ΑΓΑΠΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΑ!!! Της ΜΑΡΙΟΝ ΜΙΝΤΣΗ

ΑΓΑΠΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΑ!!! Της ΜΑΡΙΟΝ ΜΙΝΤΣΗ

Φωτογραφία: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΣΑΛΟΝΙ  
 
ΑΓΑΠΑ  ΚΑΙ  ΣΥΓΧΩΡΑ!!!   Της  ΜΑΡΙΟΝ  ΜΙΝΤΣΗ 

‘’Έρχεσαι στον κόσμο, όταν είναι όλα γύρω σου  σκοτάδι. Μην το φοβηθείς. Να φοβάσαι το σκοτάδι του μίσους που απλώνεται και μέσα στο φως της ημέρας’’
Να τρέμεις της ψυχής σου τα λημέρια, όπου κοχλάζουν μίση αρρωστημένα, ζεματίζοντας θανάσιμα της χαράς το μελοφέγγαρο και της αγάπης την μπαλάντα.
Κι ενώ είναι αρκετό της παλάμης το σφίξιμο, της εξιλέωσης το μήνυμα, έρχεται δίψα ακόρεστη, 
το Μίσος, 
ο θρίαμβος της συμφοράς, να ρουφήξει ό,τι όμορφο μέσα σου υπάρχει.

Ένας κόσμος βέβαια, δίχως φθονερούς, θα ήταν γεμάτος με αγγέλους! Μα οι άγγελοι απόστασαν απ΄ τα δεινά και πέταξαν σε μέρη αλαργινά, χαρίζοντας το βάθρο τους σε κείνους τους αγγελόμορφους δαίμονες, που έχουν φτιασιδωμένη άσπρη τη μορφή και πίσω απ΄το φτιασίδι, πίσσα την ψυχή.

Σε πλησιάζουν, σου χαμογελούν, σχεδόν σε προσκυνούν, και τη στιγμή που σκύβεις να τους σφίξεις με της καρδιάς το χέρι, εκείνοι στο τρυπούν με φαρμακερό μαχαίρι.

‘Ετσι, τα χέρια μείναν ορφανά,
 δεν σφίγγουν, δεν χαιρετούν,
 απόμειναν να αποχαιρετούν αξίες, σαν αναγκάζεσαι να παραχώσεις τα αισθήματά σου ζωντανά, από φόβο μη και στα ματώσουν για άλλη μια φορά.

Μα τι να καρτερά ο φθονερός απ΄τον αφανισμό του συνανθρώπου του, αφού και τον δικό του αφανισμό θα επιφέρει; Ποιους θέλει να σταυρώσει; 

Μήπως τους άρπαγες της νιότης του, που αναγνώρισε τριγύρω στα πρόσωπα όλων των καλοβαλμένων κι ευπρεπών, που αφού τον έσπρωξαν, τώρα δεν νοιάζονται να τον σηκώσουν;
Μήπως  αυτούς που εκλιπάρησε, μα με σκληρή αδιαφορία τον προσπέρασαν, αφήνοντας αδειανά, τα υψωμένα για ελεημοσύνη χέρια;
 Εκείνους, που αφού την τέχνη του μίσους στην πληγή του φύτεψαν, τον διασυρμό του στους δρόμους ασύστολα στηλίτεψαν;

Μήπως, αυτό είναι το αίμα που  ζητά να ξαναπάρει;
Κι εμείς; Τα ουρλιαχτά να συνηθίσουμε και μέσα απ΄τον βολικό μας λήθαργο, αβοήθητο να τον αφήσουμε;

Όχι. Πρέπει να ψάξουμε, να βρούμε, ποιος ο αθώος και ποιος ο ένοχος!
 Όχι μόνο κριτική που από θέσεως ισχύος μας εξιλεώνει, αλλά και αυτοκριτική, ώστε πρώτα εμείς να φωτιστούμε και μετά τους άλλους να φωτίσουμε!
Να γίνουμε πρώτα εμείς οι δίκαιοι και μετά την αρετή της δικαιοσύνης να διδάξουμε!
Να μοιράσουμε λίγο από τη χαρά  της ευφορίας μας, για να μην γεννήσουμε το μαράζι και την πίκρα, σε εκείνους που δεν κατάφεραν να την γευτούν!

Κι ύστερα, με της συγχώρεσης το Αγιοκέρι, το Εικονοστάσι της ψυχής μας να ανάψουμε και με το μοσχολίβανο στο λυτρωμένο πλέον χέρι, τη  Λερναία Ύδρα της μνησικακίας να εξολοθρεύσουμε!!!

Αγάπα και Συγχώρα!!! Εκεί θα βρεις τη Γιατρειά!!!

Όχι, να σ΄αγαπήσω δεν μπορώ.
Τη συγχώρεση σου δίνω,
ώστε μακριά σου εγώ να γιατρευτώ!!!

Aγαπημένοι  φίλοι του ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ μας  ΣΑΛΟΝΙΟΥ,
Θα σας περιμένω πάλι εδώ, όπως κάθε Τετάρτη βράδυ!!!
«Έρχεσαι στον κόσμο, όταν είναι όλα γύρω σου σκοτάδι. Μην το φοβηθείς. Να φοβάσαι το σκοτάδι του μίσους που απλώνεται και μέσα στο φως της ημέρας’’
Να τρέμεις της ψυχής σου τα λημέρια, όπου κοχλάζουν μίση αρρωστημένα, ζεματίζοντας θανάσιμα της χαράς το μελοφέγγαρο και της αγάπης την μπαλάντα.
Κι ενώ είναι αρκετό της παλάμης το σφίξιμο, της εξιλέωσης το μήνυμα, έρχεται δίψα ακόρεστη,
το Μίσος,
ο θρίαμβος της συμφοράς, να ρουφήξει ό,τι όμορφο μέσα σου υπάρχει.

Ένας κόσμος βέβαια, δίχως φθονερούς, θα ήταν γεμάτος με αγγέλους! Μα οι άγγελοι απόστασαν απ΄ τα δεινά και πέταξαν σε μέρη αλαργινά, χαρίζοντας το βάθρο τους σε κείνους τους αγγελόμορφους δαίμονες, που έχουν φτιασιδωμένη άσπρη τη μορφή και πίσω απ΄το φτιασίδι, πίσσα την ψυχή.

Σε πλησιάζουν, σου χαμογελούν, σχεδόν σε προσκυνούν, και τη στιγμή που σκύβεις να τους σφίξεις με της καρδιάς το χέρι, εκείνοι στο τρυπούν με φαρμακερό μαχαίρι.

‘Ετσι, τα χέρια μείναν ορφανά,
δεν σφίγγουν, δεν χαιρετούν,
απόμειναν να αποχαιρετούν αξίες, σαν αναγκάζεσαι να παραχώσεις τα αισθήματά σου ζωντανά, από φόβο μη και στα ματώσουν για άλλη μια φορά.

Μα τι να καρτερά ο φθονερός απ΄τον αφανισμό του συνανθρώπου του, αφού και τον δικό του αφανισμό θα επιφέρει; Ποιους θέλει να σταυρώσει;

Μήπως τους άρπαγες της νιότης του, που αναγνώρισε τριγύρω στα πρόσωπα όλων των καλοβαλμένων κι ευπρεπών, που αφού τον έσπρωξαν, τώρα δεν νοιάζονται να τον σηκώσουν;
Μήπως αυτούς που εκλιπάρησε, μα με σκληρή αδιαφορία τον προσπέρασαν, αφήνοντας αδειανά, τα υψωμένα για ελεημοσύνη χέρια;
Εκείνους, που αφού την τέχνη του μίσους στην πληγή του φύτεψαν, τον διασυρμό του στους δρόμους ασύστολα στηλίτεψαν;

Μήπως, αυτό είναι το αίμα που ζητά να ξαναπάρει;
Κι εμείς; Τα ουρλιαχτά να συνηθίσουμε και μέσα απ΄τον βολικό μας λήθαργο, αβοήθητο να τον αφήσουμε;

Όχι. Πρέπει να ψάξουμε, να βρούμε, ποιος ο αθώος και ποιος ο ένοχος!
Όχι μόνο κριτική που από θέσεως ισχύος μας εξιλεώνει, αλλά και αυτοκριτική, ώστε πρώτα εμείς να φωτιστούμε και μετά τους άλλους να φωτίσουμε!
Να γίνουμε πρώτα εμείς οι δίκαιοι και μετά την αρετή της δικαιοσύνης να διδάξουμε!
Να μοιράσουμε λίγο από τη χαρά της ευφορίας μας, για να μην γεννήσουμε το μαράζι και την πίκρα, σε εκείνους που δεν κατάφεραν να την γευτούν!

Κι ύστερα, με της συγχώρεσης το Αγιοκέρι, το Εικονοστάσι της ψυχής μας να ανάψουμε και με το μοσχολίβανο στο λυτρωμένο πλέον χέρι, τη Λερναία Ύδρα της μνησικακίας να εξολοθρεύσουμε!!!

Αγάπα και Συγχώρα!!! Εκεί θα βρεις τη Γιατρειά!!!

Όχι, να σ΄αγαπήσω δεν μπορώ.
Τη συγχώρεση σου δίνω,
ώστε μακριά σου εγώ να γιατρευτώ!!!»


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια