Ο Σεπτέμβρης είναι μήνας αδικημένος από τη φύση του και από τη Φύση. Είναι συνήθως καλοκαιρινός, αλλά η κοινή αντίληψη και το θυμικό των αγριεμένων από την επιστροφή των διακοπών, δεν τον παραδέχεται για καλοκαιρινό. Λογίζεται φθινοπωρινός, αλλά ο κατ' εξοχήν μήνας του
φθινοπώρου είναι ο Οκτώβρης.
Υποτίθεται ότι έχει πρωτοβρόχια, αλλά οι βροχές πλέον είναι καλοκαιρινές (θυμηθείτε τον Ιούνιο), οκτωβριανές και χειμωνιάτικες. Σε μια αντιστοιχία με ανθρώπινες ιδιότητες και ετικέτες, μπορείς να τον παρομοιάσεις με τους εμιγκρέ και τους παλιούς γκασταρμπάιτερ που στη Γερμανία ήταν Έλληνες και στην Ελλάδα Γερμανοί –πουθενά αμιγείς. Τα παιδιά τον αναθεματίζουν γιατί αρχίζουν τα μαθήματα και οι μεγάλοι γιατί τα τρέχουν καθημερινά στα σχολεία, γυρίζουν στη δουλειά και ξυπνούν αξημέρωτα.
Όμως, ο Σεπτέμβρης είναι κορυφή για τους νοσταλγικούς, τους ρομαντικούς και αυτούς που αγαπούν τις ήρεμες διακοπές. Είναι ο μήνας των φρέσκων καλοκαιρινών αναμνήσεων, της αναπόλησης και της μελαγχολίας. Η οποία, μαζί με τη νοσταλγία της εποχής και το τέλος του καλοκαιριού, έχει τραγουδηθεί στα ιταλικά (Πεπίνο Ντι Κάπρι, Melancolie) , στα αγγλικά (Μπράιαν Χάιλαντ, από τη μακρινή δεκαετία του '60, Sealed with a kiss), στα ελληνικά (Έλλη Λαμπέτη πρώτα, Κώστα Καρράς ύστερα, στο Θυμήσου τον Σεπτέμβρη, στο παλιό αγαπησιάρικο ομώνυμο θεατρικό, επίσης από τη δεκαετία του '60.) Και, βέβαια, όχι μόνο από αυτούς.
Ο Σεπτέμβρης έχει την ατυχία να είναι δέκτης των δακρύων και της θλίψης για το καλοκαίρι που έφυγε. «Εγώ, όταν θα μεγαλώσω/ θα γίνω Σεπτέμβρης, έλεγε ο Αύγουστος» κατά την Κική Δημουλά, το ίδιο ποίημα της οποίας πλημμυρίζει από τρυφερότητα για το καλοκαίρι που εκπνέει: «Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο./ Μήπως και ξαναβρέξει./ Να σε ξεπλύνω λίγο./ Είσαι μες στην αλμύρα και τ’ αλάτια/ από τότε που ήμουνα θάλασσα».
Ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας των μελαγχολικών τραγουδιών· φυσικά και των ποιητών:
** «Με μια ριχτή στον ώμο μου ψυχρούλα/ πριν καν έρθει Σεπτέμβρης/ πρέπει να πηγαίνω», «ποιηματογραφεί» ο αείμνηστος Γιάννης Βαρβέρης. Και πιο πριν από αυτόν τον στίχο, στο ίδιο ποίημα, ένας άλλος: «Ξενοδοχείων ερειπιώνες, φέρετρα θερέτρων./ Τώρα παντού ξενώνες και φαστφούντ/ φωτίσανε σε κίτρινο το κάθε γκρίζο».
** «Βγαίνοντας κλείσε το καλοκαίρι/ πίσω σου ανώδυνα./ Έτσι κι αλλιώς ο πόνος/ θα σε περιμένει στην αποθήκη/ μαζί με τα βατραχοπέδιλα/ για να τον φουσκώσεις πάλι/ το άλλο καλοκαίρι», γράφει σε κάτι νεότερο (2016), κι εξαιρετικά ευαίσθητο, η Χλόη Κουτσουμπέλη.
** Και ο Γιώργος Χριστοδουλίδης θα πει το επίσης εξαιρετικό, «...θα αποτινάξουμε τους τελευταίους κόκκους άμμου/ απ’ τα σώματα/ ένας θα ξεχαστεί βαθιά/ μες τον λαβύρινθο του αυτιού/ κι ίσως θαφτεί μαζί μας».
Παρόλα αυτά, ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας της ανασυγκρότησης, της Νέας Αρχής, του Ξεκινήματος. Κάποτε οι χειμερινοί κινηματογράφοι στη θέση που αναρτούσαν τους τίτλους των ταινιών, έγραφαν στις αρχές του καλοκαιριού με μεγάλα γράμματα –όμοια με τους τίτλους– «Ραντεβού τον Σεπτέμβρη». Αυτό το κινηματογραφικό ραντεβού δεν ισχύει πια. Οι χειμωνιάτικοι κινηματογράφοι παίζουν ακόμα και με καύσωνες κι οι καλοκαιρινοί συνεχίζουν πολύ μετά από τον Αύγουστο.
Αλλά, ο Σεπτέμβρης που ξέραμε εξακολουθεί να διατηρεί τα αντιφατικά χαρακτηριστικά του και τα σουσούμια του: καλοκαιρινός και φθινοπωρινός, αισιόδοξος και απογοητευμένος, μοναχικός στις αναπολήσεις του αλλά και συνωστισμένος στους δρόμους τής επιστροφής. Πάνω απ' όλα παρεξηγημένος. Γιατί δεν είναι νεκροθάφτης του θέρους, όπως τον θέλουν, με τις ευχές για «Καλό χειμώνα». Άλλωστε, όπως λέει ο συνάδελφος Γρηγόρης Δημακάκος: «Το καλοκαίρι τελειώνει επίσημα στις 23 Σεπτεμβρίου (φθινοπωρινή ισημερία). Χωρίς μπουφάν χειμώνας δεν νοείται. Εσείς οι βιαστικοί, κάντε υπομονή».
Συνυπογράφω· αλλά βγαίνω από τη θάλασσα και στάζω μελαγχολία...
Δ.Β. / Harddog
Πηγή: zoornalistas.com
0 Σχόλια