Μέρα σαν την σημερινή ,ο λαός μας δεν πρέπει να ξεχάσει ποτέ!!!

Μέρα σαν την σημερινή ,ο λαός μας δεν πρέπει να ξεχάσει ποτέ!!!




Το Λογοτεχνικό περιβόλι, μέρα σαν την σημερινή,
  αποτίει φόρο τιμής στα θύματα του μαρτυρικού χωριού, που σαν σήμερα πριν από 75 χρόνια βίωσαν την ακόρεστη δίψα των Ναζί για αίμα και βαρβαρότητες.



Ελλάδα έχει την τιμή και υπερηφάνεια να είναι η πρώτη χρονικά χώρα στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που όχι μόνο αντιστάθηκε, αλλά και νίκησε στο πεδίο της μάχης τις φασιστικές ορδές του «Χαλύβδινου Συμφώνου». Ηταν τότε, τον χειμώνα του ’40, που γράφτηκε το έπος της Πίνδου και ο Μουσολίνι «αναγκάστηκε» να ζητήσει τη σύμπραξη του Αδόλφου Χίτλερ, ώστε να κάμψει την αντίσταση των προγόνων μας.

Μετά τη συνθηκολόγηση και την κατάληψη της Κρήτης, κατ’ επέκταση ολόκληρης της πατρίδας μας, σε τούτα τα βράχια γράφτηκαν οι χρυσές σελίδες της αντίστασης. Απλοί άνθρωποι πήραν τα όπλα και βγήκαν στα βουνά, ενώ εκείνοι που έμειναν στην ύπαιθρο, ανέλαβαν αυτό που ονομάζουμε διοικητική μέριμνα. Τον ανεφοδιασμό δηλαδή των ανταρτών. Ολοι μαζί, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων και κοινωνικών τάξεων, έστειλαν σε Βερολίνο και Ρώμη το «μήνυμα» της ελευθερίας.

Οι φασίστες ουδέποτε το ξέχασαν. Συχνά πυκνά ξέσπασαν την οργή τους στον άμαχο πληθυσμό, θέλοντας να κάμψουν το φρόνιμα των ενόπλων. Μάταια όμως και σήμερα που ξημέρωσε η 10η του Ιουνίου, στρεφόμαστε προς το Δίστομο, έναν τόπο μαρτυρίου και πόνου, όπου η Ελλάδα «βροντοφώναξε» πως οι πέτρες που γέννησαν τη δημοκρατία, δεν δύναται να ζήσουν σκλαβωμένες.




Βρισκόμασταν στα 1944 και η ναζιστική αυτοκρατορία που ονειρεύονταν ορισμένοι, κατέρρεε σε όλα τα μέτωπα. Η Αρια Φυλή αποδεικνύονταν αδύναμη μπροστά στη «φλόγα» για ζωή και δικαιοσύνη, αλλά οι υποστηρικτές της, ακόμη και τότε, δεν μπορούσαν να το αντιληφθούν. Εκείνο το καλοκαίρι ξέσπασε ένα πογκρόμ εναντίον του άμαχου πληθυσμού στις χώρες που έλεγχαν και ξέχωρα από την Ελλάδα, αντίστοιχες θηριωδίες υπήρξαν σε Γαλλία, Τσεχία και Σερβία.

Τα ανοσιουργήματα όμως που διέπραξαν, σε συνάρτηση με τις σκηνές της Αποκάλυψης που έζησαν άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μετέτρεψαν τα θύματά τους σε Μάρτυρες.

Το Δίστομο βρίσκεται στους πρόποδες του Παρνασσού και απέχει περίπου 25 χιλιόμετρα από τη Λιβαδειά. Εκείνη την εποχή οι αντιστασιακές ομάδες είχαν περιορίσει τους Γερμανούς στα αστικά κέντρα και άπαντες αντιλαμβάνονταν πως σύντομα θα ακουστεί ο επιθανάτιος βρόγχος της κατοχής. Οπως και τελικά συνέβη μερικούς μήνες αργότερα, όταν οι Ναζί εγκατέλειψαν την πατρίδα μας. Αυτό όμως εκτόξευσε την ακόρεστη δίψα τους για αίμα και εκδίκηση.

Το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα  (Μάιος 1944-Σεπτέμβριος 1944) μπορεί να χαρακτηριστεί «αιματοβαμμένο». Κλεισούρα, Κοντομάρι, Κάνδανος, Δίστομο και τόσα άλλα χωριά βίωσαν, σε απόσταση μόνο λίγων εβδομάδων, το μένος των κατακτητών.


Το πρωινό της 10ης Ιουνίου του 1944 έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιό τους, που είχε ως απώτερο στόχο την εξάλειψη των θυλάκων που είχαν εγκαταστήσει οι αντιστασιακοί στην ευρύτερη περιοχή. Για την επιχείρηση διατέθηκαν τρεις λόχοι, που αναχώρησαν με μικρή χρονική απόσταση από τη Λιβαδειά.

Ως «δόλωμα» χρησιμοποίησαν δύο επιταγμένα φορτηγά με άνδρες τους που  φορούσαν πολιτικά για να μοιάζουν με Ελληνες εργάτες (τα προμηθεύτηκαν από κρατούμενους των φυλακών) και οι  φάλαγγες που δημιουργήθηκαν ενώθηκαν, μετά από κάποιες ώρες, έξω από το Δίστομο, στη διασταύρωση με την Αράχοβα. Μέχρι τότε δεν είχαν επαφή με μονάδες των ανταρτών, αλλά στη διαδρομή πήραν ως ομήρους 12 αγρότες που εντόπισαν στα χωράφια τους. Με αυτά τα δεδομένα εισήλθαν, για πρώτη φορά εκείνη την ημέρα, στο χωριό. Μάλιστα σε ένα τραγικό παιχνίδι της μοίρας  το πρωινό είχε τελεστεί μνημόσυνο για 4 παλικάρια του, που έχασαν τη ζωή τους στην κατοχή.

Ο κόσμος πανικοβλήθηκε, αλλά έλαβε διαβεβαιώσεις πως δεν συντρέχει κάποιος λόγος ανησυχίας. Οι Ναζί επιδόθηκαν σε λεηλασίες και το απόγευμα αναχώρησαν για το Στείρι. Προς στιγμήν όλοι ανακουφίστηκαν.

Στη θέση Καταβόθρα όμως τους περίμεναν άνδρες του ΕΛΑΣ που βρίσκονταν εκεί για ανεφοδιασμό. Αμέσως ξεκίνησε μία φονική μάχη και λόγω της πίεσης αλλά και αριθμητικής υπεροχής των αντιπάλων τους, οι Ελληνες αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, έχοντας όμως ελάχιστες απώλειες. Οι Γερμανοί αντίθετα μέτρησαν περισσότερες από 20, μεταξύ αυτών και ένας ανώτερος αξιωματικός. Στη θέα των νεκρών τους απώλεσαν κάθε αίσθηση της λογικής, ενώ λέγεται πως κάποιος, λίγο πριν ξεψυχήσει, ψέλλισε.  «Μην αφήσετε ούτε γάτα». Κάτι που αποτέλεσε τη «σπίθα» για όσα αποτρόπαια θα ακολουθήσουν.

Οι Ναζί αφιονισμένοι επέστρεψαν στο Δίστομο, θεωρώντας πως ο τοπικός πληθυσμός ενημέρωσε τους αντάρτες για την παρουσία τους και τα όσα ακολούθησαν μπορούν να συγκριθούν μόνο με την Κόλαση του Δάντη. Από τα πρώτα τους θύματα ήταν ένα μικρό κορίτσι και ο πατέρας της, που είχαν την ατυχία να βρεθούν στον δρόμο προς το χωριό, ενώ οι 12 όμηροι εκτελέστηκαν μπροστά στο παλιό σχολείο.
 
Λες και ήταν δαιμονισμένοι εισέβαλαν στα σπίτια και βασάνιζαν μέχρι θανάτου όποιον συναντούσαν. Σκοπός τους δεν ήταν απλά να σκοτώσουν, αλλά να ικανοποιήσουν τα σαδιστικά τους ένστικτά. Ανδρες και γυναίκες άφησαν την τελευταία τους πνοή μέσα σε φρικτούς πόνους, αφού πρώτα τους έβγαζαν τα εντόσθια και τα τους τύλιγαν με αυτά, σε έγκυες έσκισαν την κοιλιά με τις ξιφολόγχες, ενώ πολλές κοπέλες βιάσθηκαν ανηλεώς πριν καταλήξουν. Βρέφη πυροβολούνταν στον αέρα, άλλα ποδοπατήθηκαν, ενώ ο ιερέας αποκεφαλίστηκε, αφού πρώτα του έβγαλαν τα μάτια! Ελεος δεν υπήρχε για κανέναν και ελάχιστοι γλίτωσαν. Ορισμένα παιδιά επέζησαν επειδή κρύφτηκαν σε γούρνες ζώων όπου οι Γερμανοί δεν πλησίασαν λόγω της δυσοσμίας που εξέπεμπαν, ενώ πάρα πολύ λίγοι κατάφεραν να βρουν σωτηρία στα ορεινά, αφού φυλάσσονταν όλες οι έξοδοι.

Η σφαγή σταμάτησε το βράδυ, οπότε οι κατακτητές πήραν τον δρόμο της επιστροφής για τη Λιβαδειά. Το μακάβριο έργο τους συνεχίστηκε με την πυρπόληση των σπιτιών και ολοκληρώθηκε με τη θανάτωση όσων αμάχων βρέθηκαν στο διάβα τους, Ο τραγικός απολογισμός των νεκρών που άφησαν στο Δίστομο ήταν 228, εκ των οποίων οι 117 ήταν γυναίκες και οι 111 άντρες. Μεταξύ των θυμάτων βρίσκονταν 53 παιδιά κάτω των 15 ετών, εκ των οποίων τα 20 βρέφη, όπου σε ορισμένα χάραξαν τον αγκυλωτό σταυρό… Πρόκειται για μία μακρά λίστα εκτελεσθέντων που συντάχθηκε τότε, ώστε όλοι οι υπόλοιποι να μην ξεχάσουμε ποτέ…

Ο πρώτος διεθνής φορέας που βρέθηκε στην περιοχή μετά τη θηριωδία ήταν ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός, μέσω του  Τζορτζ Ουέρλι. Πρόκειται για τον εκπρόσωπο του οργανισμού στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κατοχής, ο οποίος ενημερώθηκε πως υπήρξαν εκτελέσεις και μετέβη για να διαπιστώσει τι ακριβώς συνέβη. Οι αναφορές του ήταν αποκαλυπτικές. Εγραψε για πτώματα που παρέμειναν ξεκοιλιασμένα στους δρόμους ή κρεμασμένα στα δένδρα, ενώ οι δικοί του απολογισμοί ανέβασαν τον αριθμό των θυμάτων στους 600. Το νούμερο φαντάζει και είναι διογκωμένο, προφανώς λόγω του σοκ που υπέστη. Σημείωνε δε πως από το μένος των Ναζί δεν ξέφυγαν ούτε τα ζώα, καθώς κατά δεκάδες κείτονταν κατακρεουργημένα, ως ακόμη μία απόδειξη για το ειδεχθές έγκλημα που διαπράχθηκε εκείνη την ημέρα.

Τα όσα κατέγραψε προκάλεσαν τη διεθνή κατακραυγή, όχι μόνο των χωρών που πολεμούσαν εναντίον του Γ’ Ράιχ, αλλά και των ουδέτερων. Οι Γερμανοί από την πλευρά τους θέλησαν να συγκαλύψουν την υπόθεση και έφτασαν στο σημείο να κατηγορούν τους κατοίκους πως μαζί με αντάρτες, πολέμησαν εναντίον των μονάδων τους που εισήλθαν στο Δίστομο. Τόνιζαν πως δεν υπήρξαν σφαγές, αλλά απώλειες μάχης, όπου μάλιστα χρησιμοποιήθηκαν και βαρέα όπλα. Στον κατοχικό Τύπο δημοσιεύτηκαν άρθρα με τίτλο «Η δημοκοπία περί ωμοτήτων εις το Δίστομον», ωστόσο η αλήθεια ήταν αδύνατο να κρυφτεί. Οι αδικοχαμένοι κάτοικοι πέρασαν στο πάνθεον της ιστορίας.

Μάλιστα λίγες εβδομάδες μετά οι Ναζί επέστρεψαν στην περιοχή, έχοντας στο «στόχαστρο» το γειτονικό Στειρί, αλλά οι κάτοικοι ειδοποιήθηκαν εγκαίρως και βρήκαν καταφύγιο στα βουνά. Ξέσπασαν τη μανία τους στα σπίτια και αποχώρησαν.

Πάντως, ακόμη και μέσα στη ζοφερή πραγματικότητα της εποχής, υπήρξαν Γερμανοί, έστω και λίγοι, που στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Μετά την απελευθέρωση καταγράφηκαν μαρτυρίες πως άνδρες των τμημάτων που συμμετείχαν στις θηριωδίες, προσπάθησαν να προειδοποιήσουν τους κατοίκους για το κακό που έρχονταν και δεν συμμετείχαν στη σφαγή. Αντίθετα έμπαιναν μέσα στα σπίτια και πυροβολούσαν στον αέρα, δίνοντας τη δυνατότητα στους κατοίκους να κρυφθούν ή να προσποιηθούν τους νεκρούς.

Παράλληλα μόλις μαθεύτηκε τι ακριβώς συνέβη, ορισμένοι αξιωματικοί στην Αθήνα, όχι των Ες Ες, διαμαρτυρήθηκαν έντονα και ζήτησαν οι υπαίτιοι να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους. Υπό αυτές τις συνθήκες η στρατιωτική διοίκηση, προφανώς για να κατευνάσει τα πνεύματα, προχώρησε σε δίκη που όμως μετατράπηκε σε παρωδία. Ο λοχαγός Φριτς Λαούντενμπαχ που ηγήθηκε της επιχείρησης, κάθισε μεν στο ειδώλιο αλλά στην απολογία του ανέφερε ψευδός πως οι Ελληνες του επιτέθηκαν ενόπλως στο Δίστομο και για αυτό προχώρησε στις εκκαθαρίσεις, ενώ υποστήριξε ότι οι περισσότεροι νεκροί ήταν αντάρτες. Στη διαδικασία δεν κλήθηκε να καταθέσει κάποιος κάτοικος του χωριού και όπως ήταν αναμενόμενο, η υπόθεση βρέθηκε στο συρτάρι. O  Λαούντενμπαχ πέθανε στην Ουγγαρία το 1944.

Ο καιρός πέρασε, όσοι επέζησαν ή έλειπαν εκείνη την ημέρα από το Δίστομο, ήταν καθημερινή και αρκετοί βρίσκονταν στα χωράφια κάτι που τους επέτρεψε να διαφύγουν στα ορεινά, προσπάθησαν να «ζωντανέψουν» τον τόπο τους. Τα σπίτια χτίστηκαν ξανά, όμως η μυρωδιά του θανάτου για χρόνια επισκίαζε τα πάντα. Οι γάμοι ή τα βαφτίσια δεν γιορτάζονταν αλλά διεξάγονταν σε στενό οικογενειακό κύκλο, ενώ τα μοιρολόγια θύμιζαν συνεχώς τα όσα είχαν συμβεί. Αλλωστε κανείς δεν ήθελε να ξεχάσει…

Οι κάτοικοι όμως παρέδωσαν και ένα μάθημα ανθρωπιάς, αποδεικνύοντας, ενώπιον του δήμιου τους, πως τα λουλούδια ανθίζουν και μέσα στις στάχτες του πολέμου. Το αποκάλυψε ο Στούρε Λινέ, στο βιβλίο του «Η Οδύσσειά μου», όπου και εξιστορεί τα όσα έζησε ως  στέλεχος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα.

Η πρώτη του επαφή με την περιοχή ήταν μετά τη σφαγή, όταν συνόδεψε τον Τζορτζ Ουέρλι και κατέγραψαν τα όσα είδαν. Ο Σουηδός διπλωμάτης στάθηκε λοιπόν σε ένα περιστατικό που αποτυπώνει το μέγεθος της μεγαλοψυχίας του τόπου μας. Μερικούς μήνες μετά και κατά τη διάρκεια της αποχώρησης των γερμανικών στρατευμάτων από την πατρίδα μας, μετέβη εκ νέου στο Δίστομο και μάλιστα εσπευσμένα, όταν τον ενημέρωσαν πως μία γερμανική μονάδα εγκλωβίστηκε από τους αντάρτες και υπήρχαν φόβοι για αιματοχυσία. Αλλωστε ήταν λογικό οι ντόπιοι να αναζητούν εκδίκηση και το κλίμα έμοιαζε τεταμένο.

Συνοδεία φορτηγών με ανθρωπιστική βοήθεια έφτασε στο χωριό, όπου και βίωσε την πιο ευχάριστη έκπληξη της ζωής του. Αμέσως τον συνάντησε αντιπροσωπεία των Ελλήνων, που απαρτίζονταν από ενόπλους και έναν παπά. Πριν προλάβει να μιλήσει, του μετέφεραν πως δεν θα πειράξουν τους Γερμανούς και ότι μπορεί να προσφέρει σε εκείνους, το μεγαλύτερο μέρος των τροφίμων που είχε μαζί του.  «Ολοι πεινάμε, αλλά εμείς είμαστε στον τόπο μας, κάτι θα βρούμε. Εκείνοι και έχασαν τον πόλεμο και έχουν δρόμο να κάνουν», κατέγραψε ο Λινέ ως τα λόγια του ιερωμένου και δεν έκρυψε πως αμέσως έβαλε τα κλάματα.

Λίγους μήνες μετά δημοσιεύτηκε η φωτογραφία «σύμβολο» της σφαγής. Πρόκειται για εκείνη που τράβηξε ο  Ντιμίτρι Κέσελ, ανταποκριτής του περιοδικού «Life», που τον Νοέμβριο του 1944 ήρθε στη χώρα μας ώστε να καταγράψει τις θηριωδίες των Ναζί. Απεικονίζει την Μαρία Παντίστα και στη λεζάντα αναφέρονταν πως «η νεαρή κοπέλα πλένει τα μαύρα της ρούχα στην αυλή του σπιτιού της και ακόμη κλαίει με λυγμούς, επειδή οι Γερμανοί σκότωσαν τη μητέρα της», ενώ το ρεπορτάζ του είχε τίτλο «Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα».  Η Μαρία Παντίστα έφυγε από τη ζωή το 2009, όμως η σχετική φωτογραφία θα την κρατήσει για πάντα ζωντανή.

Η απελευθέρωση της Ελλάδος έδωσε την αίσθηση πως σύντομα οι εγκληματίες πολέμου, αλλά και οι συνεργάτες τους, θα λογοδοτήσουν για όσα έπραξαν. Μάταια… Η χώρα μας ακολούθησε ήπια πολιτική και κατέχει μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη, σε ότι αφορά τις καταδίκες Ναζί και δοσίλογων. Μάλιστα περισσότεροι εκτελέστηκαν από την Αντίσταση, παρά τιμωρήθηκαν από το επίσημο κράτος. Άλλωστε ακόμη και σήμερα εκκρεμεί το κομμάτι των αποζημιώσεων. Οι οικογένειες των θυμάτων προσέφυγαν αρχικά στα ελληνικά δικαστήρια (το 1995 στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λιβαδειάς) και ύστερα του εξωτερικού (π.χ. στη Φλωρεντία).  Ολα αποφάνθηκαν υπέρ τους και έλαβαν έγκριση για κατάσχεση μέρους της ακίνητης περιουσίας της Γερμανίας, η οποία όμως προσέφυγε στη Χάγη, δικαιώθηκε και η υπόθεση οδηγήθηκε σε τέλμα.

