O Αλέξανδρος Παναγούλης, (1939-1976) , το σύμβολο της Δημοκρατίας, ο γνήσιος αγωνιστής , ο
ήρωας, άφησε πίσω του την λαχτάρα του για αγώνα, για τις
ανθρώπινες αξίες, άφησε πίσω του γενναίες πράξεις και
ποιήματα. Ποιήματα ζυμωμένα με λέξεις καρδιάς, γραμμένα
με το ίδιο του το αίμα !!!
Ποιήματα που αναταράζουν το Νου και την καρδιά, γεμάτα ευαισθησίες, ορμή, πάθος, όραμα, μαχητικότητα.
Για κείνον:
«Η πολιτική είναι ένα καθήκον, η ποίηση είναι μια ανάγκη. Είναι ένα ούρλιασμα, μια κραυγή που δεν μπορείς να πνίξεις. Το άγχος μιας στιγμής που δεν θέλεις να ξεχαστεί. Τότε ψάχνεις για χαρτί και μολύβι ζητώντας να ζωγραφίσεις με στίχους αυτή τη στιγμή».
Άφησε πίσω του την προμηθεϊκή λαχτάρα του για ανθρώπινες κοινωνίες, ανθρώπινες αξίες, ανθρώπινες ευαισθησίες.
Για αντίσταση σε κάθε τρανό αφέντη, μεγάλο τιμονιέρη, πιστολά πρόεδρο, τεχνοκράτη, τραπεζίτη…
Ο Αλ. Παναγούλης καταδικάσθηκε σε θάνατο ,γιατί αναζητούσε την Αλήθεια , την αληθινή Δημοκρατία και την Ελευθερία. Την Πρωτομαγιά του 1976 σκοτώθηκε σε μυστηριώδες τροχαίο στην Λεωφ. Βουλιαγμένης, σε ηλικία μόλις 36 χρονών, λίγες ημέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων για την ΕΣΑ (εικάζεται ότι περιείχαν αποδείξεις για τους συνεργαζόμενους πολιτικούς- περιεχόμενο το οποίο ποτέ δεν έγινε γνωστό).
Είναι ο ΆΝΘΡΩΠΟΣ ,που έψαξε την αλήθεια και τη βρήκε αφήνοντας πίσω του το τραγικό του άλμα – την παράφορη βεβαιότητα ότι θα πάει τούτο το άλμα του μέχρι το τέλος και έκανε πράξη τα λόγια του Σεφέρη :
«Προτιμώ μια στάλα αίμα από ένα ποτήρι μελάνι.»
Ποιήματα που αναταράζουν το Νου και την καρδιά, γεμάτα ευαισθησίες, ορμή, πάθος, όραμα, μαχητικότητα.
Για κείνον:
«Η πολιτική είναι ένα καθήκον, η ποίηση είναι μια ανάγκη. Είναι ένα ούρλιασμα, μια κραυγή που δεν μπορείς να πνίξεις. Το άγχος μιας στιγμής που δεν θέλεις να ξεχαστεί. Τότε ψάχνεις για χαρτί και μολύβι ζητώντας να ζωγραφίσεις με στίχους αυτή τη στιγμή».
Άφησε πίσω του την προμηθεϊκή λαχτάρα του για ανθρώπινες κοινωνίες, ανθρώπινες αξίες, ανθρώπινες ευαισθησίες.
Για αντίσταση σε κάθε τρανό αφέντη, μεγάλο τιμονιέρη, πιστολά πρόεδρο, τεχνοκράτη, τραπεζίτη…
Ο Αλ. Παναγούλης καταδικάσθηκε σε θάνατο ,γιατί αναζητούσε την Αλήθεια , την αληθινή Δημοκρατία και την Ελευθερία. Την Πρωτομαγιά του 1976 σκοτώθηκε σε μυστηριώδες τροχαίο στην Λεωφ. Βουλιαγμένης, σε ηλικία μόλις 36 χρονών, λίγες ημέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων για την ΕΣΑ (εικάζεται ότι περιείχαν αποδείξεις για τους συνεργαζόμενους πολιτικούς- περιεχόμενο το οποίο ποτέ δεν έγινε γνωστό).
Είναι ο ΆΝΘΡΩΠΟΣ ,που έψαξε την αλήθεια και τη βρήκε αφήνοντας πίσω του το τραγικό του άλμα – την παράφορη βεβαιότητα ότι θα πάει τούτο το άλμα του μέχρι το τέλος και έκανε πράξη τα λόγια του Σεφέρη :
«Προτιμώ μια στάλα αίμα από ένα ποτήρι μελάνι.»
Ας κοινωνήσουμε τους στίχους από την ποίησή του:
«Εκπλήξεις»
Κέρδιζα μια ζωή
Ένα εισιτήριο για το θάνατο
Και ταξιδεύω ακόμη
Κάποιες στιγμές
νόμισα πως έφτανα
στου ταξιδιού το τέλος.
Μα έκανα λάθος.
Εκπλήξεις ήταν μόνο
της διαδρομής.
Ένα εισιτήριο για το θάνατο
Και ταξιδεύω ακόμη
Κάποιες στιγμές
νόμισα πως έφτανα
στου ταξιδιού το τέλος.
Μα έκανα λάθος.
Εκπλήξεις ήταν μόνο
της διαδρομής.
**
Πάλης
ξεκίνημα
νέοι αγώνες
οδηγοί της ελπίδας
οι πρώτοι νεκροί.
νέοι αγώνες
οδηγοί της ελπίδας
οι πρώτοι νεκροί.
Όχι
άλλα δάκρυα
κλείσαν οι τάφοι
λευτεριάς λίπασμα
οι πρώτοι νεκροί.
κλείσαν οι τάφοι
λευτεριάς λίπασμα
οι πρώτοι νεκροί.
Λουλούδι
φωτιάς
βγαίνει στους τάφους
μήνυμα στέλνουν
οι πρώτοι νεκροί.
βγαίνει στους τάφους
μήνυμα στέλνουν
οι πρώτοι νεκροί.
Απάντηση
θα πάρουν
ενότητα κι αγώνα
για νά ‘βρουν ανάπαυση
οι πρώτοι νεκροί.
**
ενότητα κι αγώνα
για νά ‘βρουν ανάπαυση
οι πρώτοι νεκροί.
**
«Πρέπει να ζήσεις»
Αν
για να ζήσεις Λευτεριά
τροφή τις σάρκες μας ζητάς
και για να πίνεις
αίμα και δάκρυα δικά μας θέλεις
θα σου τα δώσουμε
**
τροφή τις σάρκες μας ζητάς
και για να πίνεις
αίμα και δάκρυα δικά μας θέλεις
θα σου τα δώσουμε
**
«Η μπογιά»
Ζωντάνεψα
τους τοίχους
φωνή τους έδωσα
πιο φιλική να γίνουν συντροφιά..
Κι οι δεσμοφύλακες ζητούσαν να μάθουνε
πού βρήκα τη μπογιά
Οι τοίχοι του κελιού
το μυστικό το κράτησαν
κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού.
Όμως μπογιά δε βρήκαν
Γιατί στιγμή δε σκέφτηκαν
στις φλέβες μου να ψάξουν.
φωνή τους έδωσα
πιο φιλική να γίνουν συντροφιά..
Κι οι δεσμοφύλακες ζητούσαν να μάθουνε
πού βρήκα τη μπογιά
Οι τοίχοι του κελιού
το μυστικό το κράτησαν
κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού.
Όμως μπογιά δε βρήκαν
Γιατί στιγμή δε σκέφτηκαν
στις φλέβες μου να ψάξουν.
**
«Η διεύθυνσή μου»
Ένα σπιρτόξυλο για πέννα
αίμα στο πάτωμα χυμένο για μελάνι
το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί
Μα τι να γράψω;
Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω
παράξενο και πήζει το μελάνι
Μέσ’ από φυλακή σας γράφω στην Ελλάδα.
Ένα σπιρτόξυλο για πέννα
αίμα στο πάτωμα χυμένο για μελάνι
το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί
Μα τι να γράψω;
Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω
παράξενο και πήζει το μελάνι
Μέσ’ από φυλακή σας γράφω στην Ελλάδα.
**
«Να το ποτίσεις»
Μη
κλαις για μένα
ας ξέρεις πως πεθαίνω
να με βοηθήσεις δε μπορείς
Μα δες εκείνο το λουλούδι
για κείνο που μαραίνεται σου λέω.
Να το ποτίσεις.
ας ξέρεις πως πεθαίνω
να με βοηθήσεις δε μπορείς
Μα δες εκείνο το λουλούδι
για κείνο που μαραίνεται σου λέω.
Να το ποτίσεις.
**
«Θέλω»
Θέλω
να προσευχηθώ
με την ίδια δύναμη που θέλω να βλαστημήσω
με την ίδια δύναμη που θέλω να βλαστημήσω
Θέλω
να τιμωρήσω
με την ίδια δύναμη που θέλω να συγχωρήσω
με την ίδια δύναμη που θέλω να συγχωρήσω
Θέλω
να προσφέρω
με την ίδια δύναμη που 'θελα στο ξεκίνημα
με την ίδια δύναμη που 'θελα στο ξεκίνημα
Θέλω
να νικήσω
αφού δεν μπορώ να νικηθώ
αφού δεν μπορώ να νικηθώ
Στιγμές Οργής
Σκέψης ελεύθερης συντρόφοι
σ' ολόκληρο τον κόσμο διαλαλήστε
οι ελεύθεροι πως ζουν στις φυλακές.
Σκέψης ελεύθερης συντρόφοι
σ' ολόκληρο τον κόσμο διαλαλήστε
οι ελεύθεροι πως ζουν στις φυλακές.
**
«Οι φυλακές»
Ψυχή φυλακισμένη στο κορμί
Κορμί φυλακισμένο στη ζωή
Ζωή φυλακισμένη μεσ’ στο Χρόνο
Πνεύμα π’ απ’ όποια φυλακή κι αν βγει
σε φυλακή πάλι θα πέσει
Κι είναι μονάχα το κορμί π’ αγάπησε τη φυλακή του
Πώς να μην έρθει ο θάνατος λοιπόν;
**
Ψυχή φυλακισμένη στο κορμί
Κορμί φυλακισμένο στη ζωή
Ζωή φυλακισμένη μεσ’ στο Χρόνο
Πνεύμα π’ απ’ όποια φυλακή κι αν βγει
σε φυλακή πάλι θα πέσει
Κι είναι μονάχα το κορμί π’ αγάπησε τη φυλακή του
Πώς να μην έρθει ο θάνατος λοιπόν;
**
0 Σχόλια