστη ηδονή.
Σε εξυψώνει, και σε καταβυθίζει
σε απογειώνει και σε κατακρημνίζει
σε Σταυρώνει και σε λυτρώνει
σε πληγώνει και σε συντρίβει
σε σκοτώνει και απαρηγόρητα θρηνεί…
Μα η Αγάπη είναι παυσόλυπος
παρηγορήτρα και  θεραπεύτρια
 της πληγωμένης καρδιάς.
Είναι νοιάξιμο ,θαλπωρή και στοργή.
Μοιράζεται για να πολλαπλασιαστεί.
Είναι χάδι καλοκαιρινής αύρας
είναι ανθοφορία της ψυχής.
Είναι προσφορά,είναι θυσία
είναι Αιώνια Ζωή…

«Αφού εννόησε τα έργα ο Πατρικός Νους, ο αυτογέννητος, εις όλα έσπειρε τον δεσμόν του Έρωτος, που είναι γεμάτος από Πυρ και πρόσθεσε την αιτίαν, δια να παραμένουν τα πάντα εις ατελείωτον χρόνον ερωτευμένα, μήτε να χωρισθούν τα υπό του Πατρός υφασμένα νοερώς με Φως.

Διότι εξ αιτίας αυτού του Έρωτος τα πάντα συνηνώθησαν μεταξύ των αρμονικώς, δια να παραμένουν τρέχοντα τα στοιχεία του κόσμου εις τον Έρωτα.»

Ημέρα των ερωτευμένων σήμερα η 14η Φεβρουαρίου.
Ημέρα που γιορτάζει ο Έρωτας η πεμπτουσία της Ζωής…
Αν και ξενόφερτος  ο Άγιος  Βαλεντίνος,  σκοπό  καθαρά εμπορικό ας σταθούμε στην ετυμολογία της λέξης Έρωτα:
Ο  Έρωτας προέρχεται από το ρήμα  έραμαι που σημαίνει ερωτεύομαι δηλαδή αγαπώ με πάθος και  Αγαπώ σημαίνει αγαπώ πρώτα από όλα τον εαυτό μου και την ίδια τη Ζωή που  δεν μας δόθηκε καθόλου τυχαία…
Στις μέρες μας, δυστυχώς, έχουμε υποβαθμίσει  την έννοια και  την αξία του έρωτα, καθώς υιοθετήσαμε την εκχυδαϊσμένη ηδονιστική πλευρά του. Δυστυχώς, ο έρωτας σήμερα βιώνεται σαν  στείρα ηδονή και χάθηκε η ομορφιά του. Στην εποχή μας, στην εποχή της τεχνολογίας, όπου φαίνεται να κατακερματίζονται όλοι οι κοινωνικοί δεσμοί, ο Έρωτας περισσότερο από κάθε άλλη σχέση με τον άλλον εμφανίζεται ως μια έντονη λατρεία της υποκειμενικότητας, έμπλεος ιδιοτέλειας και ναρκισσισμού. Ο έρωτας έχασε σήμερα την ιερότητά του και την ανατρεπτικότητά του, γιατί ο σύγχρονος άνθρωπος βρήκε νέες αξίες , κινούμενος από άγχος και ματαιοδοξία. Αυτές της πολιτικής ανέλιξης, της πρόσβασης στην εξουσία, της δόξας, του πλουτισμού. Πώς να βρεθεί χρόνος να ξοδέψει κανείς το σώμα του και την ψυχή του; Γιατί ο αληθινός Έρωτας είναι το ξόδεμα, «το να να δίνεις ανιδιοτελώς την πιο αρχέγονη αγωνία σου στην αγωνία του άλλου. «(Γιώργος Σταματόπουλος, Έρωτας ανθρώπου μύησις, Καστανιώτης 2001).
Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι ο έρωτας είναι μια εφαρμογή της ηθικής και ότι η ιδέα του έρωτα υπάρχει στο θεό σε καθαρή κατάσταση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι υπάρχει σαν  ιδέα, και δεν έχει σχέση με την ηδονή που είναι φθαρτή και παροδική.
Ο έρωτας που αφορά το θεό είναι για τον Πλάτωνα μια ιδέα γεμάτη πάθος, αλλά όχι για τη σαρκική επαφή, αλλά για το ηθικό και φυσικό κάλλος. Επομένως, μπορούμε να μοιάσουμε στο θεό μόνο αν αγαπάμε την ομορφιά, χωρίς κάποια άλλη διέγερση, χωρίς δηλαδή να επιζητούμε τον αισθησιακό πόθο.
Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι έρωτας είναι η ανάγκη και η ορμή να γνωρίσουμε κάτι καινούριο και να το μάθουμε, με τον τρόπο που ένας ερωτευμένος αναζητά και θέλει να μάθει αυτόν που αγαπά περισσότερο. Έτσι και η ψυχή έλκεται από τις ιδέες, τις οποίες γνωρίζει πριν ακόμα ενωθεί με το σώμα του ανθρώπου. Το σημαντικό επομένως για τον Πλάτωνα είναι να κατανοήσουμε ότι η ψυχή και ο έρωτας μπορούν να ταυτιστούν, ή έστω να αποτελέσουν ένα κοινό στοιχείο.
Ο έρωτας κατά τον Πλάτωνα γεμίζει την ψυχή μας όταν επαναφέρει στη μνήμη μας ιδέες και απόψεις που είχαμε κάποτε γνωρίσει. Εξάλλου για τον φιλόσοφο, ο έρωτας είναι η τάση μας να κατακτήσουμε, όχι η ίδια η κατάκτηση. Σε αυτή τη θεωρία έχει βασιστεί όλη η ιδέα του πλατωνικού έρωτα όπως τον εννοούμε σήμερα: ο ιδανικός έρωτας που δεν έχει να κάνει με την κατάκτηση, αλλά με τον πόθο του ολόκληρου.
Ο Έρωτας ήταν για τους  αρχαίους Έλληνες, ο φτερωτός θεός της αγάπης.
«Έρως ανίκατε μάχαν,
έρως, ος εν κτήμασι πίπτεις,
ος εν μαλακαίς παρειαίς
νεάνιδος εννυχεύεις,
φοιτάς, δ' υπερπόντιος εν τ'
αγρονόμοις αυλαίς.. «
Σύμφωνα με την Ορφική διδασκαλία, ο Έρωτας προήλθε από το "κοσμικό αυγό" που άφησε η Νύχτα στους κόλπους του Ερέβους. Ο Ησίοδος στη Θεογονία, αναφέρει πως ο Έρωτας προήλθε από το Χάος μαζί με τη Γαία, στοιχεία επίσης χωρίς γεννήτορες.
Ο Έρωτας είναι δηλαδή αρχέγονο στοιχείο. Χωρίς μάνα και πατέρα.
Εν αρχή υπήρξε δηλαδή η νύξ (το σκότος) και μετά ο Έρως

Ο Πλάτων θεωρούσε ότι ο έρωτας δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια θεία τρέλα, από μια ακατανίκητη επιθυμία να συμπορευθούμε με τους Θεούς, όντες σε παραλήρημα. Στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, μια γυναίκα, η Διοτίμα εξηγεί ότι ο έρωτας εκφράζει την ανάγκη και την επιθυμία μας να κατακτήσουμε την αιωνιότητα. 



Σημείωση:
Πάντα με γοήτευε ο μύθος του Έρωτα και της ψυχής και λόγω της ημέρας τον μοιράζομαι μαζί σας αγαπημένοι μου αναγνώστες:


Ο Έρωτας και η Ψυχή είναι ένα μυθολογικό ζευγάρι, που βασανίστηκαν πολύ μέχρι να μπορέσουν να χαρούν την αγάπη τους ανεμπόδιστα. Αυτός είναι ο μύθος του Έρωτα και της Ψυχής όπως τον αναφέρει ο Απουλήιος, Ρωμαίος συγγραφέας του 2ου μ.Χ. αιώνα:

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσαν σε μια πολιτεία μεγάλη, πλούσια και δυνατή ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα. Η μικρότερη από τις τρεις κόρες τους την έλεγαν Ψυχή ήταν τόσο όμορφη, που μόνο με τη θεά Αφροδίτη μπορούσε να παραβληθεί. Έτσι, όποιος την έβλεπε, έπεφτε θαμπωμένος και την προσκυνούσε σαν να είχε μπροστά του την ίδια τη θεά. Με τον καιρό όλοι πίστεψαν πως η ψυχή δεν ήταν παρά η ίδια η θεά του έρωτα που είχε κατεβεί στη γη. Τα ιερά της Αφροδίτης στην Πάφο, στα Κύθηρα, στην Κνίδο, ερημώθηκαν. Οι προσευχές λησμονήθηκαν. Οι θυσίες σταμάτησαν. Ο κόσμος, που λάτρευε πριν τη μεγάλη θεά, σαγηνεύτηκε από την ομορφιά της θνητής, και αυτήν προσκυνούσε πια και λάτρευε.

Η Αφροδίτη δεν άντεξε την προσβολή και αποφάσισε να εκδικηθεί... Πρόσταξε λοιπόν το γιο της, τον Έρωτα, να χτυπήσει την αντίζηλό της με τα βέλη του και να την κάνει να αγαπήσει παράφορα τον πιο ασήμαντο και περιφρονημένο άνθρωπο του κόσμου. Έτσι, όπως άλλωστε γίνεται συχνά, η ομορφιά της Ψυχής στάθηκε η αιτία της μεγάλης της δυστυχίας: όλοι οι νέοι έμειναν μαγεμένοι από τη χάρη της, κανείς όμως δεν αποφάσιζε να την κάνει γυναίκα του, και η Ψυχή έμενε μόνη και έρημη. Οι δύο αδερφές της είχαν παντρευτεί πριν από καιρό στα ξένα, και η Ψυχή, κλεισμένη στο παλάτι, έκλαιγε τη μοίρα της και καταριόταν την ομορφιά της.
Όταν ο βασιλιάς είδε κι απόειδε, αποφάσισε να ρωτήσει το μαντείο του Απόλλωνα στη Μίλητο, για την τύχη της κόρης του. Η απάντηση του θεού ήταν αλλόκοτη και σκληρή: έπρεπε να οδηγήσουν την Ψυχή νυφοστολισμένη, σαν να ήταν να παντρευτεί στον Κάτω Κόσμο, στην πιο ψηλή κορφή ενός έρημου και μακρινού βουνού. Εκεί θα συναντούσε το γαμπρό που της είχε τάξει το ριζικό της: ένα πελώριο φίδι φτερωτό που προξενούσε το φόβο και τον τρόμο, ακόμη και στον μεγάλο Δία. Τρόμαξε ο βασιλιάς. Μήπως όμως μπορούσε να κάνει κι αλλιώς; Έτσι όλος ο λαός, μαζί με τους γονείς της, τη συνόδεψε με κλάματα και μοιρολόγια ως την κορφή του βουνού, όπου την άφησαν κι έφυγαν. Τότε ο Ζέφυρος την ανασήκωσε, και ταξιδεύοντάς την πάνω από στεριές και θάλασσες, την έφερε και την άφησε μέσα σε ένα μαγεμένο περιβόλι. Σ' αυτό το περιβόλι η Ψυχή σαστισμένη πήρε να σεργιανάει εδώ κι εκεί, όταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σ' ένα ολόχρυσο παλάτι, εντελώς αφύλαχτο. Παρ' όλο το φόβο που ένιωθε, μπήκε μέσα και άρχισε να το τριγυρίζει, ώσπου άκουσε μια φωνή: «όλα όσα βλέπεις, κυρά μου, είναι δικά σου. Μη φοβάσαι! Κάθισε να ξαποστάσεις, και όταν θελήσεις να λουστείς και να νοιαστείς για την ομορφιά σου, φώναξέ μας να σε βοηθήσουμε. Εμείς είμαστε οι υπηρέτες σου. Η κάθε σου επιθυμία είναι για μας προσταγή».
Πραγματικά, οι υπηρέτες έκαναν ότι μπορούσαν για να την περιποιηθούν και να τη διασκεδάσουν. Τη βοήθησαν να λουστεί, της έστρωσαν πλούσιο το τραπέζι και της τραγούδησαν, χωρίς όμως να τους δει. Τη νύχτα έφτασε ο άγνωστος άντρας της και μέσα στο βαθύ σκοτάδι την έκανε δική του, προτού όμως ξημερώσει ακόμη, χάθηκε από κοντά της.

Έτσι περνούσε ο καιρός: την ημέρα οι αόρατοι υπηρέτες φρόντιζαν να μην της λείψει τίποτα και τη νύχτα ερχόταν ο μυστηριώδης εραστής της και την έκανε ευτυχισμένη. Στο μεταξύ οι γονείς της γερνούσαν μέσα στην απελπισία και στο πένθος. Κοντά τους είχαν έρθει οι δυο άλλες θυγατέρες τους και προσπαθούσαν μάταια να τους παρηγορήσουν. Αλλά και η Ψυχή άρχισε να αισθάνεται δυστυχισμένη: ολομόναχη τη μέρα να ζει ανάμεσα σε αόρατα πνεύματα και το βράδυ να πλαγιάζει στην αγκαλιά ενός άντρα, που ούτε για μια στιγμή δεν είχε αντικρίσει το πρόσωπό του. Στο τέλος με δάκρυα και παρακάλια καταφέρνει η Ψυχή να πείσει τον άντρα της μέσα στα χάδια να επιτρέψει να έρθουν, ας είναι και για λίγον καιρό, οι αδερφές της για να της κρατήσουν συντροφιά. Η άδεια δίνεται, με έναν όρο όμως: «Μπορείς, της είπε, να τους χαρίσεις ό,τι θελήσουν από τα πλούτη του παλατιού. Μα μην πλανηθείς από τα λόγια τους και θελήσεις να με αντικρίσεις στο φως. Θα με χάσεις για πάντα και θα γίνεις δυστυχισμένη». Η Ψυχή του υπόσχεται να σεβαστεί την επιθυμία του. Άλλωστε και η ίδια τον έχει αγαπήσει στο μεταξύ και δεν θέλει να τον χάσει. Ξέρει ακόμη πως από τη διαγωγή της θα εξαρτηθεί και η φύση του παιδιού που έχει στα σπλάχνα της: αν συμμορφωθεί με την εντολή του άντρα της, το παιδί που θα γεννήσει θα είναι αθάνατο. Αν όχι, θνητό. 
Ύστερα από λίγες μέρες οι αδερφές ανεβαίνουν στο βουνό για να κλάψουν την Ψυχή, που τη νόμισαν πια χαμένη για πάντα. Στους θρήνους τους αποκρίνεται η φωνή της ίδιας της Ψυχής που τις καλεί κοντά της. Σε λίγο, ταξιδεμένες κι αυτές από το Ζέφυρο, βρίσκονται μέσα στο παλάτι. Η χαρά τους είναι ανείπωτη. Όμως, σιγά σιγά αρχίζουν να ζηλεύουν την τύχη της αδερφής τους και ο φθόνος τους μεγαλώνει ύστερα από κάθε επίσκεψη, καθώς η Ψυχή, εντελώς ανυποψίαστη για τα αισθήματά τους, τις σεργιανίζει μέσα στο παλάτι και τους δείχνει τους αρίθμητους θησαυρούς. Στους γέρους γονείς τους δεν λένε κουβέντα για την τύχη της Ψυχής. Τους αφήνουν να πιστεύουν πως η μικρότερη αδερφή είναι από καιρό πεθαμένη. Οι φθονερές αδερφές δεν σκέφτονται παρά μόνο πώς θα κάνουν κακό στην Ψυχή. Δεν σταματούν να τη ρωτούν για τον άντρα της. Και η Ψυχή αναγκάζεται στο τέλος να τους πει ψέματα, πως τάχα ο άντρας της είναι ένας νέος όμορφος και δυνατός που περνά τη μέρα του πάνω στα βουνά κυνηγώντας.

Η ομολογία της Ψυχής κάνει να φουντώνει ακόμα πιο πολύ ο φθόνος στα στήθη των αδερφάδων της, γιατί και οι δυο έχουν παντρευτεί γέρους και ανήμπορους βασιλιάδες. Όμως και ο σύντροφος της Ψυχής ξέρει τι διαθέσεις έχουν οι κακές αδερφές και σε κάθε ευκαιρία την προειδοποιεί για την ανεπανόρθωτη καταστροφή που θα προκαλέσει η ίδια αν τυχόν παραβεί την εντολή του. Οι αδερφές της ωστόσο επιμένουν να μάθουν λεπτομέρειες και έτσι, κάποτε που η Ψυχή ξεχάστηκε και είπε πως ο άντρας της είναι κάποιος πλούσιος έμπορος από την κοντινή επαρχία, κάπως μεγάλος στην ηλικία, πέφτουν πάνω της και την αναγκάζουν να παραδεχτεί, μια και η ίδια άλλα τους είχε πει πιο παλιά, πως τον άντρα της δεν τον είχε ποτέ δει στα μάτια της. Στο τέλος κατορθώνουν να την πείσουν πως αυτός ο άγνωστος άντρας της δεν ήταν παρά το φοβερό φίδι που μνημόνευε η προφητεία του Απόλλωνα. Αν τη φροντίζει, της είπαν, είναι γιατί θέλει να τη φάει, μόλις το παιδί μεγαλώσει στα σπλάχνα της. Ένας μόνο τρόπος υπάρχει για να γλιτώσει από το θάνατο: μια νύχτα, να ανάψει ένα λυχνάρι και να κόψει το κεφάλι του τέρατος. 
Η ψυχή βασανίστηκε πολύ ώσπου να πάρει την απόφαση, αλλά στο τέλος πίστεψε πως αυτή θα έπρεπε να χτυπήσει πρώτη. Έτσι, μια μέρα, όταν έπεσε το σκοτάδι και ο άντρας της πλάγιασε κοντά της και αποκοιμήθηκε βαθιά, σηκώθηκε και άναψε το λυχνάρι. Κάτω όμως από το φως του η Ψυχή τα έχασε: μπροστά της βρισκόταν ο ίδιος ο Έρωτας, πιο ωραίος κι απ' ό,τι τον φανταζόταν. Στα πόδια του κρεβατιού ήταν ριγμένα τα άρματά του : το τόξο, η φαρέτρα και τα βέλη. Η Ψυχή πήρε τότε μια σαΐτα και, καθώς την περιεργαζόταν, πληγώθηκε ελαφρά στο δάχτυλο. Από κείνη τη στιγμή, χωρίς και η ίδια να το καταλάβει, ερωτεύεται παράφορα τον ίδιο τον Έρωτα. Μετανιωμένη για την ευπιστία και την αμυαλιά της προσπαθεί να αυτοκτονήσει για να τιμωρήσει τον εαυτό της. Άδικος κόπος. Το μαχαίρι γλιστρά και πέφτει από το χέρι της.

Ξαφνικά, μια σταγόνα καφτό λάδι χύνεται από το λυχνάρι και πέφτει πάνω στον γυμνό ώμο του κοιμισμένου θεού. Ο Έρωτας πετιέται πάνω αλαφιασμένος από τον πόνο και, διαπιστώνοντας την απιστία της γυναίκας του, ανοίγει τα φτερά του για να φύγει. Μόλις που προφταίνει η Ψυχή να πιαστεί από το πόδι του και να ανυψωθεί μαζί του πάνω στα σύννεφα. Ύστερα από λίγο, εξαντλημένη από την κούραση, πέφτει στη γη, χωρίς να σκοτωθεί. Και ο Έρωτας όμως κατέβηκε, στάθηκε στην κορυφή ενός κοντινού κυπαρισσιού, και αφού της παραπονέθηκε για την αχαριστία που έδειξε, πέταξε πάλι στα ύψη. Η Ψυχή ρίχτηκε από την απελπισία της σ' ένα ποτάμι για να πνιγεί, εκείνο όμως τη σήκωσε απαλά πάνω στα νερά του και την άφησε πάνω στην πυκνή χλόη της όχθης του. Ο Παν, που βρισκόταν εκεί κοντά, κατάφερε να τη μεταπείσει και να της δώσει θάρρος.
Από εκείνη τη στιγμή ένας είναι ο σκοπός της ζωής της: να ξαναβρεί τη χαμένη της ευτυχία. Πρώτα όμως πρέπει να τιμωρήσει τις αδερφές της. Στην πρώτη εξομολογείται πως ο Έρωτας έφυγε από κοντά της, τάχα για να παντρευτεί εκείνην. Δεν χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να πειστεί η φθονερή αδερφή να παρατήσει τον άντρα της, λέγοντάς του πως τάχα πέθαναν οι γονείς της, να ανεβεί στο βουνό και να γκρεμιστεί στα βράχια, πιστεύοντας ως την τελευταία στιγμή πως θα τη σηκώσει, όπως και την άλλη φορά, ο Ζέφυρος. Με τον ίδιο τρόπο σκοτώνεται και η δεύτερη.
Ύστερα από την τιμωρία τους, η Ψυχή ξεκινάει να βρει τον Έρωτα. Άδικα όμως παραδέρνει σε στεριές και θάλασσες. Οι θεοί την έχουν εγκαταλείψει. Ούτε η Ήρα, ούτε η Δήμητρα, παρόλο που τη συμπονούν, δέχονται να τη βοηθήσουν, όταν καταφεύγει στα ιερά τους, γιατί δεν θέλουν να έρθουν σε σύγκρουση με την Αφροδίτη, που τη μισεί θανάσιμα, επειδή μπόρεσε αυτή, μια θνητή, να ξελογιάσει το γιο της. Τέλος, πηγαίνει στο παλάτι της Αφροδίτης, με την ελπίδα πως εκεί θα έβρισκε τον Έρωτα, και πέφτει ασυλλόγιστα στα χέρια της. Από καιρό άλλωστε η θεά είχε στείλει τον Ερμή να τη βρει και να την οδηγήσει με το καλό ή με τη βία μπροστά της.
 

Από τη στιγμή αυτή αρχίζουν οι μεγάλες δοκιμασίες για την Ψυχή. Δύο έμπιστες δούλες της ζηλότυπης θεάς, η Θλίψη και η Έγνοια, τη μαστιγώνουν αλύπητα. Άλλη της βγάζει τρίχα τρίχα τα μαλλιά, η Αφροδίτη η ίδια τη δέρνει και της ξεσκίζει τα ρούχα. Ύστερα την προστάζει μέσα σε λίγες ώρες να ξεδιαλέξει από έναν τεράστιο σωρό καρπούς της γης το κάθε είδος στάρι, παπαρουνόσπορο, κεχρί, ρεβίθια, φακή, κουκιά, κριθάρι και να το βάλει χωριστά. Η Ψυχή καταφέρνει να τα βγάλει πέρα με τη βοήθεια των μυρμηγκιών. Την άλλη μέρα υποχρεώνεται να πάει να βρει και να φέρει το χρυσό μαλλί από τα άγρια πρόβατα του βουνού, και ύστερα να κουβαλήσει νερό από την πηγή της Στύγας, που τη φύλαγαν, νύχτα και μέρα, δράκοι ακοίμητοι. Στις επικίνδυνες αυτές αποστολές δεν της έλειψαν ωστόσο οι παραστάτες: πρώτα το προφητικό καλάμι που τη συμβούλεψε να μαζέψει με την ησυχία της τις τούφες το μαλλί που άφηναν τα πρόβατα πάνω στα αγκάθια των θάμνων και ύστερα ο αετός του Δία που γέμισε το κανάτι με το νερό της πηγής.
Οι δοκιμασίες όμως και τα βάσανα της Ψυχής δεν τελειώνουν. Η Αφροδίτη τη στέλνει στον Κάτω Κόσμο να δανειστεί από την Περσεφόνη την αλοιφή της ομορφιάς, μια και η δική της είχε τελειώσει. Και αυτή τη φορά η Ψυχή, παίρνοντας κουράγιο από τη δύναμη του πάθους της και έχοντας βοηθό έναν μαγικό πύργο, θα τα καταφέρει, όχι βέβαια χωρίς δοκιμασίες. Ο πύργος αυτός, όπου είχε ανέβει για να αυτοκτονήσει, τη συμβούλεψε πώς θα κατεβεί στον Άδη και της φανέρωσε τι είχε να αντιμετωπίσει εκεί. Η ατυχία της, όμως, δεν είχε όρια. Μόλις πήρε το βάζο με τη θεϊκή αλοιφή, θέλησε να δοκιμάσει η ίδια το θαυματουργό φάρμακο, ελπίζοντας πως, αν έβαζε λίγη αλοιφή στο πρόσωπό της, θα γινόταν ακόμη πιο όμορφη, και έτσι θα μπορούσε να ξανακερδίσει την αγάπη του Έρωτα. Τη στιγμή όμως που άνοιξε το βάζο, ένιωσε να την τυλίγει σαν αποπνικτικός καπνός, ο Ύπνος, και έχασε τις αισθήσεις της.

Τα βάσανα της Ψυχής βρίσκονται όμως πια στο τέλος τους. Αρκετά είχε δοκιμαστεί. Ο Έρωτας που δεν την είχε ποτέ απολησμονήσει, κατορθώνει να γλιστρήσει από το δωμάτιο όπου τον είχε κλειδωμένο η Αφροδίτη, τάχα για να του γιατρέψει την πληγή, τρέχει και ξανακλείνοντας τον Ύπνο μέσα στο βάζο, τη συνεφέρνει. Έπειτα κατορθώνει, σε ένα συμβούλιο των θεών, να καταπραΰνει το θυμό της μητέρας του με τη βοήθεια του Δία, που αντιμετωπίζει με κατανόηση την περιπέτεια του Έρωτα, και πρωτοστατεί στο μεγάλο γλέντι που στήνεται στον Όλυμπο, για να τιμηθεί η γαμήλια ένωση του θεού με τη θνητή.

Η Ψυχή γίνεται πια επίσημα γυναίκα του και την ίδια ώρα της χαρίζεται η αθανασία. Ύστερα από λίγο καιρό φέρνει στον κόσμο τον καρπό της αγάπης της με τον Έρωτα: την Ηδονή."
Αποσυμβολική σημασία του μύθου:
Η συμβολική και ψυχολογική σημασία του μύθου, παρουσιάζεται από τον Erich Neumannσε κείμενο όπου δίνει μια προκλητική και ενδιαφέρουσα ερμηνεία. Η παράδοση της Ψυχής στο μαγικό παλάτι, στα ερωτικά δεσμά του Έρωτα, σηματοδοτεί την εκκίνηση του ταξιδιού της, την απομάκρυνσή της από τα δεσμά που της επέβαλε το υπερεγώ της. Η διαρκής πάλη της μεταξύ όλων όσων την τροφοδοτούσαν και την ‘άνδρωσαν’ κι όλων όσων εκείνη ένιωθε στη συνεύρεσή της με τον Έρωτα, την φέρνει στη συνειδητοποίηση του ποιου επιθυμεί να έχει δίπλα της και αφήνεται. Αν ο φθόνος των αδερφών της δεν πυροδοτούσε την περιέργειά της, τότε δεν θα ανοιγόταν ο δρόμος στη νέα γνώση που αποκτά η Ψυχή αντικρίζοντας τον Έρωτα, με στόχο να ξεκινήσει η δική της αναζήτηση. Αυτή η εξέλιξη σύμφωνα με τον Neumann αντανακλά την ανάπτυξη της προσωπικότητας της Ψυχής, επιφέρει τον χωρισμό από το αρσενικό και δηλώνει την ανάπτυξη πραγματικής γυναικείας αγάπης. Οι δοκιμασίες από την άλλη, συμβολίζουν την επικράτηση των ‘αρσενικών’ χαρακτηριστικών που απειλούν την ανάπτυξή της. Η διαδρομή της όμως δεν σταματά εδώ. Οι δοκιμασίες που της επιβάλλονται, αφορούν τα δύο χαρακτηριστικά του γυναικείου ρόλου: φροντιστή/ μάνας (δοκιμασία συλλογής δημητριακών και μαλλιού) και ερωτικού συντρόφου (δοκιμασία – ελιξίριο Νιότης). Η διαδικασία απόκτησης της θηλυκής ταυτότητας συμβολίζεται με την κάθοδο στον Άδη – το σκοτάδι – το ασυνείδητο όπου η Περσεφόνη κρατά τη γνώση – λύση και συνειδητοποίηση.
Μέσα στην αμφιθυμία της, η Ψυχή διαπραγματεύεται και τους δύο ρόλους, πληρώνοντας το τίμημα, που είναι αναπόφευκτο για την απόκτηση ωριμότητας, θηλυκότητας για τη συνάντηση με το αρσενικό. Όταν ματαιώνει την επιτυχία αυτή με το να ανοίξει το φιαλίδιο, δηλώνει την παράδοσή της στη γυναικεία επιθυμία να ικανοποιήσει τον Έρωτα. Η Ψυχή θυσιάζει τα «αρσενικά» αγαθά που κέρδισε με τους κόπους της μεγαλώνοντας και αποζητά τη λύτρωση ενώ ο Έρωτας, συνειδητοποιεί και κατοχυρώνει τη θέση του, τον ανδρισμό του σώζοντας την Ψυχή.
Ο Neumann θεωρεί ότι μέσα στο μύθο εκφράζεται συμβολικά η διεργασία της απόκτησης θηλυκής ατομικής αυτοεικόνας. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται μέσω συναισθημάτων αγάπης και έρωτα που οδηγούν στο ξύπνημα της θηλυκότητας αφού έχει αναγνωρίσει η νέα γυναίκα την άμεση συσχέτιση και αλληλεπίδραση με το αρσενικό. Μέσα από τη συνειδητοποίηση της συνεχούς σύγκρουσης ανάμεσα στο θηλυκό και το αρσενικό, επιλέγει να θυσιάσει τη δυναμικότητά της (αρσενικά χαρακτηριστικά) και να επανενωθεί με τα θηλυκά, παθητικά χαρακτηριστικά. Από την άλλη, η Ψυχή συγκρουόμενη με την Αφροδίτη (κατά τον Neumann), μετατρέπει τον αισθησιακό έρωτα σε ψυχική δύναμη αγάπης, μια ωριμότερη εξέλιξη. 


Η ανάπτυξη της διαδρομής της ψυχής είναι επίπονη, εξαντλητική και ταυτοχρόνως ανεξάντλητη… ίσως γι’ αυτό να πονά πιο δυνατά η κάθε επιλογή της, το κάθε της βήμα… γιατί ενώ γνωρίζει, δεν γνωρίζει… ενώ θυμάται, δεν θυμάται… γιατί δεν ορίζεται… γιατί δεν την ορίζουμε… γιατί χρειάζεται να είναι ολόκληρη εκεί που επιλέγει… χωρίς να φοβάται να μεταμορφωθεί για να δοθεί… Ψηλαφίζοντας αυτό το ταξίδι, μετά από βαθιά σκέψη, πιστεύω ότι τώρα πλέον πήρα πίσω τον εαυτό μου, αφού τον σκόρπισα δεξιά κι αριστερά σε όλη την προηγούμενη ζωή μου… Τώρα είμαι ελεύθερη να παραδοθώ… να ανήκω…

Πηγές:
Απουλήιος. Έρως και ψυχή. Σειρά Ερωτικός. Εκδόσεις Στεφανίδη.

RICHARD DAVID PRECHT/ΡΙΧΑΡΝΤ ΝΤΑΒΙΝΤ ΠΡΕΧΤ. ΕΡΩΤΑΣ. Εκδόσεις Πατάκη.
Οικονόμου Λ. Ο έρωτας και η ψυχή. Modern Times.
Ελληνική Μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών
Τζοϋς Μακ Ντούγκαλ: «Τα χίλια και ένα πρόσωπα του Έρωτα», Μετάφραση: Δροσούλα
Τσαρμακλή, Επιμέλεια: Κώστας Μπαζαρίδης. Εκδόσεις Νεφέλη (Από το Δελτίο Νο 10 της Ε.Ψ.Ε.) Αριστέα Σκούλικα.
J. Laplanche – J.B. Polantis: «Λεξιλόγιο της Ψυχανάλυσης». Εκδόσεις Κέδρος.



Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια