"Π Α Ρ Ε Μ Π Ι Π Τ Ο Ν Τ Ω Σ ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ ΚΟΦΤΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΓΟ"
του ΒΑΙΟΥ ΦΑΣΟΥΛΑ
«Οι Τ έ χ ν ε ς και ο Λ ό γ ο ς όπου και όπως εκφράζονται είναι εκείνες οι εγγυήσεις που κρατούν τη συνύπαρξη των λαών και της ειρήνης. Από τη μια οι καλλιτέχνες (ζωγράφοι, τραγουδιστές, θεατρολόγοι, κλπ) και από την άλλη οι ποιητές-λογοτέχνες με τους συμμάχους του (δημοσιογράφους, Πανεπιστημιακές και Ακαδημαϊκές κοινότητες, πολιτιστικοί φορείς, εκδότες κλπ) είναι οι δυνάμεις που μπορούν να αρθρώσουν Λόγο και Έργο και να εμποδίσουν κάθε τι κακό και άσχημο»... (Τάδε έφη: Απ’ το χτες, στο σήμερα και στο αύριο. Πολιτισμός-Βιβλίο-Συγγραφείς-Εκθέσεις Γερμανία, Μάης 05 2003 Β.Φ.)
Την αφορμή για έναν περίπατο στα χωράφια του Λόγου την πήραμε από τα άθλια ως εγκληματικά συμπαρομαρτούντα που συμβαίνουν στη χώρα μας και βεβαίως από την ερχόμενη γιορτή του Λόγου, όπως αυτή διεθνώς καθιερώθηκε η κάθε 21η του Μάρτη.
Είναι παραπάνω από βέβαιο ότι αν στη Χώρα μας, που της το όφειλαν και το δικαιούταν, το επίπεδο του Πολίτη ήταν έστω και λίγο ανεβασμένο, δε θα έφτανε η Ελλάδα εδώ που έφτασε. Άποψη του γράφοντας είναι ότι για την επικρατούσα χαώδη κατάσταση, ευθύνη έχουν και όλοι οι προαναφερόμενοι κλάδοι(σωματεία, ενώσεις, επώνυμοι συγγραφείς-ποιητές και λογοτέχνες) που με την αδιαφορία τους εγκατέλειψαν τη Χώρα και τους ανθρώπους της δίνοντας βορά στα χέρια των αγρίων.
Θεωρώντας υποχρέωση ο γράφων, αυτό το αφιέρωμα θα «περπατήσει»- κοινοποιηθεί προς κάθε κατεύθυνση του Πλανήτη και μ’ αυτό το αφιέρωμα μαζί και ένα μήνυμα στους φίλους συγγραφείς γηγενείς και απόδημους και σε κάθε άλλον που είναι συγγραφέας και να τους μηνύσω ότι, ο ρόλος τους δεν είναι μόνο να γράφουν λογοτεχνία και ποίηση και να παίρνουν, (όσοι παίρνουν) βραβεία και να είναι κλεισμένοι στα καβούκια τους, αλλά ας μου επιτραπεί να επικαλεστώ τον Μπέρτολτ Μπρεχτ που κάπου λέει: «Ο συγγραφέας να μάχεται, να κάνει την τέχνη του ταμπούρι, να πολεμάει για ιδανικά, να’ ναι μπροστάρης του λαού…» ενώ «Σε σκοτεινούς καιρούς» ο Μπρεχτ μας λέει (1937)
«Δε θα λένε: Τον καιρό που η βελανιδιά τα κλαδιά της ανεμοσάλευε.
Θα λένε: Τον καιρό που ο μπογιατζής τσάκιζε τους εργάτες.
Δε θα λένε: Τον καιρό που το παιδί πετούσε βότσαλα πλατιά στου ποταμού το ρέμα.
Θα λένε: Τον καιρό που ετοιμάζονταν οι μεγάλοι πόλεμοι.
Δε θα λένε: Τον καιρό που μπήκε στην κάμαρα η γυναίκα.
Θα λένε: Τον καιρό που οι μεγάλες δυνάμεις συμμαχούσαν ενάντια στους εργάτες.
Μα δε θα λένε: Ήτανε σκοτεινοί καιροί.
Θα λένε: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές;»
Λοιπόν για το αφιέρωμα που ακολουθεί, Μωσαϊκό Ποιητικού Λόγου, αναφέρεται ότι ο γραπτός Λόγος υπερέχει σε ποιότητα και μέγεθος και δε υφίσταται καμία έλλειψη πνευματικού υλικού.
Σφύζει, ο Λεύτερος Λόγος, στα συρτάρια και στα υπόγεια των δημιουργών του δεμένος με εμπορικά δεσμά, φιμωμένος, άπραχτος σαν ορφανός και περιφρονημένος ξεφεύγει καμιά φορά και περιφέρεται στην αγορά σαν «ιππότης» χωρίς πανοπλία. Ξένος από το σήμερα, ανύπαρκτος για το αύριο…,- αν μπορούμε να ομιλούμε για αύριο βάσει τρεχόντων πραγμάτων. Απωθημένος με τον πιο βάρβαρο τρόπο από τη Νέα Τάξη Πραγμάτων και απομονωμένος, δε στάθηκε ικανός να ανατρέψει τα φράγματα που στήσανε μπροστά του και με διάφορους τρόπους μεγάλο μέρος του απορροφήθηκε από το σύστημα.
Η αδυναμία του, να αποβάλλει το εγώ και να το μετατρέψει σε εμείς, στάθηκε ικανή να τον περιθωριοποιήσει, να τον αφοπλίσει και αντίστοιχα να τον εξοπλίσει με μια «κατά παραγγελία νέα κουλτούρα» - όπως επώνυμοι ιστορικοί έχουν επισημάνει - που τον έ-στρεψε κατά του εαυτού του και παράλληλα του προσφέρθηκαν άλλα εφόδια από εκείνα που ήξερε, που λάτρευε και δημιουργούσε. Η ένταξή του με ό, τι συνεπάγεται στο σύστημα, ξένο και εχθρικό από τον Λόγο, το πρώτο που είχε να κάνει ήταν να τον αφοπλίσει κυριολεκτικά από τα χαρακτηριστικά του Πολίτη, αφαιρώντας τον δηλαδή τον Πολιτικό του Λόγο. -Κι εδώ, ο Λόγος, ασφαλώς εκπροσωπείτε από τον ποιητή, ο οποίος, υποτίθεται ότι τον καλλιεργεί και δημιουργεί-. Τα άλλα βήματά του ήταν εύκολα και δεν κόστιζαν. Απεναντίας έφερναν κέρδη: Η σιωπή του ποιητή, η συγκατάθεσή του ή η μέσω βολέματος ενσωμάτωσή του στο αιμοβόρο σύστημα, τον μετέβαλλαν σε φιλτραρισμένο δημιουργό του Λόγου. Εξού και το κατάντημα του Ποιητικού Λόγου του σήμερα και του Πολιτισμού γενικότερα.
Από την άλλη ο επιλαχών και επιλεγμένος-πολτοποιημένος Λόγος, απελευθερωμένος πλέον από «παλιά κατάλοιπα», «σύγχρονος» και εξοπλισμένος με τεχνική «γοητεία και κάλος» σφύζει και μέσω επώνυμων διακινητών προωθείται στην αγορά και, παρόλο την κρίση, ανθεί με καταπληκτικά άλματα. Θα τον δούμε σε πορνογραφικά συγγράμματα, σε περιοδικά και βιβλία. Θα τον δούμε να πρωταγωνιστεί σε εγκληματικές νουβέλες. Θα τον δούμε «ανιχνευτή» περιέργων παραστάσεων και ατραπών. Θα τον διαβάσουμε να συνωστίζεται στα περίεργα εμπορικά κυκλώματα-«κωλάδικα» κι εκεί… παραδόξως να οδηγείται και να εγκλωβίζεται ο νέος, και όχι μόνο.
Σε καθημερινή βάση τον ακούμε μέσα από κινηματογραφικά σενάρια πως οι παραγω-γοί και λοιποί συνθέτες κυριολεκτικά ξεσκίζουν τη γλώσσα σαν χαρτί και με τα πρόστυχα και ηλίθια τηλεοπτικά προγράμματά τους προσπαθούν να δείξουν ένα «δράμα», μια …κοινωνική περιπέτεια, ένα «σύγχρονο» ρεπερτόριο και μέσα από τη δύναμη της εικόνας με τα γυμνά στήθη και σκέλη μιας εκμεταλλευόμενης κοπέλας μας απογυμνώνουν και μας καθηλώνουν κυριολεκτικά στον αποχαυνωτικό μας καναπέ. Ακόμα και η …πολιτική σάτιρα, όπως παρουσιάζεται σήμερα μέσα από τα τηλεοπτικά δίκτυα, δεν δείχνει μόνο το άσχημο παρασκεύασμα του γέλιου αλλά και την απολίτιστη και βάρβαρη σερβιρισμένη «διασκέδαση» και την αποδοχή της από τους συμμετέχοντες τηλεθεατές.
Στην αρένα των ευρωάτλαντων ονάγρων, μια αρένα Χώρας που τείνει να μεταβληθεί σε αποικία ή προτεκτοράτο, ο νεοέλληνας ποιητής οφείλει να μιμηθεί τους προγενέστερους και να πάρει θέση. Να ακούσει τα μηνύματά τους σε μια εποχή επίσης χαλεπή, όπως η σημερινή οι τότε γίγαντες ποιητές λέγανε:
»Της αγνώμονος Ευρώπης καί σεις γαύροι διπλωμάται,
»Τήν μικρότητα του έθνους, ξένοι, μή καταγελάτε !
»Αυτουργοί τού συνεχούς του εξευτελισμού και πένθους
»Εις το στάδιον ο Έλλην ίσως τρέξει πάλι ένθους
»Το αδάμαστόν του γένους ίσως ενωθεί εκ νέου
»Από κορυφών του Αίμου μέχρις άκρων του Μαλέου,
»Εύξεινον καί Προποντίδα
»Υπό τήν αυτήν συνέχων θριαμβευτική αψίδα…
(Από το «Ο περιπλανώμενος». Του Α. Σούτσου).
Αυτές είναι οι αρνητικές, θανατηφόρες διαστάσεις που δίνει ο Λόγος, όταν βρεθεί στα χέρια αρρώστων· στη δίνη τεράτων· στην αράχνινη μήτρα, γνωστή ως καθεστηκυία τάξη.
Το φύλαγμά του θα έπρεπε να το επωμισθεί ο κάθε Πολίτης. Η προστασία του από τα κοράκια και τους αρχικόρακες των εποχών, που σαν σμήνη επιτέθηκαν και βαριά τον τραυμάτισαν…,( θέλουμε να πιστεύουμε σε όχι θανατηφόρο τραυματισμό…,)επιβάλλεται από όλους με πρωτοπόρους τους εργάτες του Λόγου.
Όταν τα κοράκια εξακολουθούν να επιτίθενται στα αφύλαχτα «χωράφια» μας και μας τρυγούν αχόρταστα, σε ποια «αγορά» θα μπορέσουνε οι εναπομείναντες άσπιλοι ποιητές να «πουλήσουν» τα έργα τους, όταν η ισοπέδωση της πνευματικής αγοράς και του Λόγου ήδη θεωρείτε δεδομένη; Και αυτή η «αγορά» δεν είναι άλλη παρά από τον Ελληνικό Πολιτισμό. Ανέκαθεν και μέσω των αποδήμων διασκορπισμένων ελλήνων επιτέλεσε το έργο και τους σκοπούς του. Υμνήθηκε, δοξάστηκε, πρυτάνευσε και διδάχτηκε στα Πανεπιστήμια όλου του κόσμου. Η ιστορία μας είναι γραμμένη σε χιλιάδες βιβλία και η κάθε σελίδα αποτελεί μια ιστορία. Οι μόνοι που πάντα και ποτέ δεν έδιναν δεκάρα ήταν οι ντόπιοι έλληνες, που δυστυχώς, φτάνουν και στις μέρες μας σαν αγοραίοι σιωνιστές και πραματευτάδες. Αλίμονο σε κείνο τον έλληνα που μένει απλός θεατής σε παραστάσεις φωτισμένων αιθουσών και δε βλέπει το φως…: «Περισσότερο φως, ηλεκτρολόγε, στη σκηνή! Πως θες, δραματουργοί κι ηθοποιοί, να δείξουμε τ’ αντικαθρέφτισμα του κόσμου, μέσα στο μισοσκόταδο; Τούτο το σύθαμπο καλεί σε ύπνο. Ενώ εμείς θέλουμε ξύπνιους θεατές-κι ακόμα πιο πολύ: ξυπνούς! Κάν’ τους να ονειρευτούν στο πλέριο φως!…»
(Μπ. Μπρεχτ)
0 Σχόλια