Λίγα λόγια για τον Γεώργιο Ψυχουντάκη τον βραβευμένο συγγραφέα από την Ακαδημία Αθηνών και τα γιατροσόφια, που μας άφησε…

Λίγα λόγια για τον Γεώργιο Ψυχουντάκη τον βραβευμένο συγγραφέα από την Ακαδημία Αθηνών και τα γιατροσόφια, που μας άφησε…


Τον  Γεώργιο Ψυχουντάκη , τον γνωρίζουμε όλοι μας  σαν  τον βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών συγγραφέα που μετέφρασε την Ιλιάδα και την Οδύσσεια στο κρητικό ιδίωμα. 
Μια πραγματικά μεγάλη μορφή της Κρήτης, ένας βοσκός, που το ταλέντο και η ψυχή του δεν μπορούν  να κλειστούν σε  λέξεις...

Να πούμε λίγα λόγια για το βιογραφικό του:
Ο Γεώργιος Ψυχουντάκης γεννήθηκε στην Κρήτη, 
και συγκεκριμένα στο  χωριό Ασή Γωνιά, στις 3 Νοεμβρίου του 1920 και πέθανε  στις 29 Ιανουαρίου 2006.
Η οικογένεια του ήταν πολύ φτωχή και η μόρφωση που κατάφερε να πάρει ήταν μέχρι το δημοτικό.
Ήταν βοσκός  Έλληνας μαχητής της αντίστασης στην Κρήτη κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και συγγραφέας.
Η ζωή του  ολόκληρη ένα μυθιστόρημα πολλών σελίδων  με πολλές δυσκολίες, που  όμως δεν τον εμπόδισαν να παραδώσει σε μας την σπουδαία παρακαταθήκη του.
 Τον αποκάλεσαν "εγγονό του Ομήρου" κι όχι άδικα.
Αν είχε την ευκαιρία να τον γνωρίσει ο Νίκος Καζαντζάκης σίγουρα θα τον συμπεριελάμβανε στους ήρωες του, γιατί ήταν ένας αληθινός ήρωας σε όλα τα επίπεδα.
Υπηρέτησε σαν αγγελιοφόρος πίσω από τις γερμανικές γραμμές για την Αντίσταση στην Κρήτη και αργότερα, κατά την περίοδο 1941 - 1945, για την S.O.E.. Κατά τα μεταπολεμικά χρόνια φυλακίστηκε κατά λάθος ως λιποτάκτης. Εκεί έγραψε τα απομνημονεύματά του, τα οποία γνώρισαν παγκόσμια επιτυχία. Αργότερα μετέφρασε κείμενα των αρχαίων ελληνικών στην κρητική διάλεκτο.
Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Κρήτη, 20 Μάιου του 1941, θα ενσωματωθεί γρήγορα στην αντίσταση και θα υπηρετήσει σαν αγγελιαφόρος για τους Βρετανούς. Πέραν αυτού, τους βοηθούσε να κρυφτούν, αφού ήταν άριστος γνώστης των βουνών της Κρήτης. Ο Ψυχουντάκης, πέραν των βοηθειών που έδιδε, κατάφερε να μείνει στην ιστορία, αφού κατάφερε να τρέξει σε μια νύχτα από το Καστέλι Κισσάμου μέχρι την Παλαιόχωρα, που είχαν απόσταση πέραν των 70 χιλιόμετρων, ώστε να μεταφέρει πληροφορίες στους Βρετανούς. Μετά τον πόλεμο, θα λάβει από τους Βρετανούς,  το μετάλλιο British Empire Medal αλλά και £200, για την προσφορά τους στον πόλεμο.
Μετά τον πόλεμο, θα συλληφθεί κατά λάθος, σαν λιποτάχτης και θα φυλακιστεί για 16 μήνες. Θα καταφέρει να αποφυλακιστεί, μετά την επέμβαση του  Patrick Leigh Fermor, ενός συγγραφέα και αγωνιστή που υπηρετούσε στις Βρετανικές δυνάμεις, όπου θα τους εξηγήσει πως πρόκειται για παρεξήγηση.  Εκεί, στην φυλακή, αλλά και μετέπειτα που αποφυλακίστηκε, κατάφερε να μεταφράσει διάφορα αρχαία βιβλία όπως την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, στην Κρητική διάλεκτο ασπάζοντας πολλά βραβεία.
Πέραν αυτών έγραψε και άλλα βιβλία κυρίως στην Κρητική διάλεκτο.
Με προτροπή και στήριξη του κουμπάρου του Μανούσου Μανουσάκη, αυτός που δεν είχε προλάβει να τελειώσει δυο τρεις τάξεις του δημοτικού μετέφρασε Ιλιάδα και Οδύσσεια, 560 και 474 σελίδες αντίστοιχα.


Άρχισε, Μούσα να μιλείς να βγάνεις μελωδία.
Ψάλε τον άντρα που 'ριξε την ιερή την Τροία.
Ψάλε τον πολυμήχανο, που κι ύστερα πλανήθη
σε θάλασσες και σε στεριές, πολλά ταλαιπωρήθη
κι ανθρώπων έμαθε πολλών τις χώρες και τη γνώμη.
Ο Patrick Leigh Fermor βλέποντας το αστείρευτο ταλέντο του στην γραφή θα μεταφράσει κάποια απομνημονεύματα του και θα τα δημοσίευση με τον τίτλο “The Cretan Runner”.
Ο Γεώργιος Ψυχουντάκης θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 29 Ιανουαρίου 2006 αφήνοντας πίσω του ένα σωρό βιβλία και αναμνήσεις για τις επόμενες γενεές.
Ευτυχώς ο πνευματικός κόσμος τον αποζημίωσε για όσα πέρασε στον περιπετειώδη βίο του με την καταξίωση του και στον χώρο της λογοτεχνίας.
Κι ας μην είχε προλάβει να τρυγήσει τη γνώση όπως ονειρευόταν.
Ο Guardian , η Daily Telegraph, οι Times και άλλες αγγλικές εφημερίδες δημοσίευσαν τη νεκρολογία του που κυκλοφόρησε σε όλο τον κόσμο. 

Το συγγραφικό του έργο:
Ο Κρητικός Μαντατοφόρος, εκδόσεις ΕΠΙΛΟΓΕΣ, 1986
Αετοφωλιές στην Κρήτη: Λαογραφία της Ασή-Γωνιάς. Δημοτική Πολιτιστική Επιχείρηση Χανίων. Χανιά 1999
Ομήρου Οδύσσεια, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003
Ομήρου Ιλιάδα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003. Έργα και Ημέραι του Ησίοδου, μετάφραση Γεωργίου Ψυχουντάκη
Όντεν ήμουν μαθητής.

Στο βιβλίο του Αετοφωλιές στην Κρήτη, καταγράφει κυρίως λαογραφικά στοιχεία της Ασή Γωνιάς, δηλαδή του χωριού, του βρήκαμε ανάμεσα στα πολλά όμορφα κείμενα του κι ένα που μας εντυπωσίασε ιδιαίτερα.
Ο Γεώργιος Ψυχουντάκης καταγράφει σε αυτό παλιά γιατροσόφια που εφάρμοζαν οι συγχωριανοί του για διάφορες ασθένειες.
Μοναδικές μαρτυρίες μιας άλλης εποχής, που δεν ξέρουμε αν πράγματι έχουν αποτελέσματα  το μόνο σίγουρο  είναι ότι πρέπει να τα έχουμε υπόψη μας σαν εναλλακτικές θεραπείες...
Εξάλλου η  λαϊκή θυμοσοφία έχει αποδείξει πολλές φορές πως κάθε άλλο παρά τυχαία ήταν.
Τι  γράφει  λοιπόν ο  συγγραφέας Γεώργιος  Ψυχουντάκης:
Στον πονοκέφαλο οι γυναίκες έκοβαν από τη μύτη του κολοκυθιού ότι περίσσευε, το οποίο και συνήθως πετούσαν κατά το καθάρισμα, και το κολλούσαν πάνω στο κούτελο τους.
Αυτό έλεγαν πως τραβούσε λέει όλο τον πονοκέφαλο.

Για το κρυολόγημα είχαν τις βερόζες.
 Έδεναν σε ένα πανάκι μια δεκάρα, λάδωναν μετά το φιογκάκι του πανιού που γινόταν σαν φιτίλι , το άναβαν, το έβαζαν στη ράχη του κρυολογημένου και το καπάκωναν με ένα νεροπότηρο.
Μετά το αφαιρούσαν και το έβαζαν με τον  ίδιο τρόπο σε άλλα σημεία της πλάτης.

Όταν το κρύο προκαλούσε πόνο στην πλάτη και τα πλευρά, κοπάνιζαν σπόρο σιναπιού , τον λάδωναν και τον έβαζαν πάνω στην πλάτη, όπου τον έδεναν και τον άφηναν μέχρι να φουσκώσει.

Όταν κάποιου πονούσαν τα νεφρά τότε έπρεπε να τον πατήσει ένας πρωτογόνατος .
Ο ασθενής δηλαδή ξάπλωνε μπούμπουρα και ο πρωτογόνατος ανέβαινε επάνω του, όπως ήταν με τα παπούτσια ή με τα στιβάνια. Τον πατούσε καλά στη μέση της πλάτης κι έτσι περνούσε ο πόνος.

Στις μαγουλάδες έκαναν στα μάγουλα του αρρώστου την πεντάλφα με μελάνι.
Όταν κάποιος πάθαινε αιμορραγία από τη μύτη έβγαζαν τρίχες από την τρούλα του κεφαλιού του, κοπάνιζαν μαρμαρόπετρα και την έκαναν σκόνη, την ρουφούσε από τη μύτη και το αίμα σταματούσε.
Όταν κάποιος μελάνιαζε μετά από χτύπημα, κοπάνιζαν κρεμμύδια και τα έβαζαν πάνω στη μελανιά.
Όταν τα παιδιά άλλαζαν τα δόντια τα έπαιρναν και τα έβαζαν σε μια τρύπα και τραγουδούσαν «Να μποντικέ τα αδόντι μου και δόσμου σιντεράκι, να κοκκαλίζω το κουκί με το παξιμαδάκι».




Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια