Paul Verlaine ( Πόλ Βερλαίν) : Ποιήματα που αξίζει να διαβάσετε !!!!

Paul Verlaine ( Πόλ Βερλαίν) : Ποιήματα που αξίζει να διαβάσετε !!!!





«Ξεχασμένοι σκοποί»
Μετάφραση: Αλέξανδρος Μπάρας

Μου κλαίει ψιχάλα στην καρδιά
καθώς στην πόλη σιγοβρέχει.
Τι να’ ναι τούτη η ανημποριά
που μου ναρκώνει την καρδιά;
Γλυκό τραγούδι της βροχής
στις στέγες πάνω και στο χώμα.
Στη στεναχώρια μιας ψυχής
ω εσύ τραγούδι της βροχής!
Κάτι θρηνεί χωρίς αιτία
στην καρδιά τούτη που λιγώνει.
Πως έτσι; Καμιά προδοσία;
Η θλίψη αυτή δεν έχει αιτία.
Και είν’ ο μεγάλος πόνος ίσως
το να μην ξέρω γιατί μόνος,
χωρίς αγάπη, δίχως μίσος,
μέσα μου υπάρχει τόσος πόνος.






«Έξι εβδομάδες κιόλα»
Μετάφραση: Κλέων Παράσχος


Έξη βδομάδες κιόλα, κι άλλες δεκαπέντε ακόμα
Μέρες ατέλειωτες! Μες στους ανθρώπινους καϋμούς,
Βέβαια, καϋμός πικρός ωσάν το χωρισμό δεν είναι!

Γράφεις, σου γράφουν, λες πως αγαπάς, πως σ' αγαπούνε,
Το βλέμμα, κάθε μέρα, τις κινήσεις, τη φωνή
Του πλάσματος φέρνεις στο νου που είναι όλη η ύπαρξή σου,
Ώρες μ' εκείνον μοναχός μιλείς που είναι μακρυά.
Μα ό,τι κι αν αισθανθής κι' ότι κι' αν στοχαστής και όλα όσα
Μ' εκείνον πεις που βρίσκεται μακρυά σου, είναι όλα αυτά
Άτονα κι ' άχρωμα και μελαγχολικά πιστά.

Ω! η απουσία! η πιο σκληρή απ' τις δυστυχίες όλες!
Στις λέξεις και στις φράσεις να ζητείς ξαλαφρωμό,
Στο άπειρο μέσα πλήθος των θλιμμένων στοχασμών σου,
Κι' ό,τι θα βρης ανούσιο πάντα να 'ναι και πικρό!
Κι' ύστερα, να, αιχμηρή και κρύα ωσάν λεπίδι,
Γοργότερη από τα πουλιά, κι' από τις σφαίρες πιο γοργή,
Κι  απ' το νοτιά στη θάλασσα κι απ' τ' αγριοφύσημά του,
Και μ' ένα δηλητήριο στην αιχμή θανατερό,
Να, όμοια με βέλος, που έρχεται στο τέλος η Υποψία,
Ξαπολυμένη από την άθλια την Αμφιβολία τη βδελυρή.

Μπορεί ποτέ; Ενώ στο τραπέζι ακουμπισμένος
Το γράμμα της με δάκρυα το διαβάζω εγώ,
Το γράμμα της που όλο για την αγάπη της μου λέει,
Την ώρα εκείνη η σκέψη της να 'ναι δοσμένη αλλού;
Ποιος ξέρει: Ενώ για μένα αργές εδώ και θλιβερές
Κυλούν οι μέρες, σαν ποτάμι μ' όχθη ξεραμένη,
Ίσως να χαμογέλασε το χείλι της τ' αγνό;
'Ισως να 'ναι χαρούμενη και να με λησμονάει;
Και μελαγχολικός το γράμμα της ξαναδιαβάζω.



«ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ»
Μετάφραση: Τέλλος Άγρας.



Νύχτα. Βροχή. Ένας ουρανός θαμπός, που τον σπαθίζει,

όσο είναι φως, με πύργους και με τόξα, η σιλουέτα

πολιτείας γοτθικιάς, μακριά μες στο σταχτί σβησμένης.

Κάμπος. Μια αγχόνη, από κορμιά που σήπονται γεμάτη,

που με τις μύτες τα σκουντούν τ' αχόρταγα κοράκια,

κι ενώ χορεύουν άμοιαστες πόλκες στον στον  μαύρο αέρα,

τα κρεμασμένα πόδια τους τα 'χουν οι λύκοι δείπνο.

Αγκάθια σκόρπια, λιγοστά χαμόδεντρα και πρίνοι,

που δώθε κείθε όλο πετούν των φύλλων τους τα σκιάχτρα

μέσα στο σάλο της καπνιάς, καθώς σε σκίτσου φόντο.

Κι ύστερα, γύρω από δυο τρεις νεκρόθωρους δεσμώτες,

που παν γυμνόποδοι, φρουροί διακόσοι κι εικοσπέντε

τους πάνε, και τ' ατσάλια τους, ορθά σαν λύσγου ατσάλια,

γυαλίζουνε, αντιμέτωπα με της βροχής τις λόγχες.

***

«Τ’ ΟΛΟΛΕΥΚΟ ΦΕΓΓΑΡΙ»
Μετάφραση: Αντώνης Θ. Παπαδόπουλος


         Λάμπει τ' ολόλευκο φεγγάρι
         μέσα στα δέντρα τα πυκνά,
         σε κάθε τρυφερό κλωνάρι
         και μια φωνούλα αρχινά
         κάτω από τη φυλλωσιά...

         'Ω, αγάπη μου γλυκειά.


         Βαθύς καθρέφτης, μιαν ιτιά,
         η λυμνούλα ζωγραφίζει.
         Στα κλαδιά της ο αγέρας
         πονεμένα μουρμουρίζει
         και πληθαίνουν οι λυγμοί...

         Να, του ονείρου η στιγμή.


         Πόση απλώθηκε γαλήνη
         Τόσο γλυκειά, τόσο απαλή,
         κατηφορίζοντας κι εκείνη
         για νά 'μπει μέσα στην ψυχή
         απ' ένα αστέρι, που ιριδίζει...
      

         Να μια στιγμή που τόσο αξίζει.

***


«ΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ»
Μετάφραση: Τέλλος Άγρας.




Η δύση άφηνε τις ύστατες αχτίδες

κι ο άνεμος τα χλωμά τα νούφαρα κινούσε,

τ' ανοιχτά νούφαρα, μέσα από τα καλάμια

θλιβερά γυάλιζαν στο άτρεμο κύμα απάνω.

Μόνος πλανιόμουνα, σέρνοντας την πληγή μου

μέσα από τις ιτιές, μπρος στων νερών το μάκρος,

που η πάχνη η άπλαστη όμοιαζε μεγάλο

φάντασμα άσπρο σαν το χιόνι, απελπισμένο,

με τις άγριες πάπιες μαζί θρηνώντας,

που τα φτερά χτυπάν κι η μια την άλλη κράζουν,

μέσα από τις ιτιές, που ολόμονος πλανιόμουν

σέρνοντας την πληγή μου, και των ίσκιων ήρθε

το άφεγγο σάβανο, τις ύστατες να πνίγει

της δύσης αντήλιες μες στα χλωμά νερά του

και τα νούφαρα, μεσ' από τα καλάμια,

τ' ανοιχτά νούφαρα στο άτρεμο κύμα απάνω.

***


«ΕΝΑΣ ΒΑΘΥΣ, ΜΑΥΡΟΣ ΥΠΝΟΣ»
Μετάφραση: Λάμπρος Πορφύρας.


Ένας βαθύς, μαύρος ύπνος

πέφτει απάνω στη ζωή μου.

Κάθ' ελπίδα μου, κοιμήσου.

Κάθε αποθυμιά μου κοίμου.


Τίποτε δε βλέπω πια,

χάνονται όλα μες στη λήθη

το καλό και το κακό...

Ω θλιμμένο παραμύθι!


Είμαι σα μια κούνια

που ένα χέρι την κουνάει

στην κρυφή σπηλιά.

Σιωπή!... μιλιά!...

***


«ΑΚΟΥ, ΤΟ ΚΕΡΑΣ ΘΛΙΒΕΤΑΙ»
Μετάφραση: Τέλλος Άγρας.




Άκου, το κέρας θλίβεται κατά τα δάση

κι έχει τόσον καημό, που ορφάνιες θυμίζει

κι έρχεται ως του βουνού τα πόδια να σωπάσει

με τ' αγέρι που τρέχει και στενά γαβγίζει.


Του λύκου κλαί' η ψυχή σε τούτη τη φωνή

που βγαίνει (όπως κι ο ήλιος, που όλο χαμηλώνει)

από μιαν αγωνία που μοιάζει ταπεινή

και που μια σε μαγεύει, μια σε φαρμακώνει.


Το παράπονο τούτο ως για να το χορταίνει,

σε ξέφτια μακρουλά το χιόνι κατεβαίνει,

με τον ήλιο που μέσα στο αίμα βασιλεύει.


Στεναγμός χινοπώρου μοιάζει η ατμοσφαίρα:

ω, τόσο είναι γλυκιά η μονότονη εσπέρα,

που ο τόπος ο ήμερος τον ύπνο του γυρεύει.

***


«ΤΑ ΧΕΡΙΑ»
Μετάφραση: Κωστής Παλαμάς.



Τα χέρια τ' ακριβά, δικά μου που έγιναν,

ωραία ωραία, μικρά μικρά,

κι ύστερ' απ' όλα τα θανάσιμα γλιστρήματα

κι απ' όλα αυτά τ' ανίερα κοσμικά.


Ύστερ' από τ' αραξοβόλια και τις αμμουδιές

κι από τους τόπους κι από τα λημέρια,

ρηγικά χέρια πιο πολύ κι απ' των παραμυθιών,

μου ανοίγουν τα όνειρα τ' αγαπημένα χέρια.


Ονειρευτά χέρια απλωμένα απάνου απ' την ψυχή μου,

τάχα το ξέρω εγώ τι θα 'χετε καταδεχτεί

να ειπείτε της ψυχής μου που μαράζωσε

μέσα σ' αυτού του κόσμου την κακούργα βοή;


Τάχα είναι ψέμα το όραμα σεμνό που το ανοίγω,

συμπάθειας όραμα πνευματικής,

μιας επιστήθιας, μιας απέραντης αγάπης,

στοργής που όλα μου απάνου της τα παίρνει μητρικής;


Αγαπημένα μου όνειρα, χεράκια μου αγιασμένα

πόνε πανώριε, ποθητέ δαρμέ μου εσύ,

τα χέρια αυτά, τα χέρια αυτά, σεπτά μου χέρια,

κάματε τη χειρονομία που συγχωρεί.

***


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια