ΜΙΝΩΙΚΗ
ΘΡΗΣΚΕΙΑ.
Θέμα δύσκολο και ακανθώδες είναι η θρησκεία των
Κρητών κατά την Μινωική εποχή. Είναι φανερό πως οι Κρητικοί, όπως και άλλοι
αρχαίοι λαοί, πριν φτάσουν στην καθεαυτό θρησκεία, πέρασαν από τα προστάδια της
: ανιμισμός, προγονολατρεία, τοτεμισμός. Ο Έβανς δέχεται επιδράσεις αιγυπτιακές
στη θρησκεία των Κρητών.
Φαίνεται πως ο ταύρος στα πολύ παλιά χρόνια στην
περιοχή της Κνωσού λογιόταν σαν το πιο μεγάλο τοτέμ. Οι εθνολόγοι λένε πως ο
ταύρος στην αντίληψη των πρωτόγονων ήταν η προσωποποίηση της δύναμης και της
γονιμότητας.
Αντίθετα με άλλους σύγχρονους πολιτισμούς
(Αιγύπτου, Μεσοποταμίας), που άφησαν μνημειώδη θρησκευτικά έργα, ναούς και
γλυπτά, στη μινωική Κρήτη παρουσιάζεται μια δυσεξήγητη θρησκευτική σιγή. Μόνον
ο Μινωικός πολιτισμός παρουσιάζεται χωρίς ναούς, χωρίς αγάλματα, χωρίς ανάγλυφα
ή μνημειώδεις απεικονίσεις της θεότητας. Αυτό βεβαίως δε σημαίνει ότι δεν
υπήρχε θρησκεία και θρησκευτική ζωή στη μινωική Κρήτη. Απλώς είχε χαρακτήρα
διαφορετικό.
Οι πρώτες θρησκευτικές εκδηλώσεις του ανθρώπου, ήδη
από την αρχή της νεολιθικής περιόδου, συνδέονται άμεσα με τα βασικά προβλήματα
που αντιμετωπίζει στη σκληρή του προσπάθεια να επιζήσει. Ο άνθρωπος στα μακρινά
εκείνα χρόνια είναι στενά δεμένος με τη γη. Οι καιρικές συνθήκες, οι εποχές του
χρόνου, τα φυσικά φαινόμενα, ο κίνδυνος των άγριων ζώων, τον τρομάζουν και συγχρόνως
του δημιουργούν ένα είδος μυστηριακής συγκίνησης και η μόνη διέξοδος που
βρίσκει είναι η λατρεία της άγνωστης αυτής δύναμης που την ταυτίζει με τη
Μητέρα - Γη. Οι παραστάσεις της, σε μικρά ειδώλια, τη δείχνουν «ευτραφή»» και
αυτό είναι γενικό χαρακτηριστικό σε όλες τις περιοχές όπου άνθησε ο νεολιθικός
πολιτισμός.
Έτσι βάση της μινωικής θρησκείας, είναι «ο κύκλος
της βλάστησης». Η εναλλαγή των αισθημάτων του πρωτόγονου ανθρώπου μπροστά
στο μυστήριο του διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου της φύσης ήταν φυσικό να
οδηγήσει στη θεοποίηση των φυσικών δυνάμεων και στη λατρεία τους. Η μεγάλη
θεότητα στη μινωική Κρήτη είναι η ίδια η φύση, η Μεγάλη Μητέρα. Η απεικόνισή
της είναι πολύμορφη : Άλλοτε εικονίζεται σε κορυφή βουνού ανάμεσα σε λιοντάρια,
ως «Ορεία Μήτηρ» και «Πότνια θηρών», άλλοτε ως «Θεά των Όφεων» ή του ιερού
δέντρου, των πουλιών ή των λουλουδιών. Άλλοτε πάλι παρουσιάζεται ως πολεμική
θεότητα με ασπίδα και ξίφος και άλλοτε ως θαλάσσια θεότητα που ταξιδεύει μέσα
σε ιερό πλοίο. Σε όλες αυτές τις απεικονίσεις έχουμε έναν προφανή συμφυρμό
θρησκευτικών και μαγικών αντιλήψεων. Η προσωποποίηση της βλάστησης εκφράζεται
με τη μορφή νεαρού βρέφους ή νεαρού θεού που γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο
και τον θέλησαν να νυμφεύεται τη θεά. Ο «ιερός γάμος» των δυο αυτών θεϊκών
μορφών συναντιέται και στις θρησκείες των ανατολικών λαών (Συρία, Βαβυλωνία,
Σουμέριοι, Μικρά Ασία) και των Αιγυπτίων. Η σχέση των δυο αυτών προσώπων δεν
είναι πολύ σαφής. Άλλοτε φαίνεται σαν σχέση ερωτική, που όμως δεν ολοκληρώνεται
γιατί ο νεαρός θεός πεθαίνει λίγο πριν ή λίγο μετά το γάμο του με τη θεά,
άλλοτε σαν σχέση μητρική ή αδερφική, άλλοτε σαν μια ακαθόριστη συντροφιά και
συνοδεία. Η γέννηση και ο θάνατος του Δία ήταν αναμφίβολα σύμβολο της
εξαφάνισης και αναγέννησης του φυτικού βίου στους κόλπους της φύσης.
ΘΕΟΤΗΤΕΣ
Οι θεοί του πρωτομινωικού πάνθεου ήταν :
- Βελχανός ή Υάκινθος : θεός γιος
και σύζυγος της Μεγάλης Μητέρας. Είναι θεός δισυπόστατος, πότε ισχυρός δαμαστής
των θηρίων, των γρυπών και των φτερωτών αγριμιών και πότε αδύναμος σαν παιδί
και σαν λουλούδι.
- Η Μεγάλη Μητέρα : Η δημιουργία της
ξεπήδησε από την ανάγκη της γέννησης του πρώτου θεού. Τη Μεγάλη Μητέρα τη λένε
«Ορεία Μήτηρ» και «Πότνια Θηρών», ονομασίες που δίνονται όταν την θεωρούν σαν
ανάσα των βουνών και των δασών. Η Ορεία Μήτηρ εικονίζεται ανάμεσα σε λιοντάρια.
Και ακόμη είναι και θεά του ιερού δέντρου και θεά των φιδιών.
- Η Δίκτυννα : όπως και από την
ετυμολογία προκύπτει συνδέεται με το βουνό Δίκτη της Κρήτης. Πιθανολογείται πως
θα είχε κάποιες αρμοδιότητες σχετικές με τις ιδιότητες του βουνού : τη θύελλα,
τους ανέμους και τον κεραυνό.
- Η Βριτόμαρτις : είναι νεαρή θεά
μάλλον. Και πιθανώς έχει αρμοδιότητες σχετικές με κοπέλες «παρθένους», εξαιτίας
της ετυμολογίας του ονόματός της (Βριτόμαρτις = Γλυκιά παρθένος).
- Η Αριάδνη : Η πριγκίπισσα της
Κνωσού, κόρη του Μίνωα, είναι μαζί θεά του φεγγαριού και των δέντρων και μια
θεά που πεθαίνει κάθε χρόνο.
- Λένε ακόμη πως οι κάτοικοι της Κνωσού λάτρευαν
την Ανθεία, η οποία ταυτίζεται με την Αφροδίτη και την Καλλίχορη που
σχετίζεται με την επίδοση που είχαν οι κάτοικοι στους χορούς.
Χαρακτηριστικό της μινωικής θρησκείας αποτελεί η
αριθμητική και δυναμική υπεροχή των Θεαινών. Πολύ αργότερα στη μινωική εποχή
έρχονται και άλλες θεότητες του νεότερου ελληνισμού και υφίστανται κάποια
τοπική προσαρμογή.
- Ο Ζευς γίνεται Ζευς - Βελχανός και Κούρος (αγόρι)
και γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο. Τότε παρουσιάζεται και η Ήρα,
η Αθηνά Ποτνία και ο Ποσειδώνας.
Πολλές φορές στις λατρευτικές σκηνές παρουσιάζεται
και πλήθος από φανταστικά πλάσματα που περιβάλλουν τους θεούς. Πολλά έχουν
σώματα ζώων και ανθρώπινα κεφάλια, όπως οι Κένταυροι κ.λ.π. Επίσης πίθηκοι και
πουλιά ήταν δαίμονες συνδεδεμένοι με την ανθηφορία, το χλόισμα, την καρποφορία
και άλλες δημιουργικές διαδικασίες της φύσης.
Ίσως οι μορφές αυτές προέρχονται από μαγικές
τελετές στις οποίες μετείχαν οι ιερείς με ζωόμορφες μάσκες. Η μεταμφίεση είχε
σκοπό να φοβίσει και να αποδιώξει τα κακά πνεύματα ή να εξαναγκάσει τους
δαίμονες να βοηθήσουν στην καρποφορία. Όχι μόνο ο Δίας και η Αθηνά γεννήθηκαν
στην Κρήτη, αλλά και άλλοι θεοί κατάγονταν από την Κρήτη.
- Η Άρτεμη ταυτίστηκε με τις κρητικές
θεότητες Δίκτυννα και Βριτόμαρτη. Η Άρτεμη είναι θεά της άγριας φύσης,
περιδιαβαίνει τα βουνά και τα δάση, τα άλση και τα λιβάδια. Στη λατρεία της
ανήκουν οργιαστικοί χοροί και το ιερό κλωνάρι. Κανένας από τους μεγάλους θεούς
δεν έχει τόση σχέση με τη δεντρολατρεία. Η ομοιότητα με τη μινωική
δεντρολατρεία και την οργιαστική όρχηση είναι καταφανής.
- Η Ειλείθυια είναι γνωστή στην ελληνική
μυθολογία σαν η θεά που παραστέκεται στις γυναίκες στις ωδίνες του τοκετού.
Έχει σχέση με την Άρτεμη που παρουσιάζεται κι αυτή να κάνει το ίδιο λειτούργημα
με τη Ειλείθυια. Έτσι η Ειλείθυια ήταν η μινωική θεά της φύσης που
προστάτευε στη γέννα ανθρώπους και ζώα.
- Μα και ο Δίας - παιδί και οι γιοι του
Δία δείχνουν να έχουν σχέση με τη μινωική θρησκεία, αλλά από διαφορετικές
πλευρές. Ο Δίας - παιδί λατρευόταν σε σπηλιές.
Ο Κρητικός για να εξευμενίσει αυτές τις θεότητες,
χρησιμοποιεί άφθονες προσευχές και θυσίες, σύμβολα και τελετές που συνήθως
εκτελούν ιέρειες και ενίοτε κρατικοί λειτουργοί. Για να απομακρύνει τους
δαίμονες, σαλπίζει την κόγχη, παίζει αυλό ή λύρα και ψάλλει ομαδικά ύμνους λατρείας.
Για να βλαστήσουν οι κήποι και οι αγροί, ποτίζει τα δέντρα και τα φυτά σε
επίσημες τελετές ή οι ιέρειες του, γυμνές σείουν με μανία τα δέντρα με τους
ώριμους καρπούς ή οι γυναίκες σε γιορταστική πομπή προσφέρουν καρπούς ή άνθη
στη θεότητα η οποία μεταφέρεται σε φορείο.
Οι πιο δημοφιλείς λατρείες ήταν εκείνες που τις
ασκούσαν στις κορυφές των ιερών βουνών, σε τριάντα πάνω - κάτω ιερά σπήλαια,
γύρω από ορισμένα ιερά σε πεδιάδες, κοντά σε πηγές, στη ρίζα πολλών δέντρων,
μπροστά σε μερικούς βράχους. Οι μυστηριώδεις δυνάμεις των οποίων επικαλούνται
τη συνδρομή και την προστασία σ’ αυτά τα διάφορα μέρη, δεν ήταν ίδιες.
Μνημόνευαν στους υψηλούς τόπους το θάνατο, την ανάσταση, το γάμο των μεγάλων
ουράνιων αστεριών : του ήλιου, της σελήνης, των πιο ορατών πλανητών γιατί από
αυτά εξαρτιόταν το ημερολόγιο, ο κύκλος της βλαστήσεως, ο ρυθμός της ζωής των
κοπαδιών, η ναυσιπλοΐα, η βροχή και η ξηρασία, η υγεία των ζώων και των
ανθρώπων. Στη θεότητα πρόσφεραν κυρίως τις απαρχές των καρπών της γης,
θαλάσσια κογχύλια, ομοιώματα ζώων και ανθρώπων, θυσίες οικόσιτων ζώων ή
θηραμάτων.
ΙΕΡΑ
ΣΥΜΒΟΛΑ
Η μινωική θρησκεία προτιμούσε τη συμβολική
δήλωση του θείου από την παραστατική απεικόνιση. Τα σπουδαιότερα σύμβολα ήταν :
α) Τα ιερά κέρατα : τα κέρατα καθώς
και η ελιά, αποτελούν αντικείμενα και με αυτά στολίζουν τους βωμούς. Και η
ιερότητα των κεράτων δε μπορεί παρά να έχει τοτεμική καταγωγή. Βέβαιο είναι ότι
τα κέρατα είναι η θέση της καθοσιώσεως, γιατί τα ιερά αντικείμενα τα τοποθετούσαν
ανάμεσά τους.
β) Ο Κόμβος : είχε ποικίλες μαγικές,
θεραπευτικές και προφυλακτικές ιδιότητες. Το δέσιμό του, εξασφαλίζει την κατοχή
του αγαπημένου προσώπου και το λύσιμό του, κάνει πιο εύκολο τον τοκετό. Κυρίως
όμως ο κόμβος δεσμεύει και υποτάσσει το δαιμονικό στοιχείο.
γ) Η ασπίδα : μαγική και
προφυλακτική σημασία πήραν από την ίδια τη φύση τους και ορισμένα αμυντικά
όπλα, όπως η μεγάλη οκτώσχημη ασπίδα που κατασκευάζεται από δέρμα ταύρου, και
το κράνος. Ίσως τα όπλα αυτά σχετίζονται και με την πολεμική υπόσταση της θεάς.
δ) Ο σταυρός : ο σταυρός,
θρησκευτικό σύμβολο της μινωικής θρησκείας, αποτελεί απομίμηση του αστρικού
σταυρικού σχήματος και δεν έχει καμία σχέση με το χριστιανικό σταυρό.
ε) Ο διπλός πέλεκυς : από βασικό
εργαλείο καθημερινής χρήσης και όπλο, ο διπλός πέλεκυς έγινε σύμβολο
υπερφυσικής δύναμης όχι μόνο στην Κρήτη, αλλά και στη Μικρά Ασία και σε άλλες
περιοχές. Ίσως σχετίστηκε με τον κεραυνό που χτυπάει και ρίχνει τα ψηλά δέντρα
στις θύελλες ή με τον ιερό ταύρο που τον θυσίαζαν με ένα τέτοιο όπλο. Ο διπλός
πέλεκυς είναι σύμβολο τόσο χαρακτηριστικό και πανταχού παρών. Το
χρησιμοποιούσαν για να βάζουν το οικοδόμημα ή το αντικείμενο κάτω από μια υψηλή
προστασία ή να το προφυλάξουν από βεβήλωση, ακριβώς όπως συμβαίνει με το
σταυρό. Είναι σύμβολο της καθαγίασης και της μύησης και συμβολίζει επομένως την
ψυχή που οδεύει για τη θέωση και την ολοκλήρωση.
στ) Δεντρολατρεία : πολλά ιερά
αντικείμενα συμβολίζουν τη θεότητα στη μινωική εποχή. Εκτός από άλλα, σημαντική
θέση είχαν τα ιερά δέντρα και ιδιαίτερα η ελιά.
Η δεντρολατρεία φαίνεται θα αποτελούσε θρησκευτική
τάση τοτεμικής εποχής - το τοτέμ θα μπορούσε να είναι ζώο ή φυτό. Από τα πολλά
δέντρα η ελιά συγκέντρωσε ίσως τα πιο πολλά προσόντα για να θεωρείται τόσο στη
μινωική Κρήτη, όσο και στην Ηπειρωτική Ελλάδα, δέντρο ιερό.
Πρώτα - πρώτα ο πολύτιμος καρπός της ελιάς, ήταν
συνηθισμένη τροφή των αρχαίων. Μετά το λάδι, οπτικά χαρούμενο και τροφικά
απαραίτητο. Το μεταχειρίζονταν σε πολλές περιπτώσεις και το μεταχειρίζονται και
σαν γιατρικό. Με αυτό γίνονταν επαλείψεις και εντριβές.
ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Πέντε και περισσότερο χιλιάδες χρόνια, λοιπόν, πριν
την σημερινή εποχή υπήρχε στην Κρήτη μια μορφή θρησκείας, μια λατρεία θεοτήτων
της Φύσεως, πνευματικού επιπέδου ανώτερη φυσιολατρία. Οι κάτοικοι της Κρήτης
ήταν από τους πρώτους που απέδωσαν στο θείο, σεβασμό και στα Μυστήρια.
Μυστήρια, στα οποία γινόταν χρήση σημείων και συμβόλων και σε αυτά γίνονταν
δεκτοί άνδρες και γυναίκες, που τελούσαν, στους μικρούς τότε σε μέγεθος ναούς
τους, τις ιερουργίες και τις μυήσεις τους.
Αλλά στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει η διάκριση των
κυρίως λεγόμενων Μυστηρίων, δηλαδή των τελετών που κανείς δεν μπορούσε να
μετέχει αν δεν ήταν μεμυημένος κατά τους απαιτούμενους τύπους, από τις
ξεχωριστές εκείνες τελετές, μερικών εορτών, που η επιτέλεσή τους αν και
περιοριζόταν σε ιδιαίτερη τάξη ανθρώπων ή γένους - άνδρες δηλαδή ή γυναίκες -
δεν ήταν όμως απαραίτητο, οι λαμβάνοντες σ’ αυτές μέρος να είναι μεμυημένοι.
Παράδειγμα είναι οι τελετές μερικών εορτών, που
ήταν μέρος της εξωτερικής λατρείας ορισμένων Μυστηρίων, όπως γινόταν στα της
Μητέρας Ρέας, στα Κορυβαντικά της Κρήτης κ.λ.π. Αλλά οι γιορτές αυτές είχαν
χαρακτήρα προπαρασκευαστικό ορισμένων ατόμων, ανδρών ή γυναικών, νέων ή
νεανίδων για μελλοντικές μυήσεις τους στα επίσημα Μυστήρια, όπως γίνεται με
τους λεγόμενους δοκίμους στις περισσότερες θρησκείες αρχαίες και σύγχρονες. Οι
μειούμενοι στα Κρητικά Μυστήρια διδάσκονταν την Ιατρική, την καθαρτική,
την ορχηστρική και τη μουσική τέχνη.
Στην Κρήτη το κύριο μέρος της λατρείας ήταν
αρχικά συγκεντρωμένο στο θηλυκό πρόσωπο της θεότητας, στη Μεγάλη Μητέρα,
τη Ρέα - Γη ή Μα, γιατί αυτή συμβόλιζε την παραγωγική ανανεωτική φροντίδα
της Μητέρας Φύσης. Οι θρησκευτικές τελετές ήταν απόδοση σεβασμού σ’ αυτήν και εκδήλωση
της παρακλήσεως για τη βοήθειά της. Και σ’ αυτές πρωτεύουσα θέση είχαν οι
Ιέρειές της σαν ομόφυλες της Μεγάλης θεάς.
Πολύ αργότερα πήραν μέρος πρωτεύοντες στις τελετές
οι άνδρες, όταν ο βασιλιάς ήταν πλέον και Αρχιερέας και η λατρεία της
«γονιμοποιητικής» δυνάμεως της Φύσεως στη μορφή του νεαρού γιου της Μεγάλης
Μητέρας, του Κρηταγενή Δία και του Ποσειδώνα στη λατρεία του Ταύρου,
κυριάρχησαν στην κρητική θρησκεία.
Η Ρέα, η Μεγάλη πανάρχαια Θεά, η θυγατέρα του
Ουρανού και της Γης, η σύζυγός του Κρόνου και η μητέρα του Κρηταγενή Δία,
λατρευόταν κάτω από το ιερό Δέντρο της στις υψηλές κορυφές των βουνών και των
λόφων, καθώς και στα Ιερά Σπήλαια. Το Ιερό Δέντρο και το Ιερό Σπήλαιο ήταν
σύμβολα της μητρότητας και της ζωής.
Γενικά οι Κρήτες για την τέλεση των θρησκευτικών
τους καθηκόντων προτιμούσαν χώρους απλούς, μακριά από κάθε επίδειξη. Η Μινωική
Θρησκεία, βασισμένη σε βασικά μυστηριακές τελετές, έχει ανάγκη χώρων που
υποβάλλουν το λατρευτή. Έτσι συνεχίζεται η χρήση των σπηλαίων, δημιουργούνται
ειδικοί χώροι μέσα στα ανάκτορα, χρησιμοποιούνται οι κορυφές «ιερών» λόφων
(«ιερά κορυφής»), και στα τελευταία χρόνια υπάρχουν οικιακά ιερά.
Στο Ιερό δέντρο μπροστά και κατά τις τελετές
μερικών εορτών της εξωτερικής λατρείας, γινόταν κυριότερα η προσφορά καρπών και
κρασιού, καθώς και άλλες προσφορές, όπως επίσης και χοροί Ιερειών, Ιερέων και
πιστών.
Η λατρεία γενικά προσφερόταν με πολλούς τρόπους. Ο
πιστός παρουσιαζόταν στο Ιερό ή στην αόρατη θεότητα, όρθιος με το άκρο χέρι
σφιγμένο και υψωμένο στο μέτωπο. Ακολουθούσε έπειτα η συμβολική λατρευτική
πράξη, που εκδηλωνόταν κυρίως με την αναίμακτη προσφορά από καρπούς, νερό και
μέλι ή κρασί και λάδι.
Κατά κανόνα οι τελετές άρχιζαν με την κάθαρση, που
ήταν συνήθως πλύση των χεριών με αγιασμένο νερό, γιατί οι πιστοί έπρεπε να
περάσουν καθαροί προς τον τόπο κατοικίας της θεότητας. Ακολουθούσαν οι
προσφορές και οι αναίμακτες θυσίες, καθώς και χοροί με τους οποίους οι χορευτές
και οι χορεύτριες έρχονταν σε έκσταση για διευκόλυνση της επικοινωνίας με τη
θεότητα.
Από τις γιορτές αυτές σημαντικότερη ήταν Τα
Ταυροκαθάψια : παιγνίδια και αγώνες με ταύρους που γίνονταν την εποχή που
ξαναγεννιέται η φύση και ο άνθρωπος, την άνοιξη.
Η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» 1970, τις
ερμηνεύει ως εξής : «Το αγώνισμα βασίζεται στην ιερότητα του Ταύρου και στη
σημασία του για τις λατρείες της γονιμότητας. Στην Κρήτη ο Ταύρος ταυτιζόταν με
τον Ουρανό και τον Ήλιο, που γονιμοποιούν τη γη με τη ζέστη και τις βροχές, ενώ
το θηλυκό στοιχείο η θεϊκή αγελάδα συσχετιζόταν με τη Σελήνη, που το σχήμα της θυμίζει
κέρατα».
Πιθανόν, λοιπόν γι’ αυτόν το λόγο στις
Κρητομινωικές Ταυροπαιδίες συμμετείχαν γυναίκες, που πρόσθεταν με την παρουσία
τους τη χροιά ερωτικών παιγνιδιών με τον ώριμο και σφριγηλό ταύρο και που μ’
αυτές δηλωνόταν η συμβολική έννοια των τελετουργιών της γονιμότητας.
Ο ταύρος συλλαμβανόταν ζωντανός, χωρίς να πληγωθεί,
με παγίδα από δίχτυ ή τον άρπαζε ξαφνικά ο ασκημένος θηρευτής από τα κέρατα και
τον ακινητοποιούσε με το βάρος του, ως ότου τον δέσουν. Αργότερα αυτή η
δραματική και επικίνδυνη σκηνή επαναλαμβανόταν μέσα στο θεατρικό χώρο της
πολιτείας, για να χαρεί όλο το πλήθος το μοναδικό θέαμα. Το αγώνισμα
πλουτιζόταν με νέα τολμηρά, ακροβατικά στοιχεία. Άντρες και γυναίκες πιάνονταν
από τα κέρατα του ζώου και πηδούσαν με ποικίλες στάσεις επάνω στη ράχη του,
ξαναπέφτοντας ύστερα στη γη.
Ο ταύρος θυσιαζόταν αργότερα, αλλά δε σκοτωνόταν
κατά την ταυρομαχία. Οι αθλητές ήταν άοπλοι και αγωνίζονταν μόνο με το
κορμί τους. Έτσι η κρητική ταυρομαχία μένει ένα ευγενικό και χαριτωμένο
παιγνίδι, σύμφωνα με το χαρακτήρα ολόκληρου του μινωικού πολιτισμού.
Όση ώρα ο Ταυροκαθάπτης βρισκόταν πάνω στον ταύρο
σειόταν και ένιωθε σαν να γίνεται γύρω του σεισμός. Το όλο αγώνισμα δηλαδή ήταν
μια μίμηση του σεισμού, τον οποίον ο ταυροκαθάπτης προσπαθούσε να δαμάσει.
Οι τελετές αυτές ίσως αποσκοπούσαν στην αποτροπή
του σεισμού με μαγικό τρόπο. Γι’ αυτό άλλωστε παρατηρούμε ότι τα ταυροκαθάψια
τελούνταν σε περιοχές που μαστίζονταν από σεισμούς.
Στις μέρες των γιορτών γίνονταν σαν μέρος της
εξωτερικής λατρείας κι άλλοι αγώνες, θεάματα και παιγνίδια κάτω από τα μεγάλα
Ιερά Δέντρα.
Αυτά όμως είχαν σημασία για την εξωτερική λατρεία.
Υπήρχαν όμως και τα Μυστήρια, με μυήσεις προορισμένα για τους λίγους πνευματικά
περισσότερο ικανούς από τους πολλούς.
Τα Μυστήρια στην αρχαία Κρήτη ήταν διαχωρισμένα σε
δυο μεγάλες λατρευτικές κατηγορίες : στα της Μεγάλης Μητέρας Ρέας - Γης και στα
Μυστήρια του Κρηταγενή Ιδαίου Δία, αν και στις δυο αυτές κατηγορίες μυούνταν
γυναίκες και άνδρες.
ΤΑ
ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΤΗΣ
ΜΕΓΑΛΗΣ ΘΕΑΣ ΡΕΑΣ - ΓΗΣ.
Πέντε και περισσότερο χιλιάδες χρόνια, λοιπόν, πριν
την σημερινή εποχή υπήρχε στην Κρήτη μια μορφή θρησκείας, μια λατρεία θεοτήτων
της Φύσεως, πνευματικού επιπέδου ανώτερη φυσιολατρία. Οι κάτοικοι της Κρήτης
ήταν από τους πρώτους που απέδωσαν στο θείο, σεβασμό και στα Μυστήρια.
Μυστήρια, στα οποία γινόταν χρήση σημείων και συμβόλων και σε αυτά γίνονταν
δεκτοί άνδρες και γυναίκες, που τελούσαν, στους μικρούς τότε σε μέγεθος ναούς
τους, τις ιερουργίες και τις μυήσεις τους.
Αλλά στο
σημείο αυτό πρέπει να γίνει η διάκριση των κυρίως λεγόμενων Μυστηρίων, δηλαδή
των τελετών που κανείς δεν μπορούσε να μετέχει αν δεν ήταν μεμυημένος κατά τους
απαιτούμενους τύπους, από τις ξεχωριστές εκείνες τελετές, μερικών εορτών, που η
επιτέλεσή τους αν και περιοριζόταν σε ιδιαίτερη τάξη ανθρώπων ή γένους - άνδρες
δηλαδή ή γυναίκες - δεν ήταν όμως απαραίτητο, οι λαμβάνοντες σ’ αυτές μέρος να
είναι μεμυημένοι.
Παράδειγμα είναι οι τελετές μερικών εορτών, που
ήταν μέρος της εξωτερικής λατρείας ορισμένων Μυστηρίων, όπως γινόταν στα της
Μητέρας Ρέας, στα Κορυβαντικά της Κρήτης κ.λ.π. Αλλά οι γιορτές αυτές είχαν
χαρακτήρα προπαρασκευαστικό ορισμένων ατόμων, ανδρών ή γυναικών, νέων ή
νεανίδων για μελλοντικές μυήσεις τους στα επίσημα Μυστήρια, όπως γίνεται με
τους λεγόμενους δοκίμους στις περισσότερες θρησκείες αρχαίες και σύγχρονες. Οι
μειούμενοι στα Κρητικά Μυστήρια διδάσκονταν την Ιατρική, την καθαρτική,
την ορχηστρική και τη μουσική τέχνη.
Στην Κρήτη το κύριο μέρος της λατρείας ήταν
αρχικά συγκεντρωμένο στο θηλυκό πρόσωπο της θεότητας, στη Μεγάλη Μητέρα,
τη Ρέα - Γη ή Μα, γιατί αυτή συμβόλιζε την παραγωγική ανανεωτική φροντίδα
της Μητέρας Φύσης. Οι θρησκευτικές τελετές ήταν απόδοση σεβασμού σ’ αυτήν και
εκδήλωση της παρακλήσεως για τη βοήθειά της. Και σ’ αυτές πρωτεύουσα θέση είχαν
οι Ιέρειές της σαν ομόφυλες της Μεγάλης θεάς.
Πολύ αργότερα πήραν μέρος πρωτεύοντες στις τελετές
οι άνδρες, όταν ο βασιλιάς ήταν πλέον και Αρχιερέας και η λατρεία της
«γονιμοποιητικής» δυνάμεως της Φύσεως στη μορφή του νεαρού γιου της Μεγάλης
Μητέρας, του Κρηταγενή Δία και του Ποσειδώνα στη λατρεία του Ταύρου,
κυριάρχησαν στην κρητική θρησκεία.
Η Ρέα, η Μεγάλη πανάρχαια Θεά, η θυγατέρα του
Ουρανού και της Γης, η σύζυγός του Κρόνου και η μητέρα του Κρηταγενή Δία,
λατρευόταν κάτω από το ιερό Δέντρο της στις υψηλές κορυφές των βουνών και των
λόφων, καθώς και στα Ιερά Σπήλαια. Το Ιερό Δέντρο και το Ιερό Σπήλαιο ήταν
σύμβολα της μητρότητας και της ζωής.
Γενικά οι Κρήτες για την τέλεση των θρησκευτικών
τους καθηκόντων προτιμούσαν χώρους απλούς, μακριά από κάθε επίδειξη. Η Μινωική
Θρησκεία, βασισμένη σε βασικά μυστηριακές τελετές, έχει ανάγκη χώρων που
υποβάλλουν το λατρευτή. Έτσι συνεχίζεται η χρήση των σπηλαίων, δημιουργούνται
ειδικοί χώροι μέσα στα ανάκτορα, χρησιμοποιούνται οι κορυφές «ιερών» λόφων
(«ιερά κορυφής»), και στα τελευταία χρόνια υπάρχουν οικιακά ιερά.
Στο Ιερό δέντρο μπροστά και κατά τις τελετές
μερικών εορτών της εξωτερικής λατρείας, γινόταν κυριότερα η προσφορά καρπών και
κρασιού, καθώς και άλλες προσφορές, όπως επίσης και χοροί Ιερειών, Ιερέων και
πιστών.
Η λατρεία γενικά προσφερόταν με πολλούς τρόπους. Ο
πιστός παρουσιαζόταν στο Ιερό ή στην αόρατη θεότητα, όρθιος με το άκρο χέρι
σφιγμένο και υψωμένο στο μέτωπο. Ακολουθούσε έπειτα η συμβολική λατρευτική
πράξη, που εκδηλωνόταν κυρίως με την αναίμακτη προσφορά από καρπούς, νερό και
μέλι ή κρασί και λάδι.
Κατά κανόνα οι τελετές άρχιζαν με την κάθαρση, που
ήταν συνήθως πλύση των χεριών με αγιασμένο νερό, γιατί οι πιστοί έπρεπε να
περάσουν καθαροί προς τον τόπο κατοικίας της θεότητας. Ακολουθούσαν οι προσφορές
και οι αναίμακτες θυσίες, καθώς και χοροί με τους οποίους οι χορευτές και οι
χορεύτριες έρχονταν σε έκσταση για διευκόλυνση της επικοινωνίας με τη θεότητα.
Από τις γιορτές αυτές σημαντικότερη ήταν Τα
Ταυροκαθάψια : παιγνίδια και αγώνες με ταύρους που γίνονταν την εποχή που
ξαναγεννιέται η φύση και ο άνθρωπος, την άνοιξη.
Η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» 1970, τις
ερμηνεύει ως εξής : «Το αγώνισμα βασίζεται στην ιερότητα του Ταύρου και στη
σημασία του για τις λατρείες της γονιμότητας. Στην Κρήτη ο Ταύρος ταυτιζόταν με
τον Ουρανό και τον Ήλιο, που γονιμοποιούν τη γη με τη ζέστη και τις βροχές, ενώ
το θηλυκό στοιχείο η θεϊκή αγελάδα συσχετιζόταν με τη Σελήνη, που το σχήμα της
θυμίζει κέρατα».
Πιθανόν, λοιπόν γι’ αυτόν το λόγο στις
Κρητομινωικές Ταυροπαιδίες συμμετείχαν γυναίκες, που πρόσθεταν με την παρουσία
τους τη χροιά ερωτικών παιγνιδιών με τον ώριμο και σφριγηλό ταύρο και που μ’
αυτές δηλωνόταν η συμβολική έννοια των τελετουργιών της γονιμότητας.
Ο ταύρος συλλαμβανόταν ζωντανός, χωρίς να πληγωθεί,
με παγίδα από δίχτυ ή τον άρπαζε ξαφνικά ο ασκημένος θηρευτής από τα κέρατα και
τον ακινητοποιούσε με το βάρος του, ως ότου τον δέσουν. Αργότερα αυτή η
δραματική και επικίνδυνη σκηνή επαναλαμβανόταν μέσα στο θεατρικό χώρο της
πολιτείας, για να χαρεί όλο το πλήθος το μοναδικό θέαμα. Το αγώνισμα
πλουτιζόταν με νέα τολμηρά, ακροβατικά στοιχεία. Άντρες και γυναίκες πιάνονταν
από τα κέρατα του ζώου και πηδούσαν με ποικίλες στάσεις επάνω στη ράχη του,
ξαναπέφτοντας ύστερα στη γη.
Ο ταύρος θυσιαζόταν αργότερα, αλλά δε σκοτωνόταν
κατά την ταυρομαχία. Οι αθλητές ήταν άοπλοι και αγωνίζονταν μόνο με το
κορμί τους. Έτσι η κρητική ταυρομαχία μένει ένα ευγενικό και χαριτωμένο
παιγνίδι, σύμφωνα με το χαρακτήρα ολόκληρου του μινωικού πολιτισμού.
Όση ώρα ο Ταυροκαθάπτης βρισκόταν πάνω στον ταύρο
σειόταν και ένιωθε σαν να γίνεται γύρω του σεισμός. Το όλο αγώνισμα δηλαδή ήταν
μια μίμηση του σεισμού, τον οποίον ο ταυροκαθάπτης προσπαθούσε να δαμάσει.
Οι τελετές αυτές ίσως αποσκοπούσαν στην αποτροπή
του σεισμού με μαγικό τρόπο. Γι’ αυτό άλλωστε παρατηρούμε ότι τα ταυροκαθάψια
τελούνταν σε περιοχές που μαστίζονταν από σεισμούς.
Στις μέρες των γιορτών γίνονταν σαν μέρος της
εξωτερικής λατρείας κι άλλοι αγώνες, θεάματα και παιγνίδια κάτω από τα μεγάλα
Ιερά Δέντρα.
Αυτά όμως είχαν σημασία για την εξωτερική λατρεία.
Υπήρχαν όμως και τα Μυστήρια, με μυήσεις προορισμένα για τους λίγους πνευματικά
περισσότερο ικανούς από τους πολλούς.
Τα Μυστήρια στην αρχαία Κρήτη ήταν διαχωρισμένα σε
δυο μεγάλες λατρευτικές κατηγορίες : στα της Μεγάλης Μητέρας Ρέας - Γης και στα
Μυστήρια του Κρηταγενή Ιδαίου Δία, αν και στις δυο αυτές κατηγορίες μυούνταν
γυναίκες και άνδρες.
ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΘΕΑΣ ΡΕΑΣ - ΓΗΣ.
Στα μυστήρια αυτά έπαιρναν μέρος οι Κουρήτες, ιερείς που διακρίνονταν για τη σοφία τους. Τα μυστήρια αυτά είχαν κάποια ομοιότητα με τα Ελευσίνια μυστήρια. Τον μειούμενο τον οδηγούσαν μέσα σ’ ένα σπήλαιο όπου έμενε έγκλειστος για διάστημα 27 συνολικά μέρες.
Αφιερωμένα στην παραγωγική δύναμη της φύσης, στην ανανεωτική δηλαδή φροντίδα της με την χαρακτηριστική ιδιότητά της τη ζωή, είχαν σ’ αυτά καθώς είναι επόμενο, οι γυναίκες αρχικά την προτεραιότητα στις μυήσεις και στις τελετές. Τα Μυστήρια της Μεγάλης Μητέρας ήταν διαχωρισμένα σε Μεγάλα και Μικρά. Στα Μικρά έπρεπε να προπαρασκευαστούν οι νέες γυναίκες για να καταστούν καθαρές και αγνές σωματικά και ψυχικά και να προχωρήσουν κατόπιν στα Μεγάλα Μυστήρια.
Στα Μικρά Μυστήρια διδάσκονταν οι παραδόσεις γύρω από τους Θεούς και τους ήρωες και η ερμηνεία των συμβολισμών της κυριαρχίας της Μεγάλης Μητέρας, η σχετική πάντοτε με τις φυσικές δυνάμεις και ιδιότητές της, στη γη, στη θάλασσα, στον αέρα και στη φωτιά, που ήταν συμβολικά ο όφις, ο ιχθύς, η περιστερά και ο λέων. Και σ’ αυτά γινόταν και η μύηση της κατασκευής του συμβολικού μίτου της Αριάδνης, που σήμαινε το υφάδι της ζωής ή και την παρθενική ζώνη.
Στα Μεγάλα Μυστήρια λειτουργούσαν βαθμοί μυστικών τελετουργιών προς τη θεά των όφεων, η οποία συμβόλιζε τη Μεγάλη Μητέρα Θεά.
Προκαταρτικοί της τελικής μυστηριακής ιερουργίας ήταν οι ιεροί χοροί. Αλλά εκτός από αυτούς γινόταν ακόμη συμβολικές λιτανείες ιερειών και ιερέων, μυστικές συνεστιάσεις, λατρευτικές προσφορές και θυσίες μέσα σε σπονδικές φιάλες και ρυτά, που προσφέρονταν στο Ιερό Δέντρο και στη Στήλη του Διπλού Πέλεκυ.
Ο Διπλός Πέλεκυς βρισκόταν πάντοτε στημένος στο κέντρο του ιερού, είτε Ιερό Σπήλαιο ήταν αυτό ή Ναός, είτε Λαβύρινθος ή Αίθουσα του Θρόνου, ναού της λατρείας στα Μινωικά ανάκτορα, για να φανερώνει την ιερότητα και το «άβατο» του μέρους αυτού.
Η μυστική ιερουργία των Μεγάλων Μυστηρίων της Μητέρας Θεάς, ήταν μια τεχνική επικοινωνίας και επαφής με τη Μεγάλη Θεά, για να δέχονται οι μεμυημένες στα Μυστήριά της, γυναίκες, τη Θεία Δωρεά της απ’ ευθείας από τη Μητέρα Ρέα.
Στα Κρητικά Μυστήρια γενικά, η λειτουργική αυτή τέχνη λεγόταν «ιεροπραξία» για να ξεχωρίζει από τις άλλες ιερουργίες τους. Και το Ιερό Δέντρο το συνδεδεμένο με τη λατρεία της Θεάς Μητέρας, κάτω από το οποίο βρισκόταν ο ναός της, ήταν δρυς στις κορυφές των ορέων και η ελιά στα χαμηλότερα μέρη.
Το δέντρο ως σύμβολο συμβόλιζε τη μητέρα που προσφέρει τον καρπό της ζωής.
Το σημαντικότερο μέρος της ιεροπραξίας των Μεγάλων Μυστηρίων, με τις ενωμένες δυνάμεις της Θεάς Μητέρας και του Θείου συντρόφου της σε μια ιερή ένωση, ήταν η απόκτηση από τους μύστες του χρυσού Διπλού Πέλεκυ.
Σύμβολο της πνευματικής αθανασίας και της σοφίας του Ιερού αυτού ζεύγους και σύμβολο της ενωμένης δύναμής τους επάνω στη γη, βρισκόταν πάντοτε στημένος στο κέντρο των ιερών σπηλαίων, στο κέντρο επίσης των Λαβυρίνθων ή της Αίθουσας του θρόνου. Και στους εσωτερικούς βαθμούς όλων των τάξεων των κρητικών μυστηρίων, είχε την ίδια σημασία με τη Θεά των όφεων, δηλαδή τη σημασία της συμβολικής και ουσιαστικής συνισταμένης στην πνευματική δημιουργική ένωση των δυο δυνάμεων της Φύσεως, της παραγωγικής και της γονιμοποιού.
Και αυτά γιατί οι μύστες της Κρητομινωικής θρησκείας, γνώριζαν τους πνευματικούς νόμους, γνώριζαν ότι τίποτα δε μπορεί να κατορθωθεί για την πνευματική αναγέννηση και την πνευματική απελευθέρωση των ανθρώπων, χωρίς τη διπλή ιερή ένωση, με τις ενωμένες δυνάμεις της στον καρπό τους, στον θεό δηλαδή του πνευματικού φωτός, που προσφέρεται σαν Θεία Δωρεά για έναν τέτοιο σκοπό.
ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΤΟΥ ΚΡΗΤΑΓΕΝΗ ΙΔΑΙΟΥ ΔΙΑ.
Το Ιερό Δέντρο και το Ιερό Σπήλαιο το διαδέχεται στις ιερουργίες, η λατρεία του Ιερού Λαβύρινθου με τον μέσα σ’ αυτόν Μινώταυρο. Του Λαβύρινθου, συμβολισμού καθολοκληρίαν όμοιου με τα δύο πρώτα ιερά αυτά σύμβολα της μητρικής λατρείας, αλλά που τονίζει όμως περισσότερο τον γονιμοποιό αρσενικό τύπο, με την παρουσία του Μινώταυρου μέσα σ’ αυτόν. Δίνει έτσι την προτεραιότητα στις ιεροτελεστίες στη γονιμοποιό δύναμη της Φύσεως με τον αρσενικό τούτον τύπο, χωρίς να παραμερίζει, την απαραίτητη άλλωστε αναπαραγωγό δύναμή της, που συμβολίζει την Ιερή Μητέρα.
Στου Κρηταγενή Ιδαίου Δία τα μυστήρια, λειτουργούσαν σε πρώτη τάξη τα Μυστήρια των ιδαίων Δακτύλων ή τα Κορυβαντικά. Τα Κορυβαντικά χαρακτήριζαν οι εξωτερικές τους τελετές στις οποίες έπαιρναν μέρος όλοι οι μεμυημένοι των πρώτων βαθμών, που παρασκευάζονταν για τις ανώτερες μυήσεις. Και αυτό γιατί λειτουργούσε και άλλη τάξη των ίδιων Μυστηρίων του Ιδαίου Δία, Τα Λαβυρινθικά ή του Ιερού Διπλού Πέλεκυ.
Στην τάξη αυτή, στις ιεροπραξίες της πρωτοστατούσαν οι άνδρες ιερείς του Θεού Δία, όπως στα Μυστήρια της Μεγάλης Μητέρας Ρέας - Γης, πρωτοστατούσαν οι ιέρειές της, αν και όπως προαναφέρθηκε και στις δυο περιπτώσεις έπαιρναν μέρος γυναίκες και άνδρες.
Κατά τις μινωικές παραδόσεις, οι Ιδαίοι Δάκτυλοι, οι Κορύβαντες και οι Κουρήτες, ήταν οι συνοδοί της Ρέας στο νησί της Κρήτης και οι προστάτες του νεαρού κούρου της Δία, γιατί αυτοί τον ανέθρεψαν και τον προστάτεψαν από νεογέννητο ακόμη.
ΤΑ ΚΟΡΥΒΑΝΤΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ.
Στα Κορυβαντικά Μυστήρια λειτουργούσαν καθώς συμπεραίνουν οι ερευνητές, βαθμοί μυήσεων προπαρασκευαστικοί για τις ανώτερες μυήσεις, που γίνονταν όταν ο μειούμενος ύστερα από τις τελετουργικές δοκιμασίες κρινόταν άξιος. Η προπαρασκευή άρχιζε με μια τελετή όμοια με υιοθεσία, συμβολικό καθαρμό με νερό και προκαταρτική διδασκαλία των νεοφώτιστων.
Ακολουθούσαν τα αγωνίσματα δοκιμασίες της αξιότητάς του, όπως ήταν τα Ταυροκαθάψια και η μύηση σε κάποιο βαθμό με το λεγόμενο «Κορυβαντισμό», κάθαρση δηλαδή και αγιασμό με κορυβαντικές ιερουργίες και τελετές που κατά κάποιον τρόπο γιάτρευαν τους μειούμενους από του παλιού εαυτού τους τα πάθη.
Οι νικητές στα Ταυροκαθάψια, σχημάτιζαν τον λεγόμενο «Ταυρελάτη χορό ανδρών» και έψελναν τον νικητή παιάνα στον Κρητικό Απόλλωνα, τον προστάτη και αρχηγό τους, γιατί κατά τον μύθο, όσοι λάβαιναν μέρος ήταν παιδιά του.
Στους νικητές των Ταυροπαιδιών νέους και νέες, γινόταν έπειτα η ανάλογη διδασκαλία για την κατανόηση της μεγάλης σημασίας που είχε η σωστή ερμηνεία των συμβόλων και της ψυχοπνευματικής βοήθειας που μελλοντικά θα προσφερόταν σ’ αυτούς τους μεμυημένους στους πρώτους βαθμούς. Άλλωστε αυτό ήταν και το κυριότερο στάδιο της προπαρασκευής, το οποίο αναλάβαιναν οι ιερείς του Διός Κορύβαντες και οι Κορυβαντίδες ιέρειες της Ρέας και που την τελούσαν μέσα στο ναό ή το Τέμενός τους, στο Κορυβάντιο.
Τελικά, μέρος της μυητικής τελετής μετά τις Ταυροπαιδίες, ήταν και η πυρρίχη, ο ένοπλος ενθουσιαστικός χορός, με τη θορυβώδικη μουσική και την ορμητική κίνηση, που έφερνε τους χορευτές σε ενθουσιαστική έκσταση, τους έκανε δηλαδή σαν «μαινόμενους». Κατά τον Πλίνιο, με την πυρρίχη, έπεφταν σε ύπνωση με ανοιχτά τα μάτια.
Ο χορός ήταν και θα είναι πάντοτε βασικό μέρος κάθε τελετής ή γιορτής από την πρωτόγονη ανθρωπότητα μέχρι σήμερα, είτε εκδήλωση θρησκευτικού αισθήματος ήταν, είτε χορός χαράς, πανηγύρεων ή και χορός προκλήσεως των αόρατων δυνάμεων. Οι πυρρίχιοι των Κουρητών - Κορυβάντων στην Κρήτη, τελούμενοι προς τιμή του Δία, ήταν τόσο αρχαίοι, όσο και κάθε άλλος χορός που γινόταν προς τιμή του Απόλλωνα.
Η επιτυχία, τέλος της μυητικής κορυβαντικής ιερουργίας και τελετής των Κορυβαντικών Μυστηρίων σε σύνολο, ήταν να αξιωθούν οι μυηθέντες να γίνουν «Κουρήτες», δηλαδή οι νεοφώτιστοι να γίνουν φωτισμένοι μύστες του Ιδαίου Δία. Να γίνουν κατά συνέπεια άξιοι για την εισδοχή τους σε ανώτερο βαθμό, στο βαθμό των «Βάκχων - Ιερέων», που τους έδινε το δικαίωμα έπειτα της εισόδου στην τάξη των Λαβυρινθικών Μυστηρίων.
Τούτο όμως για να γίνει έπρεπε ύστερα από τον ιερό χορό και την αναγνώριση της αξιοσύνης τους μετά την ολοκλήρωση της μυητικής τελετής, να ακολουθήσει η θεία Μετάληψη «της σάρκας και του αίματος» του Διόνυσου Ζαγρέα.
Έπειτα από αυτά, γινόταν φανερό το πόσο αληθινά οι αρχαίοι Κουρήτες γνώριζαν τα μυστήρια της Φύσεως και τα πνευματικά μέσα της επικοινωνίας με τη θεότητα. Γιατί εκτός της εξαγνιστικής για την ψυχή τους ακρεωφαγίας, γνώριζαν ότι για να εξιγιασθούν τελειωτικά αποκτώντας τον βαθμό των ιερέων, έπρεπε να περάσουν πρώτα από το επίσης εξαγνιστικό στάδιο του αγνού βίου, που το συμπληρώνει το στάδιο της μυήσεως με την μετάληψη του «αίματος και της σάρκας» του Ζαγρέα Διόνυσου.
Την ανακήρυξη των μεμυημένων στα Κορυβαντικά ως ιερέων - βάκχων, ακολουθούσε η τελετή της Θρονώσεως ή του Θρονισμού, που περιγράφεται στα «Ορφικά», στο κεφάλαιο Θρονισμοί Μητρώοι και Βακχικά : «Το ίδιο το οποίον οι στην τελετήν των Κορυβάντων κάμνουν γύρω από εκείνον για τον οποίον μέλλουν να τελέσουν την θρόνωση καθώς συνηθίζουν στον καλούμενον Θρονισμόν, που αφού καθίσουν τους μειούμενους οι κάμνοντες την τελετήν, σε κύκλο γύρω χορεύουν». Το μέρος τούτο της τελετής λεγόταν Θρόνωση ή Θρονισμός.
Τα Κορυβαντικά κατά συνέπεια σαν πρώτη τάξη των Μυστηρίων του Ιδαίου Δία, είχαν το σκοπό της προπαρασκευής των νεαρών μεμυημένων για την ανώτερη τάξη, με την επαφή τους με τις θεϊκές δυνάμεις και της προσφοράς σ’ αυτούς της θείας Δωρεάς με τη μετάληψη του πνευματικού φωτός και την καθιέρωσή τους στο βαθμό των ιερέων του θεού Δία.
Στην Κρητομινωική θρησκεία, πέρα από αυτές τις θεϊκές δυνάμεις, δέχονταν ότι δεν υπήρχαν αποθέματα άλλων πολύ μεγαλύτερων δυνάμεων για τους μεμυημένους των Κορυβαντικών. Γιατί καθώς πίστευαν, αυτές τους οδηγούσαν στη μελλοντική πνευματική τους τελειοποίηση στους ανώτερους βαθμούς της άλλης τάξεως, δηλαδή της τάξεως των Λαβυρινθικών Μυστηρίων και στην μέσα σ΄ αυτά τέλεια ένωσή τους με το Θεό, στη λεγόμενη πνευματική ευδαιμονία.
ΤΑ ΛΑΒΥΡΙΝΘΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ.
Συναφή με την τάξη των Κορυβαντικών Μυστηρίων, ήταν τα Λαβυρινθικά, σαν δεύτερη τάξη των Κρητικών Μυστηρίων του Ιδαίου Δία.
Σ’ αυτά οι μυήσεις ήταν προορισμένες για τους λίγους δοκιμασμένους, εκείνους που είχαν περάσει από την τελευταία μύηση των Κορυβαντικών, εκείνους δηλαδή που είχαν γίνει βάκχοι - ιερείς και είχαν υποστεί τη λεγόμενη Θρόνωση ή Θρονισμό. Καθώς ήταν επόμενο, στις ιεροπραξίες τους λάβαιναν μέρος μόνο ιερείς του Θεού Δία και της Μεγάλης Μητέρας Ρέας - Γης.
Οι ιεροπραξίες που γίνονταν σ’ αυτά είχαν τον ίδιο σκοπό και την ίδια Τεχνική με τις ιεροπραξίες της εσωτερικής λατρείας της Μεγάλης Μητέρας. Αλλά η πρωτοστασία του αρσενικού τύπου στην τέλεσή τους, δηλαδή η πρωτοστασία των ιερέων του Δία ήταν φανερή γιατί πρωτοστατούσε το ηλιακό στοιχείο της γονιμότητας, που συμβολιζόταν με τον Ηλιακό Ταύρο.
Βαθμοί μυήσεως στα Λαβυρινθικά που θεωρούνται και εσωτερικοί βαθμοί των Κρητικών Μυστηρίων του Ιδαίου Δία, ήταν : ο Λαβυρινθικός Χορός, ο του ιερού Γάμου ή του Ιερού Διπλού Πέλεκυ και ο Βαθμός των Ιεροφάντων μυσταγωγών.
Ο Λαβύρινθος ήταν κυρίως μεγάλο πολύπλοκο υπόγειο σπήλαιο με πολλές και καμπυλωτές διόδους. Οι Λαβύρινθοι είναι οι τόποι χορού που συνδέονται με έναν χορό Λαβυρινθικού Τύπου. Στους χορευτικούς λαβύρινθους ξεχωρίζει πάντα μια γυναικεία μορφή, που πρέπει να κατακτήσει ο Κορυφαίος του χορού. Η κατάκτησή της επομένως είναι ένας ιερός Γάμος, μια ιερή ένωση του νικητή, του Ιερέα με τη Θεά του - βασίλισσα που στην προκειμένη περίπτωση του Κρητομινωικού Λαβύρινθου είναι η Αριάδνη.
Γιατί στην Αριάδνη, στη θυγατέρα του Μίνωα και της Πασιφάης, που ήταν πολύ στενά συνδεδεμένη με το Διόνυσο από την αρχή, για να γίνει σύζυγός του έπειτα, στη μεγάλη τούτη θεά, ανήκαν στα πανάρχαια χρόνια οι Λαβυρινθικοί χοροί της Κρήτης και των άλλων κέντρων της λατρείας της.
Ο νικητής, κορυφαίος του ανδρικού χορού αναδεικνύεται σύντροφος της κορυφαίας του γυναικείου, της χρονιάς εκείνης.
Ιερός Γάμος επομένως είναι ο βαθμός εκείνος της μυητικής ιερουργίας των Λαβυρινθικών που προσφέρει στους Μύστες της τη θεία Δωρεά, τις ενωμένες δηλαδή δυνάμεις του ζεύγους των Μεγάλων Θεών, στη μορφή του Διόνυσου Ελευθερέα, που είναι σε ανώτερη μυσταγωγική βαθμίδα η μεταμόρφωση του Ζαγρέα των Κορυβαντικών.
Η θεία αυτή Χάρη, η κάθοδος της ενωμένης πνευματικής δύναμης του ζεύγους των Μεγάλων θεών, που προσφέρεται με τη νέα μορφή του Διόνυσου των Λαβυρινθικών, είναι το αίμα και η σάρκα του θυσιαζόμενου Ιερού Ταύρου, του Μινώταυρου, για να αναστηθεί με τη συμπαράσταση της Αριάδνης, στη νέα μορφή του αγωνιστή κορυφαίου. Για να αναστηθεί δηλαδή στον νέο Ιεροφάντη Μυσταγωγό, στο γήινο αντιπρόσωπο της θεότητας, στον Ιερέα - Βασιλιά, τον ιερό δηλαδή Κρητικό Ταύρο. Σύμβολό του τότε γίνεται ο Χρυσός Διπλός Πέλεκυς - Ιερή ποιμαντορική Ράβδος - λάφυρο της νίκης του, ιερό φυλακτό του, που κέρδισε στη λαβυρινθική δοκιμασία.
Στα χρόνια της ακμής του Μινωικού πολιτισμού οι πιστοί παραδέχονταν ότι και άνθρωποι ικανοί και ανώτεροι μπορούσαν να ενσαρκώσουν παροδικά ή να δέχονται τη θεότητα. Κάτι παρόμοιο που κι εμείς σήμερα το λέμε Θεοφάνια, επικοινωνία πνευματική, έμπνευση και θεία χάρη δοσμένη από το Θεό.
Η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» αναφέρει ότι η βασίλισσα καθισμένη στον σκαλιστό αλαβάστρινο θρόνο της στο ανάκτορο της Κνωσού, παρίστανε τη Θεά και μετείχε στην τελετουργία. Υπήρχαν όμως και οραματικά Θεοφάνια. Ιερείς και Ιέρειες, πέφτοντας σε έκσταση με ένα οργιαστικό χορό, έβλεπαν τη Θεά να κατεβαίνει για μια στιγμή κοντά στο μικρό ιερό ή στο βωμό της. Ο μινωικός πολιτισμός αισθανόταν τη θεότητα σαν κάτι μυστηριακό, φευγαλέο και άπιαστο, που μόνο στιγμιαία παρουσιαζόταν με ανθρώπινη μορφή ή με διάφορες μορφές ιερών ζώων.
Στην Κρήτη ο ταύρος ταυτίζεται με τον ουρανό και τον ήλιο, που γονιμοποιούν τη γη με τη ζέστη και τις βροχές, ενώ το θηλυκό στοιχείο, η θεϊκή αγελάδα, συσχετίζεται με τη Σελήνη, που το σχήμα της θυμίζει τα κέρατα. Έτσι ο γάμος του ταύρου με την αγελάδα είναι μαζί γάμος του ήλιου και του φεγγαριού. Αργότερα τα πρόσωπα του ιερού αυτού γάμου τα υποδύεται ο βασιλιάς και η βασίλισσα της Κνωσού, που το όνομα της Πασιφάης, δηλαδή ολόφωτη, δείχνει ακριβώς τη σχέση της βασίλισσας - Θεάς με τη Σελήνη. Ο γιος της ο Μινώταυρος, άνθρωπος με κεφάλι ταύρου, λέγεται και Αστερίων, γιατί και αυτός όπως και ο πατέρας του, ταυτίζεται με τον έναστρο ουρανό.
Αυτός λοιπόν ο Μινώταυρος μυθεύεται ότι φονεύεται από το νικητή της Λαβυρινθικής ιερουργίας. Η θυσία ή ο φόνος του Ταύρου, συμβόλιζε τη σκοπιμότητα της ιεροπραξίας των Λαβυρινθικών για την αναγέννηση από το αίμα του, του νέου Ιεροφάντη μυσταγωγού. Η θυσία του ταύρου όμως και ξεχωριστά η θυσία του Μινώταυρου και το «ταυρείο αίμα» του, που προσφερόταν ως θεία δωρεά στους ιερείς και ιέρειες των Λαβυρινθικών, για να αναστηθεί από τον πιο άξιο ο νέος Ιεροφάντης, είναι κάτι συμβολικό που δύσκολα μπορούσε να ερμηνευθεί από τους αμύητους. Γιατί όπως και στα «Λιθικά» του Ορφέα, που καθώς φαίνεται είναι βαθμοί μυστηριακών μυήσεων, η «αναίμακτη θυσία» ήταν καθιερωμένη από τους μεγάλους μυσταγωγούς, έτσι και στην Κρητομινωική πανάρχαια λατρεία η αναίμακτη προσφορά ήταν το ίδιο καθιερωμένη και κατά συνέπεια η αιματηρή θυσία ήταν συμβολική.
Η προσφορά λοιπόν του Ζαγρέα Διόνυσου στα Κορυβαντικά και η θυσία του Μινώταυρου - Ιερού Ταύρου Διονύσου στα Λαβυρινθικά, ήταν η θεία Δωρεά - κάθοδος της πνευματικής δύναμης, του συμβολικού ταυρείου αίματος, που αφού πέρασε από διάφορα στάδια και στα άλλα ελληνικά Μυστήρια των ιστορικών χρόνων, όπως και στα Μιθραϊκά των Περσών κ.λ.π. πέρασε και στα Χριστιανικά στους μετέπειτα αιώνες. Έγινε δηλαδή το «Αίμα και η Σάρκα του Χριστού», θεία δωρεά επίσης για την ψυχοπνευματική ανάσταση των ανθρώπων της Χριστιανικής θρησκείας.
ΜΥΗΣΗ
Όταν ο Πυθαγόρας πήγε στην Κρήτη για να μυηθεί, λέει ο Πορφύριος, στα Μυστήρια, έκανε καθαρμούς στην παραλία της Κρήτης αφού νήστεψε εννιά μέρες και έπειτα πήγε στο Ιδαίο Άντρο όπου γινόταν η μύηση. Αν σταθούμε στη μύηση του Πυθαγόρα, οπωσδήποτε οι υποψήφιοι έπρεπε προηγουμένως να καθαρθούν στη θάλασσα και να νηστέψουν εννιά μέρες. Επίσης η μύηση γινόταν στο Ιδαίο Άντρο.
Για το πως γινόταν η μύηση εκείνα τα χρόνια δεν γνωρίζουμε απολύτως τίποτα. Και όσα γράφονται αποτελούν εικασίες που στηρίζονται σε αυθαίρετες και ατελείς πληροφορίες των αρχαίων και μάλιστα Αττικών συγγραφέων τους οποίους ρητώς κατακρίνει ο Πλάτωνας για τις μεροληπτικές για τους Κρήτες γνώμες και κρίσεις τους.
Μερικοί πιστεύουν ότι το ανάκτορο της Κνωσού ήταν ναός και ότι εκεί τελούνταν τα Μυστήρια. Τη γνώμη τους τη στηρίζουν στο γεγονός ότι μέσα στο ανάκτορο της Κνωσού βρέθηκε ένας μικρός βωμός και πάνω του βρέθηκαν θρησκευτικά σύμβολα.
Κεντρικά στοιχεία των μυητικών τελετών είναι ο πλασματικός θάνατος και η πλασματική αναβίωση του μύστη, που πεθαίνει στην παλιά του κατάσταση και ανασταίνεται σε μια υψηλότερη σφαίρα.
Επίσης το πολύ διαδεδομένο έθιμο στην Κρήτη, ως την ελληνιστική εποχή ήταν ότι τα αγόρια και τα κορίτσια από ελεύθερους γονείς, όποια κι αν ήταν η ειδικότητά τους, υποβάλλονταν στο σύστημα της ομαδικής μυήσεως, που αντικαθιστούσε την εκπαίδευση, τον εξαγνισμό, τη δοκιμασία και την τελειοποίηση. Εμπιστεύονταν τα παιδιά όταν πλησίαζαν να γίνουν έφηβοι, σε ηλικιωμένους παιδαγωγούς που τα συγκέντρωναν σε ομάδες ή αδερφάτα : γνωρίζουμε τα ονόματα των Μελισσών, των Άρκτων, των Δακτύλων, των Κουρητών, των Κυκλώπων. Αυτοί ήταν οι σύντροφοι και μύστες του υπέρτατου θεού της Ίδης.
Τα διδασκαλεία όπου γινόταν η μύηση ήταν ανάλογα με τις περιοχές, για βοσκούς, σιδηρουργούς, χτίστες, αγγειοπλάστες, κυνηγούς, μάντεις. Σκοπός τους ήταν να μεταμορφώσουν το ατελές αυτό πλάσμα, το παιδί, σε τέλειο ον, αυτή την χωρίς προσωπικότητα, φύλο και πραγματικό όνομα κάμπια, σε ζωντανό μέλος του κοινωνικού συνόλου. Κι έτσι, το έπαιρναν μακριά από το χωριό, από τους γονείς και τα παιγνίδια του, το ανάγκαζαν να κοιμάται σε σκληρό κλινάρι, να μαθαίνει να μηχανεύεται και να κυνηγάει για να ζήσει, να μαθαίνει να κυριαρχεί το φόβο του, καθώς κατέβαινε στις σπηλιές, όπου γινόταν η μύηση και καθώς αντίκριζε «τέρατα» ή προσωπεία, να μαθαίνει, τέλος, τους κανόνες και τα κόλπα του επαγγέλματος. Αγόρια και κορίτσια άλλαζαν ρούχα, φορούσαν προσωπεία, φτιάχνονταν. Εξομοιώνονταν για μια στιγμή με νεκρούς. Μύηση σημαίνει καινούρια απαρχή. Πρέπει να πεθάνει κανείς για να ξαναγεννηθεί.
Έτσι ο νέος - α κατά τη διάρκεια των μυητικών αυτών ιεροτελεστιών πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να αναλάβει τις ευθύνες του - της και να δείξει το θάρρος και την αντοχή του - της. Ο μυούμενος - η «πεθαίνει» για να «ξαναγεννηθεί», αποποιείται την άγνοια και ασκείται στη γνώση, στην ουσία «εκπαιδεύεται». Με τη μύηση οι νέοι καθαίρονται, διδάσκονται και εντάσσονται στη νέα τους κατάσταση.
0 Σχόλια