« Η κακοτυχία »
του Σαρλ Μποντλέρ
του Σαρλ Μποντλέρ
σε μετάφραση Γιάννη
Κουγιούλη.
Για να σηκώσει κανείς βάρος τόσο μεγάλο
Σίσυφε έπρεπε να ’ναι της δικής σου αντοχής!
Όση καρδιά και κόπο για τη δουλειά κι αν βάλω
η Τέχνη είναι μακρά κι είν’ ο Χρόνος βραχύς.
Σίσυφε έπρεπε να ’ναι της δικής σου αντοχής!
Όση καρδιά και κόπο για τη δουλειά κι αν βάλω
η Τέχνη είναι μακρά κι είν’ ο Χρόνος βραχύς.
Μακριά ’πό καθ’ ενταφιασμό δοξασμένο,
προς εν’ απόμερο κοιμητήριο,
σαν ένα τύμπανο η καρδιά μου αποσταμένο,
οδεύει πένθιμο βαρώντας εμβατήριο.
προς εν’ απόμερο κοιμητήριο,
σαν ένα τύμπανο η καρδιά μου αποσταμένο,
οδεύει πένθιμο βαρώντας εμβατήριο.
-Πόσοι θησαυροί που κοιμούνται θαμμένοι
στα σκοτάδια μεσ’απολησμονημένοι,
μακριά απ’ το βυθομέτρι κι από τα τσαπιά·
στα σκοτάδια μεσ’απολησμονημένοι,
μακριά απ’ το βυθομέτρι κι από τα τσαπιά·
Πόσα κλουλούδια το γλυκό τους μύρο
σαν μυστικό άσκοπα σκορπάνε γύρω
σε βαθύτατη μέσα μοναξιά.
σαν μυστικό άσκοπα σκορπάνε γύρω
σε βαθύτατη μέσα μοναξιά.
Η Περσεφόνη φυλάει τον Σίσυφο στον Άδη. Μελανόμορφος
Αμφορέας Αττικής, περ. 530 π.Χ., Κρατική Συλλογή (1494)
Για τον Σίσυφο λίγα λόγια:
Ο Σίσυφος είναι ο πιο πονηρός και ο πιο αδίστακτος
θνητός. Ήταν γιος του Αίολου και ανήκε στο γένος του Δευκαλίωνα. Ιδρυτής της
Κορίνθου, που τότε ονομαζόταν Εφύρα, θεωρείται μερικές φορές και ως ο διάδοχος
του Κορίνθου σ' αυτή την πόλη και ο εκδικητής του· ακόμα θεωρείται διάδοχος της
Μήδειας, από την οποία πήρε την εξουσία, όταν αυτή έπρεπε να εγκαταλείψει
βιαστικά την πόλη. Ο μύθος του Σίσυφου περιλαμβάνει πολλά επεισόδια, που καθένα
τους είναι η ιστορία μιας πονηριάς.
Ο Αυτόλυκος του έκλεψε τα κοπάδια του. Ο Σίσυφος πήγε
να τα αναζητήσει και κατόρθωσε να αποδείξει την κυριότητά του, δείχνοντας το
όνομά του, που είχε χαράξει προληπτικά κάτω από τις οπλές των ζώων. Κατά τύχη η
ημέρα εκείνη ήταν η παραμονή του γάμου της Αντίκλειας, κόρης του Αυτόλυκου, με
τον Λαέρτη. Τη νύχτα ο Σίσυφος βρήκε τρόπο να γίνει εραστής της κοπέλας, που
συνέλαβε από αυτόν ένα γιο, αυτόν που επρόκειτο να είναι ο Οδυσσέας. Σύμφωνα με
ορισμένους μυθογράφους, ο Αυτόλυκος έδωσε με τη θέλησή του την κόρη του στον
Σίσυφο, επειδή ήθελε να αποκτήσει έναν εγγονό τόσο πονηρό όσο εκείνος.
Όταν ο Δίας απήγαγε την Αίγινα, την κόρη του Ασωπού,
και παίρνοντάς την μαζί του από τον Φλειούντα στην Οινώνη πέρασε από την
Κόρινθο, ο Σίσυφος τον είδε. Έτσι, όταν ο Ασωπός παρουσιάστηκε μπροστά του
αναζητώντας παντού τη νέα, ο Σίσυφος υποσχέθηκε να του αποκαλύψει το όνομα του απαγωγέα,
με τον όρο να κάμει ο Ασωπός να αναβλύσει μια πηγή στην ακρόπολη της πόλης. Ο
Ασωπός συμφώνησε και ο Σίσυφος του είπε πως ο ένοχος ήταν ο Δίας. Αυτό το
γεγονός επέσυρε πάνω στον Σίσυφο την οργή του αρχηγού των θεών. Μια παραλλαγή
θέλει τον Δία να τον κεραυνοβολεί αμέσως και να τον ρίχνει στα Τάρταρα, όπου
του επέβαλε ως τιμωρία να κυλά αιώνια έναν πελώριο βράχο ανεβαίνοντας μια
πλαγιά. Μόλις ο βράχος έφτανε στην κορυφή, ξανακυλούσε παρασυρμένος από το δικό
του βάρος, και η δουλειά έπρεπε να ξαναρχίσει. Η τιμωρία όμως αυτή, που τη
διηγείται ήδη η Οδύσσεια, θεωρείται ότι είχε μια άλλη εξήγηση. Πράγματι, ο Δίας
οργισμένος από το ότι τον κατέδωσε ο Σίσυφος, του έστειλε το δαίμονα του
θανάτου, για να τον σκοτώσει. Ο Σίσυφος, αντί να αφεθεί στην τύχη του, έπιασε
τον Θάνατο και τον έδεσε με αλυσίδες, τόσο σφιχτά που για λίγο διάστημα δεν
πέθαινε πια κανένας άνθρωπος. Χρειάστηκε να επέμβει ο Δίας, που ανάγκασε τον
Σίσυφο να ελευθερώσει τον Θάνατο, και έτσι μπόρεσε αυτός να συνεχίσει το έργο
του.
Το πρώτο θύμα υπήρξε φυσικά ο Σίσυφος. Αντί όμως ο
Σίσυφος να υποταχτεί στη μοίρα του, πριν πεθάνει, παράγγειλε κρυφά στη γυναίκα
του να μην του αποδώσει νεκρικές τιμές. Όταν έφτασε στον Κάτω Κόσμο, ο Άδης τον
ρώτησε για ποιο λόγο δεν ήρθε εκεί με τους συνηθισμένους τύπους. Ο Σίσυφος
παραπονέθηκε πολύ για την ασέβεια της γυναίκας του και αγανακτισμένος πήρε την
άδεια από το θεό να ξαναγυρίσει στη γη, για να την τιμωρήσει και να την
επαναφέρει στον ίσιο δρόμο. Όταν ο Σίσυφος βρέθηκε στη γη, δεν ξαναγύρισε στον
Κάτω Κόσμο και έζησε μέχρι βαθιά γεράματα. Όταν όμως πέθανε για τα καλά πια, οι
θεοί του Κάτω Κόσμου, επιθυμώντας να αποφύγουν κάθε απόδραση, του επέβαλαν μια
ασχολία, που δεν του άφηνε καθόλου ανάπαυλα και καμιά δυνατότητα φυγής.
Στο μύθο του Σίσυφου υπήρχε και ένα άλλο επεισόδιο,
που δικαιολογούσε διαφορετικά την τιμωρία του. Δυστυχώς μας παραδίδεται μόνο σε
ένα σημείωμα του Υγίνου, που δε σώζεται ολόκληρο· πρόκειται για μια ελλιπή
περίληψη κάποιας χαμένης τραγωδίας. Ο Υγίνος διηγείται πως ο Σίσυφος μισούσε
τον αδελφό του Σαλμωνέα. Ρώτησε το μαντείο των Δελφών με ποιον τρόπο θα
μπορούσε να σκοτώσει «τον εχθρό του», τον αδελφό του δηλαδή. Ο Απόλλωνας του
απάντησε ότι θα έβρισκε εκδικητές, αν αποκτούσε παιδιά από την ανεψιά του Τυρώ,
κόρη του Σαλμωνέα. Ο Σίσυφος έγινε εραστής της νέας και της χάρισε δίδυμα. Όταν
όμως η Τυρώ έμαθε το χρησμό, σκότωσε μόνη της τα δύο της παιδιά, μικρά ακόμα.
Δυστυχώς δεν ξέρουμε τι έκαμε ο Σίσυφος στη συνέχεια. Όταν τελειώνει το χάσμα
στο κείμενο, βλέπουμε τον Σίσυφο στον Κάτω Κόσμο να κυλά το βράχο του «λόγω της
ασέβειάς του».
Μερικές φορές στον Σίσυφο αποδίδεται η καθιέρωση των
Ισθμίων προς τιμήν του ανεψιού του Μελικέρτη.
Ο Σίσυφος είχε γυναίκα του τη Μερόπη, μια από τις
Πλειάδες, τη μόνη που παντρεύτηκε θνητό. Στους απογόνους του περιλαμβάονται
κυρίως ο Γλαύκος και ο Βελλεροφόντης.
[πηγή: P. Grimal, Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής
μυθολογίας,
επιμ. ελλ. έκδ.. Β. Άτσαλος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη
1991]
0 Σχόλια