Ένα ιδιαίτερο βιβλίο με την ξεχωριστή γραφίδα της Αλκυόνης Παπαδάκη, που στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα σε όλους εμάς: "Ζήστε, μην
αφήνετε τη μέρα να κυλά έτσι, αφουγκραστείτε τον παφλασμό της θάλασσας της
ψυχής σας".
Όλοι μπορούμε να κάνουμε τη
ζωή μας μοναδική, να αφήσουμε τα χνάρια μας στην αμμουδιά του χρόνου, το σημάδι
μας αγαπώντας της ζωή.
Ένα μυθιστόρημα που πέρα από τις μαγευτικές λογοτεχνικές πινελιές της συγγραφέως έχει μέσα του στοιχεία στοχασμού, φιλοσοφίας μυώντας τον κάθε αναγνώστη με την αξεπέραστη καλλιέπεια του λόγου της, στον, κατά τα ειωθότα, σκοτεινό αλλά, στην πραγματικότητα, ολοφώτεινο κόσμο του περιθωρίου.
Ένα βιβλίο, που προτείνω σε όλους τους
αναγνώστες , που αγαπούν την ποιοτική και
ευαίσθητη γραφή.
Στην συγκεκριμένη ιστορία, η Αλκυόνη Παπαδάκη παρομοιάζει τη ζωή με ένα τρένο. Ένα τρένο γεμάτο αξίες, λάθη, σωστά, απρόσμενες στροφές, επικίνδυνες, ομαλές πορείες και φυγή. Μα τι σημασία έχει άλλωστε το τέλος; Το ταξίδι αξίζει, η πορεία, το άγνωστο. Το βιβλίο αναφέρεται στο ημερολόγιο μιας γυναίκας, η διαδρομή της, με τις ιστορίες προσώπων που έγιναν σταθμοί στη ζωή της. Ιστορίες ανθρώπινες και αληθινές. Η Μάγδα είναι ένας άνθρωπος που κρύβει μέσα τις ζωές πολλών άλλων. Μια κατάθεση ψυχής, καθώς ήθελε να δικαιολογήσει την ύπαρξη της στο πέρασμα της ζωής. Να μάθει κάποιος πως κι αυτή ήταν άνθρωπος, που ένοιωθε, πόνεσε, έζησε και πως στην ζωή της τίποτα δεν ήταν στρωμένο τελικά με ροδοπέταλα. «Να δίνεις την ψυχή σου όπου πρέπει, αλλά μην την ξεχνάς εκεί! Το 'πιασες; Να τη στέλνεις αλλά να την παίρνεις πάλι πίσω. Είναι δικιά σου. Σου ανήκει. Αλλιώς κάποια μέρα, θα την ψάχνεις στα αζήτητα. Και θα ΄ναι πια πολύ αργά! …».
Στην συγκεκριμένη ιστορία, η Αλκυόνη Παπαδάκη παρομοιάζει τη ζωή με ένα τρένο. Ένα τρένο γεμάτο αξίες, λάθη, σωστά, απρόσμενες στροφές, επικίνδυνες, ομαλές πορείες και φυγή. Μα τι σημασία έχει άλλωστε το τέλος; Το ταξίδι αξίζει, η πορεία, το άγνωστο. Το βιβλίο αναφέρεται στο ημερολόγιο μιας γυναίκας, η διαδρομή της, με τις ιστορίες προσώπων που έγιναν σταθμοί στη ζωή της. Ιστορίες ανθρώπινες και αληθινές. Η Μάγδα είναι ένας άνθρωπος που κρύβει μέσα τις ζωές πολλών άλλων. Μια κατάθεση ψυχής, καθώς ήθελε να δικαιολογήσει την ύπαρξη της στο πέρασμα της ζωής. Να μάθει κάποιος πως κι αυτή ήταν άνθρωπος, που ένοιωθε, πόνεσε, έζησε και πως στην ζωή της τίποτα δεν ήταν στρωμένο τελικά με ροδοπέταλα. «Να δίνεις την ψυχή σου όπου πρέπει, αλλά μην την ξεχνάς εκεί! Το 'πιασες; Να τη στέλνεις αλλά να την παίρνεις πάλι πίσω. Είναι δικιά σου. Σου ανήκει. Αλλιώς κάποια μέρα, θα την ψάχνεις στα αζήτητα. Και θα ΄ναι πια πολύ αργά! …».
Αποσπάσματα από το
βιβλίο της:
«… Άκου να σου πω κόρη μου. Τη ζωή
πρέπει να τη στολίζουμε για να μας αγαπάει. Είναι ένα δώρο η ζωή. Και οφείλουμε
να το τιμήσουμε…Θα έχω κι ένα εισιτήριο στην τσάντα μου, που δεν θα γράφει
προορισμό. «Μια ατελείωτη φυγή» θα λέει μόνο. Αυτή δεν ήταν όλη η πορεία της
ζωής μου;…»
«… Αυτό που ήξερα και ήμουν βέβαιη
ήταν η βαθύτερη ανάγκη μιας φυγής. Πάντα ήθελα να φεύγω. Να πετάει η ψυχή μου
σαν τα πουλιά. Να νιώθω την γλύκα μιας ατέλειωτης φυγής. Όχι να φεύγω για
άλλους τόπους. Από την ίδια τη ζωή μου να φεύγω. Να ρίχνω τα «στοπ» στον δρόμο
μου. Να γκρεμίζω τις πινακίδες που σηματοδοτούσαν διαδρομές. Να πατάω στις
διαχωριστικές γραμμές. Ν αψηφώ τα όρια της ταχύτητας. Να φεύγω χωρίς προορισμό.
Μια φυγή μέσα στην ίδια τη φυγή…»
«… Τους εξήγησα μύριες φορές πως όταν
φιλοξενείς την κακία μέσα σου, είναι σαν να κρατάς φυλακισμένο ένα φαρμακερό
φίδι. Κάποτε θα σπάσει τα δεσμά και θα σου επιτεθεί…».
Το ημερολόγιο μιας γυναίκας, η
διαδρομή της, με τις ιστορίες προσώπων που έγιναν σταθμοί στη ζωή της. Ιστορίες
ανθρώπινες και αληθινές.
Πάντα ήθελα να φεύγω. Να πετάει η
ψυχή μου σαν τα πουλιά. Να νιώθω τη γλύκα μιας ατέλειωτης φυγής.
Όχι να φεύγω γι' άλλους τόπους. Από
την ίδια τη ζωή μου να φεύγω. Να ρίχνω τα «στοπ» στον δρόμο μου. Να γκρεμίζω
τις πινακίδες που σηματοδοτούσαν διαδρομές. Να πατάω στις διαχωριστικές
γραμμές. Ν' αψηφώ τα όρια της ταχύτητας. Να φεύγω χωρίς προορισμό. Μια φυγή
μέσα στην ίδια τη φυγή.
Σα να με κυνηγούσε πάντα ο εαυτός
μου. Και μόλις έβρισκα ένα ξέφωτο, να πάρω μια ανάσα, βρε αδερφέ, να στήσω μια
σκηνή να ξαποστάσω, βαρούσε ο συναγερμός μέσα μου και με ξεκούφαινε.
Φεύγοντας, άφησα πίσω μου πολλά
σκουπίδια.
Άφησα όμως, στη φούρια μου, και
πράγματα πολύ σημαντικά.
Κάτι κοσμήματα, ας πούμε, ακριβά, που
κάποιοι μου είχαν χαρίσει για να στολίσω την ψυχή μου...
0 Σχόλια