Πιστεύω της Ήβη Κούγια- Δασκαλάκη ( Μελισσάνθη)

Πιστεύω της Ήβη Κούγια- Δασκαλάκη ( Μελισσάνθη)




Η Αγάπη, μόνο, βαστάζει όλα τα φορτία.
Μπορώ να βαστάζω όλα τα φορτία.
Γιατί η Αγάπη είναι το μέγα φορτίο!
Η Αγάπη σηκώνει το βάρος τ᾿ ουρανού.
Μπορώ να σηκώνω τά βάρος τ᾿ ουρανού.
Η Αγάπη υπομένει τα μαρτύρια της πυράς.
Μπορώ να υπομένω τα μαρτύρια της πυράς.

Γιατί η Αγάπη είναι ο ουρανός και η πυρά!
Η Αγάπη πιστεύει στη ζωή και στο θάνατο.
η Αγάπη πιστεύει στο θαύμα.
Μπορώ να πιστεύω στη ζωή και στο θάνατο.
μπορώ να πιστεύω στο θαύμα.
Γιατί η Αγάπη είναι η ζωή και ο θάνατος!
Γιατί η Αγάπη είναι το θαύμα!
Η Αγάπη προσεύχεται κ᾿  ενεργεί.
η Αγάπη αγρυπνεί.
Μπορώ να προσεύχομαι κα να ενεργώ.
μπορώ να αγρυπνώ.
Γιατί η Αγάπη είναι προσευχή και πράξη!
Γιατί η Αγάπη είναι η μυστική αγρυπνία!
Η Αγάπη κρατάει όλα τα χαμόγελα κα όλα τα δάκρυα.
Μπορώ να χαμογελώ και να κλαίω όλα τα δάκρυα -
γιατί η Αγάπη είναι η χαρούμενη θλίψη!
Η Αγάπη δίνει τον άρτο και τον οίνο
εγγύηση για την αιωνιότητα.
Μπορώ να μεταλάβω τον άρτο και τον oίvo
εγγύηση για την αιωνιότητα.
Γιατί η Αγάπη είναι ο Μυστικός Δείπνος!
Κ᾿ η μεγάλη υπόσχεση!
Η Αγάπη έπλασε τον άνθρωπο.
η Αγάπη εδώρησε το φως.
Πιστεύω στον άνθρωπο.
πιστεύω στην Αγάπη.
Γιατί η Αγάπη είναι το φως και η δωρεά!
Γιατί η Αγάπη είναι ο Άνθρωπος!



Λίγα λόγια για την ποιήτρια
Η Μελισσάνθη  ή  Ήβη Κούγια και αργότερα Δασκαλάκη , όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 7 Απριλίου 1907 στην Αθήνα.
Παντρεμένη από το 1932 με τον δικηγόρο και πολιτικό Ιωάννη Σκανδαλάκη.
Σπούδασε γαλλικά στο Γαλλικό Ινστιτούτο με καθηγητή τον Οκτάβιο Μερλιέ, ο οποίος την ενθάρρυνε να ασχοληθεί με την ποίηση. Σπούδασε ακόμη, γερμανικά, αγγλικά, μουσική και μελέτησε φιλοσοφία.
Εργάστηκε σαν  δημοσιογράφος και καθηγήτρια γαλλικών, ενώ υπήρξε συνεργάτιδα του λογοτεχνικού προγράμματος του ΕΙΡ από το 1945 έως το 1955, από το οποίο παρουσίαζε ελληνική και ξένη ποίηση, δικές της εργασίες και θεατρικές διασκευές. Το 1932 παντρεύτηκε τον Ιωάννη Σκανδαλάκη, δικηγόρο, πολιτικό (βουλευτή του Λαϊκού Κόμματος) και συγγραφέα φιλοσοφικών δοκιμίων.
Στη λογοτεχνία εμφανίσθηκε το 1930 με την ποιητή συλλογή «Φωνές Εντόμου». Ακολούθησε τον επόμενο χρόνο η ποιητική συλλογή «Προφητείες», η οποία αποτέλεσε το λογοτεχνικό γεγονός της χρονιάς και την καθιέρωσε ως ποιήτρια.
Σε μία συνέντευξή της στην Ελευθεροτυπία (31/12/1976) η Μελισσάνθη αποκάλυψε το πώς ξεκίνησε την ενασχόλησή της με την ποίηση:
  Οι ερεθισμοί οι δικοί μου ξεκίνησαν από προβλήματα υπαρξιακά, από την οδυνηρή επαφή μου με τον κόσμο και όπως μου άρεσε η ποίηση βρήκαν διέξοδο σ' αυτήν. Οι συγκρούσεις με το περιβάλλον πρώτα πρώτα. Ένας νέος άνθρωπος σ' έναν κόσμο φτιαγμένο από τους άλλους, που του είναι αδύνατο να τον παραδεχτεί. Αρχίζει τότε μια πάλη που είτε είναι εξωτερική, στήθος με στήθος, είτε εσωτερική, να εξηγήσει και να παραδεχτεί το σκληρό παιχνίδι που παίζεται γύρω μου. Η δεύτερη αυτή πάλη γίνεται πιο σκληρή όταν αισθάνεσαι την αδυναμία σου να δράσεις εξωτερικά.
Η Μελισσάνθη τιμήθηκε με το Β' και το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1966 και 1976) και με το ποιητικό βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (1976). Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, ΗΠΑ, Καναδά, Μεξικό, Ρουμανία, Πολωνία, Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία και έχουν περιληφθεί σε συνολικά 26 ξένες ανθολογίες.

Ο θρησκευτικός και υπαρξιακός χαρακτήρας στάθηκαν από την αρχή τα κύρια γνωρίσματα του έργου της Μελισσάνθης, ενός έργου άνισου στο σύνολό του, τόσο από την άποψη της γραφής όσο και από την άποψη της ποιότητας, προ πάντων στις προ του 1950 ποιητικές της συλλογές. Ξεκίνησε να γράφει ποίηση στα πλαίσια της παραδοσιακής στιχουργικής και οδηγήθηκε σταδιακά προς τον ελεύθερο στίχο (από το 1945), επιλογή που οδήγησε και σε μια ανάλογη ανανέωση των θεματικών και γλωσσικών της επιλογών.
Η ποίησή της εκτιμάτο από μεγάλη μερίδα του λογοτεχνικού κόσμου της εποχής της. «Φαινόμενο που πραγματικά αγγίζει το θαύμα», την έχει αποκαλέσει ο ποιητής Μιλτιάδης Μαλακάσης. Ο συγγραφέας και εκπαιδευτικός Ιωάννης Γρυπάρης την παραλληλίζει με τον Γκαίτε, ενώ ο κριτικός της λογοτεχνίας Μάρκος Αυγέρης σημειώνει ότι η ποίησή της «και σαν αίσθηση και σαν ποίηση και στους τόνους και στην έκφραση είναι ολότελα μοντέρνα, βυθίζεται ολόκληρη μέσα στη σημερινή αισθαντικότητα και όπως αναζητά την πνευματική γεύση του κόσμου συναντά τους ίδιους πανάρχαιους δρόμους της πνευματικής ηδονής ενώνοντας “τα εγγύς και τα άπω”».
Η Ήβη Κούγια-Δασκαλάκη πέθανε στην Αθήνα στις 9 Νοεμβρίου 1990,ταλαιπωρημένη από τον καρκίνο, και ενταφιάστηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.




Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια