Μια φορά και έναν καιρό, ένας σωματώδης και δυνατός ξυλοκόπος ζήτησε δουλειά σε κάποιο χονδρέμπορο ξυλείας. Ο έμπορος τον προσέλαβε με καλό μισθό και καλές συνθήκες δουλειάς. Έτσι ο ξυλοκόπος αποφάσισε να δώσει τον καλύτερο εαυτό του. Το αφεντικό του έδωσε ένα τσεκούρι και του υπέδειξε που να δουλέψει. Την πρώτη μέρα ο ξυλοκόπος έφερε 18 κορμούς δένδρων. “ Συγχαρητήρια” είπε το αφεντικό. “Συνέχισε έτσι!” Χαρούμενος από τα λόγια του αφεντικού, ο ξυλοκόπος προσπάθησε ακόμη περισσότερο την επόμενη ημέρα αλλά μπόρεσε να φέρει μόνο 15 κορμούς. …
Μια αδύνατη γάτα έκλεψε ένα ψάρι από μια κουζίνα και η κυρία του σπιτιού έσπασε ένα σκουπόξυλο πάνω της. Η γάτα έπεσε στο πάτωμα, συσπασμένη, προσπαθώντας να πάρει ανάσα. "Κλέφτρα ! Φύγε από το σπίτι μου! " φώναξε έξαλλη η γυναίκα. Η γάτα δεν μπορούσε να τρέξει επειδή τα πόδια της πονούσαν φριχτά, έτσι σύρθηκε μακριά, λαχανιασμένη, νιώθοντας σαν αποτυχημένη που δεν μπόρεσε να πάρει φαγητό για το γιο της. Μπήκε σε ένα σκοτεινό δρομάκι, όπου το γατάκι της νιαούριζε απαλά, με το αδύνατο σώμα του να τρέμει από την πείνα και να βρέχεται…
Στην παρακάτω ιστορία με τίτλο “Ο Ζητιάνος” , είναι μια διδακτική ιστορία για όλους μας,που κοιτάμε πάντα το εξωτερικό το περίβλημα, το φαινόμενο και όχι την ουσία των πραγμάτων. Γιατί εμείς οι άνθρωποι βλέπουμε το φαινόμενο και όχι την καρδιά που βλέπει ο Θεός! Γιατί η καρδιά μας είναι απατηλή και σφόδρα διεφθαρμένη ,καθώς αναφέρει ο Λόγος του Θεού! "Προσέξτε, αδερφοί μου, μήπως κανείς από σας έχει τόσο κακή και άπιστη καρδιά, ώστε ν’ απομακρυνθεί από τον αληθινό Θεό." ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ 3:12 “ Ο Ζητιάνος” Μια πραγματική ιστορία πο…
Στο μικρό χωριό της Δανίας, ένα αγοράκι έβαλε ζεστά ρούχα & είπε στον πατέρα του: «Μπαμπά είμαι έτοιμος!» Ό πατέρας που ’ταν ιεροκήρυκας απόρησε: «Εισ’ έτοιμος γιε μου;» «Μπαμπά, ηρθ’ η ώρα να βγούμε έξω, να μιλήσουμε στον κόσμο για τον Λόγο του Θεού!» Ο πατέρας δίστασε: «Γιε μου, έξω έχει πολύ κρύο & βρέχει!» Το παιδί κοίταξε έκπληκτο τον πατέρα του & είπε: «Μα, μπαμπά, οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν για τον Θεό ακόμα & τις βροχερές & κρύες μέρες!» Ο μπαμπάς απάντησε: «Γιε μου, δε θα βγω αυτή τη φορά. Δεν αισθάνομαι καλά. …
Σε μια πόλη ξεχασμένη από τον χρόνο, ζούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα που την έλεγαν κυρία Όλγα. Το πρόσωπό της, μελανιασμένο από τις ρυτίδες, από ιστορίες για μια ζωή με θυσίες. Τα μάτια της, βαρετά και κουρασμένα, κρατούσαν ακόμα τη θαμπή λάμψη της ελπίδας. Τα βήματά της ήταν αργά, το σώμα της εύθραυστο, αλλά η καρδιά της συνέχισε να χτυπάει με τη δύναμη της επιβίωσης. Η κυρία Όλγα ήταν μητέρα τριών παιδιών, τα οποία σαν τον άνεμο είχαν πετάξει μακριά αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Στην αρχή έγραψαν γράμματα γεμάτες υποσχέσεις για επισκέψεις…
Social Plugin