Ο Σπύρος Λούης νίκησε στον πρώτο Μαραθώνιο στους Ολυμπιακούς του 1896. Οι φήμες που συνόδευσαν αυτήν τη νίκη.
O Σπύρος Λούης αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες μορφές των σύγχρονων ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ, για την Ελλάδα και έμεινε στην ιστορία για την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στον Μαραθώνιο του 1896, όταν το συγκεκριμένο αγώνισμα διεξήχθη για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία.
Ο Έλληνας μαραθωνοδρόμος γεννήθηκε στο Μαρούσι το 1876 από αγροτική οικογένεια και όλη του τη ζωή την πέρασε μέσα στη φτώχεια. Ο πατέρας του ασκούσε το επάγγελμα του νερουλά και ο ίδιος ακολούθησε τα χνάρια του από πολύ μικρή ηλικία. Μεγαλωμένος σε μια ζωή γεμάτη κακουχίες, ο Λούης κατάφερε να αποκτήσει μεγάλη σωματική αντοχή.
Λίγο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 αποφασίστηκε στην Ελλάδα, πως όσοι ήθελαν να δηλώσουν συμμετοχή, έπρεπε να περάσουν από προκριματικούς αγώνες. Τους αγώνες διοργάνωσε ο συνταγματάρχης Παπαδιαμαντόπουλος, ο οποίος και πρότεινε στον Λούη να συμμετάσχει, αφού υπήρξε διοικητής του στον στρατό και ήξερε για τη μεγάλη αντοχή του στο τρέξιμο.
Ο Λούης συμμετείχε στους δεύτερους προκαταρκτικούς και ήρθε πέμπτος, πράγμα που του εξασφάλισε τη θέση του στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η μεγάλη νίκη
Ο πρώτος Μαραθώνιος των Ολυμπιακών Αγώνων έγινε στις 10 Απριλίου του 1896 (29 Μαρτίου παλαιό ημερολόγιο) και η απόσταση ήταν 40χλμ. Η εκκίνηση δόθηκε στον Μαραθώνα ενώ ο τερματισμός ήταν μέσα στο Καλλιμάρμαρο Παναθηναϊκό Στάδιο.
Στη γραμμή της εκκίνησης, όπως αναφέρει ο ΣΕΓΑΣ, πήραν θέση 13 Έλληνες και 4 ξένοι δρομείς. Ο Λούης τερμάτισε σε χρόνο 2 ώρες 58.50 και ήταν σε ηλικία 24 ετών.
Ο τερματισμός - θρίλερ και η συγκλονιστική υποδοχή
Οι θεατές στο Καλλιμάρμαρο επιφύλαξαν μία συγκλονιστική υποδοχή στον Σπύρο Λούη. Υπήρχαν πληροφορίες ότι προηγείται ο Γάλλος Λερμιζιό κάτι που είχε απογοητεύσει τους χιλιάδες θεατές. Ο Γάλλος δρομέας εγκατέλειψε στη συνέχεια στο 32ο χιλιόμετρο και επικεφαλής τέθηκε ο Αυστραλός Φλακ, ο οποίος στα επόμενα χιλιόμετρα επίσης εγκατέλειψε.
Ο Σπύρος Λούης που στο μεταξύ είχε αρχίσει να μειώνει τη διαφορά με τον Αυστραλό, πέρασε στην πρώτη θέση.
Το ηθικό του κόσμου που βρισκόταν στο Στάδιο αναπτερώθηκε με την είδηση που μετέφερε έφιππος - αγγελιαφόρος ότι προηγείται Έλληνας και το Στάδιο δονήθηκε από την ιαχή «Έλλην-Έλλην».
Ο Λούης μπήκε πρώτος στο Στάδιο και τον υποδέχτηκε πλήθος κόσμου μαζί με τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκηπα Γεώργιο. Κατέκτησε ασημένιο μετάλλιο (αυτή ήταν η απόφαση της ΔΟΕ τότε) και βαρύτιμο κύπελλο ενώ ο δεύτερος Χαρίλαος Βασιλάκος χάλκινο (3 ώρες, 18 λεπτά). Τρίτος (χωρίς απονομή και μετάλλιο τότε) ήταν ο Ούγγρος Κέλνερ (3 ώρες 06.35).
Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ο Λούης δεν ξανάτρεξε ποτέ κι έζησε μία ήρεμη ζωή στο Μαρούσι, εργαζόμενος ως αγρότης και στη συνέχεια ως αστυνομικός. Παντρεύτηκε, έκανε παιδιά και πέθανε φτωχός στις 26 Μαρτίου 1940.
Οι φήμες για το «κλέψιμο» και την «άτιμη» νίκη
Ωστόσο, η νίκη του Σπύρου Λούη αμφισβητήθηκε στη συνέχεια, καθώς υπήρξαν φήμες ότι είχε «κλέψει» κάνοντας ένα κομμάτι της διαδρομής πάνω σε κάρο. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ.
Τη νίκη του Σπύρου Λούη αμφισβήτησε ο Χαρίλαος Βασιλάκος, που τερμάτισε δεύτερος σχεδόν 8 λεπτά μετά τον τερματισμό του πρώτου.
Για πολλούς ο Βασιλάκος ήταν το μεγάλο φαβορί και ο μοναδικός Έλληνας που θα μπορούσε να κοντράρει τους ξένους δρομείς.
Για τη νίκη του Λούη και κυρίως την ήττα του Βασιλάκου έχουν γραφτεί πολλά αλλά τίποτα δεν μπορεί να αποδειχθεί. Οι αντίπαλοί του έλεγαν πως ο Λούης μέχρι και τα μισά της διαδρομής ήταν από τους τελευταίους και ξαφνικά τους προσπέρασε στα τελευταία χιλιόμετρα πριν το Στάδιο. Κανείς από τους αθλητές που τερμάτισαν στην πρώτη πεντάδα δεν τον είδαν να τους προσπερνά.
Η επίδοση του Βασιλάκου ήταν 3:06.03 έναντι του 2:58.50 που έκανε ο Σπύρος Λούης. Ένα ακόμα στοιχείο που ενίσχυσε την αμφισβήτηση για τη νίκη του, ήταν το γεγονός ότι έκτοτε ο Σπύρος Λούης δεν αγωνίστηκε ποτέ ξανά.
Ο Χαρίλαος Βασιλάκος επέμενε πως «ο Λούης δεν με νίκησε. Έκανε τη μισή διαδρομή πάνω σε κάρο. Τότε, μετά τον αγώνα, μπήκα στα αποδυτήρια και είπα στον Λούη: ''Αυτό που έκανες ήταν άτιμο. Επειδή όμως δε θέλω να χαλάσω τους πανηγυρισμούς, δεν θα κάνω ένσταση. Ας σε κρίνει ο Θεός"».
0 Σχόλια