Τα τελευταία χρόνια της οικονομικής
ύφεσης και με την τιμή του πετρελαίου θέρμανσης να έχει βρεθεί σε δυσθεώρητα
ύψη, λόγω της υψηλής φορολογίας, όλο και περισσότερα νοικοκυριά θεωρούν τους
χειμερινούς μήνες τους πιο δύσκολους του έτους από οικονομικής άποψης, καθώς η
θέρμανση έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πιο ακριβά αγαθά.
Δεν είναι λίγοι οι Έλληνες πολίτες
που είτε αδυνατούν, είτε αρνούνται να χρησιμοποιήσουν καλοριφέρ και πετρέλαιο
λόγω του μεγάλου του κόστους.
Πράγματι, με μια μέση κοστολόγηση στο
1 ευρώ ανά λίτρο (μαζί με τις διάφορες προσφορές-bonus και τις εκπτώσεις από
κάθε πρατήριο για μεγάλες παραγγελίες), η οποία μεταφράζεται με πρόχειρους
υπολογισμούς σε 700 ευρώ για να κρατηθεί ζεστή μια οικογένεια σε ένα σπίτι 70-80
τ.μ., το σενάριο της αγοράς του δεν ακούγεται ιδανικό.
Βέβαια, η θέρμανση μέσω πετρελαίου
είναι ίσως από τις πιο αξιόλογες. Άμεση, υγιεινή και από τις πλέον αποδοτικές,
ενώ όχι μόνο ζεσταίνει το κοκκαλάκι μας αλλά απομακρύνει και αποτελεσματικά την
υγρασία (εφόσον υπάρχει ορθή τοποθέτηση των σωμάτων) προλαβαίνοντας πλήθος
άλλων μελλοντικών φθορών στα δομικά υλικά κατασκευής.
Ωστόσο, όπως προαναφέραμε η τιμή του
είναι για πολλούς απαγορευτική κι έτσι η μέση αστική οικογένεια έχει στραφεί
και σε εναλλακτικές μορφές θέρμανσης.
Φυσικό αέριο. Ολοένα και πληθαίνουν
οι νεόδμητες κατοικίες που υποστηρίζονται από το δίκτυο του φυσικού αερίου ενώ
διαρκώς αυξάνονται και οι παλαιότερες κατοικίες που επιλέγουν να στραφούν στο
φυσικό αέριο για τη θέρμανσή τους και όχι μόνο.
Τα τελευταία χρόνια, το φυσικό αέριο
είναι αναμφίβολα από τις πλέον γνωστές και διαδεδομένες μορφές θέρμανσης στη
χώρα μας, κυρίως λόγω του ότι έρχεται στο 70-80% της τιμής του πετρελαίου.
Βέβαια το πετρέλαιο είναι πιο αποδοτικό, οπότε η ωφέλεια από το αέριο είναι,
στην πραγματικότητα, μικρότερη από όσο δείχνει η διαφορά τιμής, ενώ η
εγκατάστασή του, αν δεν προϋπήρχε το δίκτυο, κοστίζει περί τα 1.500 ευρώ.
Επιπλέον, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι το φυσικό αέριο είναι εύφλεκτο και
όσοι έλεγχοι και εγγυήσεις ασφαλείας κι αν το «συνοδεύουν», πάντα θα υπάρχουν
κάποιοι που θα το φοβούνται.
Αφού γίνει η απόσβεση της αρχικής
εγκατάστασης, δεν χωρά αμφιβολία πως το αέριο είναι πιο προσοδοφόρο και
συμφέρον, ενώ η χρήση του αφορά και το μαγείρεμα, το ζεστό νερό χρήσης και τον
κλιματισμό. Παράλληλα, η καύση του φυσικού αερίου είναι καθαρή και επομένως
εκτός από κάποιες μικροποσότητες διοξειδίου του άνθρακα, δεν αφήνει πίσω
στάχτες, κακές οσμές και μεγάλο επίπεδο υποπροϊόντων να χάνονται στην ατμόσφαιρα.
Τέλος, επειδή το φυσικό αέριο βρίσκεται σε αέρια μορφή δεν μολύνει το έδαφος
και τα υπόγεια νερά.
Ηλεκτρισμός. Συχνά, όσοι επιλέγουν να
μην προμηθευτούν πετρέλαιο και δεν θέλουν να εγκαταστήσουν φυσικό αέριο, το
οποίο όπως είπαμε «αργεί» να οδηγήσει σε κέρδος, στρέφονται στον ηλεκτρισμό.
Αναφερόμαστε σε αερόθερμα, ηλεκτρικά καλοριφέρ, σόμπες αλογόνου-χαλαζία,
θερμοπομποί ηλεκτρικές θερμάστρες και διαφόρων λογής «πατέντες». Αυτές οι
ηλεκτρικές συσκευές, καταναλώνουν μία μονάδα ενέργειας και παράγουν μία μονάδα
θερμότητας (δηλαδή έχουν συντελεστή μετατροπής 100%) κι έτσι μολονότι η
ελληνική χρέωση της κιλοβατώρας είναι σχετικά φθηνή σε σύγκριση με τους
ευρωπαϊκούς μέσους όρους (13η ακριβότερη της Ε.Ε.), μπορούν κάλλιστα να εκτινάξουν τον λογαριασμό
του ηλεκτρικού σε πολύ υψηλά επίπεδα. Επιπλέον, πρέπει να υπολογίζεται και το
κόστος τους ως μονάδα, η οποία ασφαλώς δεν θα φθάνει να καλύψει τις ανάγκες για
ένα ολόκληρο σπίτι.
Αυτές οι ηλεκτρικές επιλογές, είναι
συμφέρουσες μόνο ως ενίσχυση στην ήδη κεντρική θέρμανση ή για τη θέρμανση
μεμονωμένων χώρων/δωματίων.
Εδώ μπορούμε να αναφέρουμε και τους
θερμοσυσσωρευτές, ως μια έξυπνη επιλογή. Αυτοί, έχουν τη δυνατότητα να
αποθηκεύουν θερμική ενέργεια τη νύχτα (εκμεταλλευόμενοι κάποιο φθηνότερο
νυχτερινό τιμολόγιο) και τη διανέμουν όταν τη χρειαζόμαστε στη διάρκεια του
24ωρου. Ανάλογα με το μέγεθος και τις δυνατότητές τους, το κόστος τους ανά
μονάδα κυμαίνεται από 300 ευρώ και μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 2.000 ευρώ
Όμως οφείλουμε να προβούμε σε μια
σαφή διάκριση. Άλλο οι εκάστοτε ηλεκτρικές συσκευές και άλλο τα κλιματιστικά,
ειδικά όσον αφορά τα κλιματιστικά τελευταίας τεχνολογίας (inverter). Αυτά,
μπορούν να καταναλώνουν μία μονάδα ενέργειας και να παράγουν 2,5 ή και 3
μονάδες θερμότητας έκαστο, διαφοροποιούμενα από τις προαναφερθείσες ηλεκτρικές
συσκευές, τόσο ως προς την αποδοτικότητα όσο και ως προς τις χρεώσεις. Πρέπει
να τονιστεί πως το κάθε air-condition μπορεί να κοστίζει από 100 έως 800 ευρώ,
ωστόσο δεν πρέπει να παρασυρόμαστε από αυτή τη μεγάλη διαφορά στην τιμή, καθώς
η «φθηνότερη» συσκευή μπορεί να φτάσει να καταναλώνει έως και 3 φορές
περισσότερη ενέργεια. Την ίδια ώρα, εάν το κλιματιστικό είναι ιδιαίτερα μικρό
ενδέχεται να είναι ανεπαρκές για τη βέλτιστη θέρμανση του χώρου, και θα
βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία, αυξάνοντας την κατανάλωση και την πιθανότητα να
εμφανιστεί βλάβη. Στον αντίποδα, αν το κλιματιστικό είναι αρκετά μεγάλο, τότε
θα ενεργοποιείται και θα απενεργοποιείται με ιδιαίτερα μεγάλη συχνότητα, με
αποτέλεσμα να ξοδεύει περισσότερη ενέργεια για να διατηρεί συνεχώς τη
θερμοκρασία σταθερή, σε σχέση με ένα προϊόν μικρότερης ισχύος.
Στα αρνητικά του κλιματιστικού
βεβαίως είναι το ότι δεν είναι και ο πλέον υγιεινός τρόπος για να ζεσταθεί
κάποιος. Ενοχοποιείται για την αναπαραγωγή των βακτηρίων και μυκήτων, ειδικά αν
δεν φροντίσουμε για την καθαριότητα και τη συντήρησή του, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν
σε διάφορα προβλήματα αναπνοής, συμπεριλαμβανομένης της πνευμονίας και της
νόσου των Λεγεωναρίων, μια σοβαρή φλεγμονή των πνευμόνων που προκαλείται από
ένα βακτήριο γνωστό ως Λεγιονέλλα. Επιπλέον, το κλιματιστικό θεωρείται ως ο
κύριος παράγοντας στο σύνδρομο του «άρρωστου κτηρίου», με δυσάρεστα συμπτώματα,
όπως ζαλάδες, ξηρό λαιμό, φαγούρες στα μάτια και ναυτία.
Τζάκι. Το ενεργειακό τζάκι εκπέμπει
από δύο έως και τρεις φορές περισσότερη θερμική ενέργεια σε σχέση με το
«ανοικτό». Σε ελεύθερη μετάφραση, το κλασικο τζάκι έχει τριπλάσιο κόστος (σε
καύσιμο) από το ενεργειακό, ενώ ως λύση θέρμανσης είναι ακριβότερη ακόμα κι από
το πετρέλαιο θέρμανσης. Αντίθετα, το ενεργειακό τζάκι παραμένει φθηνότερη λύση
σε σχέση με το πετρέλαιο θέρμανσης.
Τα ενεργειακά τζάκια είναι κλειστού
τύπου. Με αυτό τον τρόπο μέσα στον θάλαμο όπου καίγονται τα ξύλα η θερμοκρασία
ανεβαίνει πολύ περισσότερο από ότι στα ανοιχτά τζάκια. Ο ζεστός αέρας που
δημιουργείται από την καύση του ξύλου βγαίνει από περσίδες που τοποθετούνται στην
καμινάδα και έτσι ο χώρος θερμαίνεται πολύ περισσότερο.
Βέβαια, το βασικό μειονέκτημα όλων
των τζακιών είναι ότι ζεσταίνουν μόνο τον χώρο στον οποίο βρίσκονται, εκτός κι
αν μιλάμε για αερόθερμα ενεργειακά τζάκια που μπορούν να ζεστάνουν
περισσότερους από έναν χώρους μεταφέροντας τον ζεστό αέρα με αεραγωγούς σε
περισσότερα δωμάτια (λύση που απευθύνεται ακόμα και για σπίτι έως 180 τ.μ.).
Για την αγορά και την εγκατάστασή
του, τα χρήματα, που απαιτούνται, ξεκινούν από 2.000 ευρώ και μπορεί να φτάσουν
έως και 5.000 ευρώ. Επειδή όμως εδώ έχουμε ως καύσιμη ύλη το ξύλο, σημαίνει ότι
υπάρχει εξοικονόμηση σε σχέση με το πετρέλαιο. Η κατασκευή του ενεργειακού
τζακιού είναι σαφώς ακριβότερη, αλλά πολύ σύντομα γίνεται απόσβεση των χρημάτων
λόγω της μεγάλης εξοικονόμησης θερμικής ενέργειας. Η θέρμανση για παράδειγμα με
τη χρήση αερόθερμων ή ηλεκτρικών καλοριφέρ κοστίζει πολύ περισσότερο.
Για την τροποποίηση ενός συμβατικού
τζακιού σε ενεργειακό προστίθεται μια ένθετη εστία η οποία προσαρμόζεται πάνω
στην μαντεμένια εστία. Το τζάκι καλύπτεται με μονωτικό υλικό και στο πάνω μέρος
του ανοίγονται περσίδες για τη ροή του ζεστού αέρα.
Σόμποα βιομάζας. Η αγορά μίας σόμπας
βιομάζας (πέλλετ) δεν είναι μια απλή επιλογή καθώς κοστίζει τουλάχιστον 1.000
ευρώ και μπορεί να φτάσει μέχρι τις 3.000-4.000 ευρώ ανάλογα το μέγεθος, τον
τύπο και την ισχύ κάθε συσκευής. Το θετικό νέο βέβαια, είναι ότι -όπως
υπόσχονται οι κατασκευαστές τους- για κάθε 2,2 τόνους πέλλετ υπάρχει
εξοικονόμηση ενός τόνου πετρελαίου, οπότε αν ο ισχυρισμός αυτός ισχύει στο
ακέραιο, η εξοικονόμηση μπορεί να φτάσει ακόμα και το 60%, συγκριτικά με τη
χρήση πετρελαίου. Ένα κιλό πέλλετ κοστίζει 0,30 ευρώ τη στιγμή που το πετρέλαιο
θέρμανσης κοστίζει τουλάχιστον 1 ευρώ ανά λίτρο.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να
διευκρινίσουμε πως το πέλλετ είναι ένα εναλλακτικό καύσιμο θέρμανσης, πιο
οικονομικό, αποδοτικό και φιλικό προς το περιβάλλον -σε σχέση με το πετρέλαιο-
καθώς είναι 100% φυσικό προϊόν. Παράγεται από υπολείμματα αγροτικών
καλλιεργειών ή από μικρά πεπιεσμένα κομμάτια ξύλου χωρίς προσθήκη χημικών και η
χρήση του παρέχει τη δυνατότητα αυτονομίας και ρύθμισης της θερμοκρασίας.
Ανάμεσα στις πιθανές επιλογές, είναι
τόσο ο λέβητας πέλλετ, όσο και ο καυστήρας πέλλετ, ο οποίος μπορεί να
τοποθετηθεί ακόμα και στον υπάρχοντα καυστήρα πετρελαίου. Ο καυστήρας πέλλετ,
όμως, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα, σύμφωνα με τους ειδικούς, καθώς ο
τρόπος καύσης, αλλά και η ενέργεια που καταναλώνει, δεν είναι εξαρχής
προσαρμοσμένα στις ανάγκες καύσης πέλλετ.
Για τον λόγο αυτό, απαιτείται μεγάλη
προσοχή κατά την αγορά πέλλετ, δεδομένου ότι στο εμπόριο υπάρχουν πολλά μη
πιστοποιημένα πέλλετ που μπορεί να αποδειχθούν ιδιαίτερα τοξικά. Επιπλέον, η
εγκατάσταση μίας σόμπας τέτοιου τύπου πρέπει να γίνεται σε σημείο όπου ο καπνός
μπορεί να εξάγεται από το σπίτι. Σε κάθε περίπτωση μια πλήρης μελέτη ενός
μηχανικού είναι απαραίτητη πριν προβείτε σε μια τόσο σημαντική επένδυση.η
Αντλία θερμότητας. Πρόκειται για ένα
είδος εξελιγμένου air condition δηλαδή, το οποίο απορροφά τη θερμική ενέργεια
που υπάρχει στην ατμόσφαιρα (αεροθερμία) ή στη γη (γεωθερμία) και παράγει κρύο
ή ζεστό νερό για την ψύξη ή θέρμανση κτιρίων καθώς και ζεστό νερό χρήσης.
Το κόστος εγκατάστασης κυμαίνεται από
τα 3.500 έως τα 8.000 ευρώ, οδηγώντας -μετά την απόσβεση- σε μείωση κοντά στο
30% του κόστους κατανάλωσης πετρελαίου.
Ενδοδαπέδια θέρμανση. Σε ένα σύστημα
ενδοδαπέδιας θέρμανσης, οι βασικές διατάξεις που χρησιμοποιούνται είναι ίδιες
με εκείνες των συμβατικών συστημάτων: καυστήρας, λέβητας, κυκλοφορητής, ενώ
μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε καύσιμο (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κλπ). Η
διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι οι τελικοί αποδέκτες του ζεστού νερού δεν
είναι τα σώματα καλοριφέρ αλλά το ίδιο το δάπεδο, το οποίο λειτουργεί ως
θερμαντικό σώμα. Αφού θερμομονωθεί το δάπεδο από κάτω, απλώνεται ένα σύστημα
σωλήνων οι οποίοι μεταφέρουν το ζεστό νερό σε όλη του την επιφάνεια.
Η αλήθεια είναι πως είναι σχετικά
«τσουχτερό» από άποψη εγκατάστασης, μιας και η τιμή κυμαίνεται περίπου στα
40ευρώ ανά τετραγωνικό. Η απόσβεση μπορεί να αργήσει 3 με 4 χρόνια, η
εξοικονόμηση όμως που θα κάνει σε σχέση με το πετρέλαιο, είναι της τάξεως
περίπου του 70%.
Η αποδιδόμενη θερμική ισχύς περιορίζεται
από τη διαθέσιμη επιφάνεια δαπέδου και τη μέγιστη θερμοκρασία που επιτρέπεται
αυτό να φθάσει, γεγονός που σημαίνει ότι προϋποτίθεται η εφαρμογή καλής
θερμομόνωσης. Αυτό βέβαια δεν αποτελεί γενικά μειονέκτημα (η θερμομόνωση είναι
η καλύτερη ενεργειακή επένδυση για ένα σύγχρονο σπίτι) ωστόσο μπορεί να
αποτελέσει αποτρεπτικό παράγοντα στην περίπτωση που κάτι τέτοιο δεν έχει
προβλεφθεί. Επίσης, ενδέχεται σε χώρους με μικρή επιφάνεια ελεύθερου δαπέδου
και μεγάλες θερμικές απώλειες (π.χ. χώρους με μεγάλα ανοίγματα, λουτρά κλπ.) να
μην επαρκεί η ενδοδαπέδια και να απαιτείται η προσθήκη κάποιου θερμαντικού
σώματος.
Πηγή: economistas.gr
0 Σχόλια