Ξέχωρα όμως από το υλικό σκέλος, υπάρχει και το ηθικό. Ουδείς λογοδότησε ουσιαστικά για τα όσα συνέβησαν την 10η Ιουνίου του 1944. Μετά τη συνθηκολόγηση του Γ’ Ράιχ, ως υπεύθυνος θεωρήθηκε ο υπολοχαγός Χανς Ζάμπελ, ο οποίος αρχικά διέφυγε στο Παρίσι. Εντοπίστηκε το 1949 και ύστερα από διαβουλεύσεις, ήρθε στη χώρα μας για να δικαστεί. Η απόφαση ήταν ισόβια, αλλά λίγο αργότερα η ΟΔΓ ζήτησε την έκδοσή του. Στην ελληνική πλευρά ασκήθηκαν αφόρητες πιέσεις και τελικά το 1953 στάλθηκε στη Βόννη. Οπου αθωώθηκε από δικαστήριο που συστάθηκε, ενώ κάτι ανάλογο συνέβη και στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και παρότι στο πέρασμα των χρόνων αρκετοί αναζήτησαν τα ίχνη του, ουδέποτε βρέθηκε κάτι.

Η τελευταία φορά που… εμφανίστηκε, έστω και μεταφορικά, ήταν στα 1976, όταν ο Θανάσης Παπούλιας, σε μία συνέντευξη που έδωσε στα «Νέα», ισχυρίστηκε πως τον  σκότωσε στη φυλακή. Πρόκειται για έναν αντιστασιακό που πέρασε πολλά στη ζωή του, διώχθηκε για τα «πιστεύω» του και μετά την κατοχή, ήταν συγκρατούμενος του Ζάμπελ στου «Αβέρωφ». Εκεί θέλησε να τον εκδικηθεί και του επιτέθηκε με ένα σίδερο που κατάφερε να αποσπάσει από τα μπάνια. Τα όσα ανέφερε    αποφυλακίστηκε ύστερα από την πτώση της Χούντας – προκάλεσαν την άμεση κινητοποίηση των φορέων, που θέλησαν να εξακριβώσουν αν ήταν αλήθεια. Διεξήχθησαν έρευνες που κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο Παπούλιας τραυμάτισε μεν τον Γερμανό αξιωματικό, όμως εκείνος δεν κατέληξε και μόλις ανάρρωσε, εκδόθηκε στη χώρα του. Τότε μάλιστα ενισχύθηκε η άποψη πως έζησε ελεύθερος και ξεκίνησε από το «μηδέν», έχοντας άλλο όνομα.

Ο μόνος αξιωματικός της Βέρμαχτ που καταδικάστηκε από διεθνές δικαστήριο για την κτηνωδία της 10ης Ιουνίου του 1944 ήταν ο Στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι, διοικητής του 68ου Σώματος Στρατού. Κατηγορούμενος στην «υπόθεση των επτά» της δίκης στη Νυρεμβέργη, μεταξύ των όσων του καταλογίστηκαν ήταν και ότι δεν τιμώρησε τους υφιστάμενούς του για τις αποτρόπαιες πράξεις τους. Αρχικά του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 15 ετών, αλλά αφέθηκε ελεύθερος μετά από μόλις 3 χρόνια και ύστερα από παρέμβαση του επιτρόπου των ΗΠΑ.

Η σφαγή στο Δίστομο μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση, ξέχωρα από τα δεκάδες ντοκιμαντέρ που γυρίστηκαν. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται σίγουρα την πολεμική σειρά  «Μάχη», που προβλήθηκε στο εξωτερικό από το 1962 ως το 1967, ενώ στη χώρα μας μεταδόθηκε από το 1970 και μετά. Σε ένα επεισόδιο ο εκ των πρωταγωνιστών Τέλης Σαβάλας (υποδύονταν τον συνταγματάρχη Αρη Καψάλη από το Δίστομο) χόρεψε ένα «βαρύ» ζεϊμπέκικο και όλοι τον παρακολουθούσαν αποσβολωμένοι. Οταν αναρωτήθηκαν για το θλιμμένο του ύφος, κάποιος συμπολεμιστής του περιέγραψε τις σκηνές φρίκης που είχαν συμβεί στο χωριό του, που αποτελούσε πλέον σημείο αναφοράς για τις κτηνωδίες των Ναζί.

Οι οποίες μέχρι και τη δεκαετία του ’80 ήταν στη Γερμανία, κακά τα ψέμματα, ένα μεγάλο «ταμπού», αλλά έκτοτε όλο και περισσότεροι αναζητούν την αλήθεια. Επίσημοι και μη πάνε στο Δίστομο για να αποτίσουν φόρο τιμής στη μνήμη των θυμάτων, ενώ κάτι ανάλογο συμβαίνει και με σχολεία της χώρας τους.

Το μαυσωλείο που δεσπόζει σε ύψος 346 μέτρων στο λόφο  Κανάλες φιλοξενεί τα οστά των κατοίκων που έχασαν τόσο άδικα και μαρτυρικά τη ζωή τους, ενώ το 2012 διοργανώθηκε και ένας πρωτότυπος ποδοσφαιρικός αγώνας. Η τοπική ομάδα «Αμβρυσσέας» φιλοξένησε την «SJC Hovelriege», σύλλογο που στελεχώνεται από μέλη της οργάνωσης «ΑΚ Δίστομο-Αμβούργο», η οποία ως επί το πλείστον απαρτίζεται από Γερμανούς νομικούς. Ολοι τους προσφέρουν εθελοντική βοήθεια στους απόγονους των εκτελεσθέντων, στη διεκδίκησή τους να λάβουν τις αποζημιώσεις που δικαιούνται. Μέλη της μάλιστα συμμετέχουν ενεργά σε όλες τις αντί-Ναζιστικές πορείες και εκδηλώσεις που γίνονται στη χώρα τους, κυρίως στη Βαυαρία.

Είναι χαρακτηριστικό πως ο Γενς Πλότνερ,  Γερμανός πρεσβευτής στην Ελλάδα, επισκέφθηκε την περιοχή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ενώ συχνά συμμετέχει στους επίσημους εορτασμούς που διεξάγονται κάθε χρόνο στις 10 Ιουνίου. Το 2017 είχε τονίσει στο  ΑΠΕ-ΜΠΕ πως «το έγκλημα της Βέρμαχτ στο Δίστομο ανήκει στα μελανότερα κεφάλαια της γερμανικής κατοχής τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Ο φόνος αθώων γυναικών, ανδρών, παιδιών και γερόντων, με γεμίζει ντροπή και οδύνη. Τα εγκλήματα αυτά δεν πρέπει να ξεχαστούν ποτέ! Διδασκόμαστε και δεσμευόμαστε: ποτέ ξανά!».

Την ίδια χρονιά ο Προκόπης Παυλόπουλος, Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, βρίσκονταν εκείνη την ημέρα στο Κέσελ της Εσσης και συνοδευόμενος από τον  Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγιερ, πρόεδρος της Γερμανίας, παραβρέθηκε σε εικαστική εκδήλωση. Τους δύο άνδρες υποδέχθηκαν κάτοικοι της πόλης κρατώντας πλακάτ που έγραφαν στα ελληνικά «Ποτέ ξανά Δίστομο» και τον αριθμό «228», που είναι ο επίσημος των θυμάτων της σφαγής.



Επιμέλεια: Γιώργος Ντυμένος

Πηγή : gazzetta.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια