Ο Ιωάννης Γρυπάρης και το έργο του

Ο Ιωάννης Γρυπάρης και το έργο του





Βιογραφικά στοιχεία για τον ποιητή:
Ο Ιωάννης Γρυπάρης  (1872-1942), ήταν ποιητής, μεταφραστής και φιλόλογος. Καταγόταν από γενιά Σιφναίων εκπαιδευτικών που είχαν στενούς δεσμούς με την Κωνσταντινούπολη, όπου και ο ίδιος Γύγης έζηοε τα παιδικά και τα νεανικά του χρόνια.

Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος και βιβλιοπώλης. Αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή και το 1888 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για να σπουδάσει φιλολογία. Το 1892 η συλλογή του Δειλινά, γραμμένη στη δημοτική απορρίφθηκε από την επιτροπή του Φιλαδέλφειου διαγωνισμού. Την ίδια χρονιά επέστρεψε για πέντε χρόνια στην Πόλη, όπου εργάστηκε ως ελληνοδιδάσκαλος και επιμελήθηκε (μαζί με την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου) της σύνταξης του περιοδικού Φιλολογική Ηχώ του Νίκου Φαληρέα. Στα δύο χρόνια της σύμπραξής του στην Φιλολογική Ηχώ (1896-1897) ο Γρυπάρης πέτυχε συνεργασίες ονομάτων όπως του Παλαμά, του Ψυχάρη, του Εφταλιώτη και άλλων, μετατρέποντας το άλλοτε άσημο περιοδικό σε όργανο των δημοτικιστών. Υπήρξε επίσης συνιδρυτής (από κοινού με τον Κώστα Χατζόπουλο και το Γιάννη Καμπύση) του σημαντικού λογοτεχνικού περιοδικού Η Τέχνη (1898), που υπήρξε πρωτοποριακό σε επίπεδο διεθνούς ενημέρωσης για τη λογοτεχνική κίνηση και άσκησε μεγάλη επίδραση στην ανανέωση του ελληνικού πνευματικού και καλλιτεχνικού τοπίου της εποχής. Το 1897 και ενώ είχε προηγηθεί η σφαγή των Αρμενίων από τις τουρκικές αρχές, ο Γρυπάρης κατέφυγε στην Αθήνα όπου πήρε τελικά το πτυχίο του στη φιλολογία. Από το 1897 και ως το 1911 εργάστηκε ως καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης σε νησιά του Αιγαίου, στην ΄Άμφισσα και το Αίγιο, ενώ το 1911 παντρεύτηκε και έφυγε με υποτροφία στην Ευρώπη (Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία) ως το 1914. Γυμνασιάρχης στο Γύθειο και το Μεσολόγγι (1914-1917), γενικός επιθεωρητής Μέσης Εκπαίδευσης στη Χαλκίδα (1917-1920) τμηματάρχης Γραμμάτων και Τεχνών στο Υπουργείο Παιδείας (από το 1923), συντάκτης του περιοδικού Εικονογραφημένη Ελλάς (1925) και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1930-1936), ο Γρυπάρης ανέπτυξε παράλληλα και λογοτεχνική δραστηριότητα, ποιητική και πεζογραφική. Το μοναδικό ποιητικό έργο του είναι η γραμμένη στη δημοτική συλλογή του Σκαραβαίοι και Τερρακότες (1919), στην οποία συγκέντρωσε ποιήματα που είχε νωρίτερα (1893 - 1909) δημοσιεύσει σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες, και για την οποία τιμήθηκε με το Αριστείο των Γραμμάτων και των Τεχνών. Στα ποιήματα του Γρυπάρη διακρίνονται επιδράσεις από τα ρεύματα του γαλλικού συμβολισμού και του παρνασσισμού. Το πεζό έργο του αποτελείται από χρονογραφήματα, κριτικά σημειώματα , άρθρα και κυρίως μεταφράσεις (όλα τα σωζόμενα έργα του Σοφοκλή και του Αισχύλου, οι Βάκχες του Ευριπίδη, αποσπάσματα των Πλάτωνα, Ομήρου, Βακχυλίδη, Πίνδαρου, Ηροδότου, Κάτουλλου, Οράτιου, καθώς και έργα των Γκαίτε, Σίλλερ, Χάινε, Ζολά, Χάμσουν, Σέλλεϋ και άλλων). Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στις μεταφράσεις του των αρχαίων τραγικών που αποτέλεσαν τη βάση της αναβίωσης του αρχαιοελληνικού δράματος στα πλαίσια των Δελφικών εορτών με την οργάνωση του Άγγελου Σικελιανού και εν συνεχεία από το Εθνικό Θέατρο.
 Ο Γρυπάρης  ήταν  αναμορφωτής, που έδωσε στην ποίηση εκφραστικότητα, πλαστικότητα, μελωδικότητα και υπήρξε στην εποχή του ένας πρωτοπόρος και ανανεωτής.

Αν και υπήρξε από τους πρώτους δημοτικιστές του καιρού του, το ποιητικό του έργο λησμονήθηκε γρήγορα από την κριτική, οι μεταφράσεις του όμως, ειδικότερα των Τραγικών, θα κληροδοτηθούν «κτήμα ες αεί» στη νεοελληνική γραμματολογία.

 Μετά τη μεγάλη φήμη του από την πρώτη και μοναδική,  ποιητική του συλλογή, τους «Σκαραβαίους και Τερρακόττες», αναγκάστηκε να σωπάσει.  
Ζούσε πια με την πίστωση που του έδωσε η υπέροχη αυτή συλλογή και προσπαθούσε στο εξής να γεμίσει τον καιρό του με μεταφράσεις των αρχαίων. 
Ο Γιάννης Χατζίνης, λογοτέχνης, κριτικός και προσωπικός φίλος του ποιητή,  στον πρόλογό του με τίτλο «ο Γρυπάρης από κοντά», γράφει  , πως αιτία της ποιητικής του στειρότητας στάθηκε ο γάμος του.  
Γιατί όσο ζούσε βρισκόταν πάντοτε κάτω από την αμείλικτη κυριαρχία της γυναίκας του.
Η Ρήνα Γρυπάρη δεν θύμωνε ποτέ, δεν εκνευριζόταν, δεν ύψωνε τη φωνή. Επέβαλλε την άποψή της με τη σοφία μιας ευγένειας που δεν είχε το ταίρι της.  
Κρατούσε με κλωστές μυστικές και καθοδηγούσε την ψυχή ενός ποιητή με τέτοιο τρόπο που δεν έβρισκες τίποτα να της ψέξεις. Υποπτευόσουν, βέβαια πως είχε καταντήσει ένας κακός δαίμονας που παρουσιαζόταν με την όψη καλού αγγέλου.  
 Όπως ισχυρίζονταν δυο άλλοι καλοί φίλοι του ποιητή, άνθρωποι των γραμμάτων κι αυτοί, ο Γιάννης Βλαχογιάννης και ο Σωτήρης Σκίπης, ο Γρυπάρης πριν παντρευτεί ήταν ένας ζωντανός άνθρωπος. Απολάμβανε μια ελευθερία και μια ανεξαρτησία εκρηκτική.  
Του άρεσαν οι γυναίκες, το γλέντι. Με μια λέξη, χαιρόταν τη ζωή του. Κι όμως η μοίρα αυτού του θεσπέσιου ποιητή με την τρυφερή, λυρική ψυχή ήταν να πέσει στα δίχτυα  μιας ψυχρής, αποστεγνωμένης γυναίκας, υποχείριας των δικών της ακατανίκητων παθών: Της φιλαργυρίας, της φιλαυτίας, του πόθου κυριαρχίας.  
Αυτά τα ίδια τα πάθη της, σύμφωνα πάντα με την προσωπική μαρτυρία του Χατζίνη, την είχαν ασκήσει σε έναν καταπληκτικό τρόπο συμπεριφοράς, ώστε ο δυστυχής ποιητής να υποστεί μια «πλύση εγκεφάλου» χωρίς καμιά δυνατότητα ν’ αντιδράσει.  
Ο Σωτήρης Σκίπης, μάλιστα, την θεωρούσε ένοχη διπλού φόνου, γι αυτό και μετά το θάνατο του Γρυπάρη δεν θέλησε ούτε καν να την συλλυπηθεί. Πίστευε πως η Ρήνα Γρυπάρη σκότωσε πρώτα τον ποιητή και μετά τον άνθρωπο.
Στα δύσκολα χρόνια της κατοχής ο Γρυπάρης «μαρτύρησε» κυριολεκτικά, για να πεθάνει, τελικά, από ασιτία, αφού η γυναίκα του, παράλογα, παθιασμένα, έκρυβε τα τρόφιμα, τα κλείδωνε με ένα φοβερό πείσμα. Κι όμως ανήκαν στους ευτυχείς που είχαν μια παρακαταθήκη, με την οποία θα μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα στη δύσκολη εκείνη εποχή.  
Αλλά τα έκρυβε «για ένα πιο δύσκολο μέλλον». Ακόμη και τα τσιγάρα, στέρησε από τον δύσμοιρο ποιητή, αναγκάζοντάς τον να φτάνει στον έσχατο εξευτελισμό, να τα κλέβει κάθε βράδυ, για να του προκαλέσει και τη φυσική του εξόντωση, μετά από μια γερή δόση καθαρτικού, που στάθηκε και η αφορμή του θανάτου του.  
Αυτή φαίνεται να είναι η μοίρα όλων των εκλεκτών, καταλήγει ο Χατζίνης,στον πρόλογο του,να καταλήγουν θύματα.


Πολλές φορές, από μακριά, φανταζόμαστε τους ποιητές σαν πρόσωπα μυθικά, που δεν ανήκουν στο δικό μας κόσμο. Ζουν, πράγματι σε έναν άλλο κόσμο, γιατί πλάθουν με την ευαισθησία τους μια εικόνα της ζωής που δεν έχει καμιά σχέση με την καθημερινή πραγματικότητα,και τους βρίσκουμε πάρα πολύ ανθρώπινους,πληγωμένους,κι αποκαρδιωμένους,τη στιγμή ακριβώς που διαπιστώνουν τη διάστασή τους με την χυδαιότητα της ζωής,γιατί αλλοίμονο η ζωή δεν μπορεί να είναι πάντοτε όνειρο…

Η ζωή μέσα στην ταπεινότητα, και την καθημερινότητά της μπορεί να μας ανεβάζει ψυχικά και πνευματικά σε δυσθεόρατα ύψη, για να μας κατακρημνίσει την επόμενη στιγμή, με τη μορφή του πιο κοντινού κι αγαπημένου μας προσώπου.

Ας  κοινωνήσουμε την ποίησή του με τρία αντιπροσωπευτικά του ποιήματα από την μοναδική ποιητική συλλογή του;
 «Σκαραβαίοι και τερρακόττες»




« Δικό μου Φως»



Mεσουρανίς η ολόφεγγη η Σελήνη
λαμποκοπά κι αστράφτει πέρα ώς πέρα
το φως της μες στον έρημον αιθέρα
της νύχτας όλα τάλλα φώτα σβύνει.

Mα εκεί βαθιά που ροδοφέγγει η μέρα
όταν μικρή ζωή στη νύχτα μείνη,
έν' άστρο λίγο μα δικό του χύνει
φως τρέμιο από την άγνωστή του σφαίρα.
K' είπα: τέτοιο καλό μακριά 'πό μένα,
αφού κοντά σε μεγαλεία ξένα
ό,τι σιμώνει το δικό του χάνει,

Kαλύτερα μακριά και μοναχός μου!
σε μια άγνωστη κρυφή γωνιά του κόσμου
λίγο μα και δικό μου φως με φτάνει.


Ο όρθρος των ψυχών

Τ’ αστέρια τρεμοσβύνουνε κ’ η νύχτα είναι λίγη
με φως χλωμό και άρρωστο οι κάμποι αντιφεγγίζουν
κι ολόγυρά του, όπου στραφή το μάτι σου, ξανοίγει
εδώ κορμιά εκεί κορμιά στρωμένα να μαυρίζουν.

Φίλους κ’ εχθρούς ο θάνατος σ’ ένα τραπέζι σμίγει
όπου ταγρίμια ακάλεστα με πείνα τριγυρίζουν·
χαρά στον όπου γλύτωσε, χαρά στον πόχει φύγη,
μα όσους το βόλι εξέσχισε, κοράκια ξανασχίζουν.

Κι άξαφνα ορθός ο Σαλπιχτής πηδάει ο λαβωμένος,
στριγγή φωνή και σπαραχτήν η σάλπιγγα του βγάζει
που λες τον ίδιο της χαλκό –κι όχι αυτιά– σπαράζει.

Μα δεν ξυπνάει στο ορθινό κανένας πεθαμένος,
μόν' τα κοράκια φεύγουνε κοπαδιαστά σα νάναι
των σκοτωμένων οι ψυχές που στα ουράνια πάνε.


Ο Νυμφίος

  -Ιδού ο Νύμφιος έρχεται…
Πάσα στιγμή, που ζη την πάσα ημέρα,
την έγνοια την ανείκαστή μου, ω Πόθε,
πληθαίνοντας, μου κρυφολές: -Καρτέρα,
να ιδής, λιχνίζοντας στον ίσιο αγέρα,
πέρα τις πίκρες τη χαρά σου εδώθε!
-Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…
Έλα, εκλεκτέ, σφιχτοπερίπλοκέ μου,
η ελπίδα μου κ’ η γλυκαπαντοχή μου°
Έλα, εκλεκτέ, που ακαρτεράω, και πιέ μου,
ροδέμνοστε και παγκαλόμορφέ μου
στη φούχτα μου εδώ μέσα τη ψυχή μου!



Οι αναδημοσιεύσεις επιτρέπονται σε όλους μονάχα με την αναφορά πηγής…
Κατοχυρωμένα πνευματικά δικαιώματα

Επισημαίνεται πάντως ότι κατά το Ν.238/20,(όπως έχει τροποποιηθεί με το Ν2121/93 και ισχύει σήμερα) και κατά τη Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που έχει κυρωθεί με το Ν.100/1975) απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αποθήκευση σε κάποιο σύστημα διάσωσης και γενικά η αναπαραγωγή των παρόντων  στίχων , με οποιαδήποτε τρόπο ή μορφή, τμηματικά ή περιληπτικά ,στο πρωτότυπο, ή σε μετάφραση, ή άλλη διασκευή,  χωρίς τη γραπτή άδεια του εκδότη.
Σας ευχαριστώ θερμά:
Ρένα Τζωράκη


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια