«Φόροι» - Γεώργιος Σουρής

«Φόροι» - Γεώργιος Σουρής


Κανείς δεν φανταζόταν, πως τα ποίημα , που έγραψε ο σατυρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής «Φόροι» θα παρέμενε διαχρονικό και τόσο επίκαιρο σήμερα… Και να σκεφτεί κανείς πως γράφτηκε δυό αιώνες πριν. Η σκωπτική διάθεση του ποιητή είναι τόσο έντονη, καθώς και η θλίψη του για τα ανελέητα μέτρα της τότε κυβέρνησης ,μα και την δεκτικότητα του κόσμου,όπως και σήμερα. Με αυτούς τους νόμους δυστυχώς,έζησε και θα ζει ο κόσμος «ες αεί». Και τη δύναμή του ,θα προσκυνά κάθε κοινωνία,γιατί διαφορετικά, «του κόσμου έπειτα χαλά η αρμονία», είναι και αυτός ένας τρόπος να μασκαρευτεί η δειλία και η παθητικότητα του κόσμου σαν ηρωισμός; Ας απολαύσουμε τους στίχους του ποιητή σε ερμηνεία του μοναδικού Χάρη Κλυν:






«Βάλετε φόρους, βάλετε εις την πτωχήν μας ράχη,
ποτίστε με το αίμα μας την άρρωστη πατρίδα
σεις το κρασί και τον καπνό που πίνετε μονάχοι
κι εμείς να σας κοιτάζομε με μάτι σαν γαρίδα
Βαριά φορολογήσετε και το νερό που τρέχει
βάλετε φόρους, βάλετε, η πλάτη μας αντέχει.

Ο, τι καλό κι αν έχουμε επάνω σας ας μείνει
στα πρόσωπά μας ας χυθεί του μαρασμού το χρώμα
μ’ εμάς το ισοζύγιο του έθνους μας ας γίνει
φορολογήστε και αυτή τη σάρκα μας ακόμα
του σώματός μας κόβετε καμιά παχιά λωρίδα
και τρώγετέ την λαίμαργα μαζί με την πατρίδα.

Ο, τι κι αν τρώγουν οι πτωχοί το έθνος ας τα τρώγει
ό,τι κι αν πίνουν οι πτωχοί το έθνος ας τα πίνει
χορταίνετε σαν Λούκουλοι μ’ εμάς το σκυλολόγι
κι εμείς θα σας γνωρίζουμε γι’ αυτό ευγνωμοσύνη.
Τέτοιοι χωριάτες που ‘μαστε αντέχουμε εις όλα
και ούτε τόσον εύκολα τινάζουμε τα κώλα.

Πρέπει να είναι οι πολλοί πτωχοί και πεινασμένοι
και οι ολίγοι πάντοτε να βρίσκονται χορτάτοι
Πρέπει να στέκουν οι πολλοί στα σπίτια των κλεισμένοι
και οι ολίγοι να πηδούν επάνω στο παλάτι
Πρέπει ο κόσμος ο πολύς να δέχεται τα βάρη
κι ο λιγοστός επάνω του κανένα να μην πάρει.

Μ’ αυτόν τον νόμον έζησε ο κόσμος και θα ζήσει
τη δύναμή του προσκυνά η κάθε κοινωνία
Δεν ημπορεί καθένας μας βεβαίως να πλουτίσει
γιατί του κόσμου έπειτα χαλά η αρμονία
Φτώχεια και πλούτος ζήτημα του καθενός αιώνος:
Ιδού το τέλος κι η αρχή του φοβερού αγώνος

Λοιπόν κανένας πρόστυχος κεφάλι μη σηκώσει
για τόσα νομοσχέδια μη βγάλει τσιμουδιά
Εις της πατρίδας τον βωμόν το αίμα του ας δώσει
χωρίς ν’ αφήσει στεναγμόν η μαύρη του καρδιά
Κι αν τώρα πάλι έπεσεν επάνω του ο κλήρος
Πρέπει και πάλι να φανεί γενναίος μάρτυς ήρως.




 

"Ποιος είδε κράτος λιγοστό
σ’ όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;
Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά ‘χει επτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;
Νά ‘χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;
Όλα σ’ αυτή τη γη μασκαρευτήκαν
ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,
οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν
δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.
Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.
Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που ‘χει
στο ‘να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι.
Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,
ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,
λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.
Και ψωμοτύρι και για καφέ
το «δε βαριέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγάς.
Δυστυχία σου, Ελλάς,
με τα τέκνα που γεννάς!
Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,
τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;"




Δημοσίευση σχολίου

2 Σχόλια

  1. 155. ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ

    Φέρτε Φόρους. Φέρτε Φόρους.
    Κτυπάτε τους αχθοφόρους.
    Να γεμίσουν τα Ταμεία,
    που δεν έχουν πλέον μία.

    Τότε στο Χρηματιστήριο
    τους δώσαμε δηλητήριο.
    Τα φράγκα όλα αρπάξαμε.
    Σαν βόδια τους εσφάξαμε.

    Τώρα τα ρέστα ζητάμε.
    Αυτά δεν τα συζητάμε.
    Τη Χώρα να βοηθήσομε.
    Εμείς καλά να ζήσομε.

    Βρήκαμε καλούς δανειστές.
    Ας είναι όλοι τους ληστές.
    Εμείς σε τίποτα δε φταίμε.
    Πάντα με πείσμα θα το λέμε.

    Λέμε πως λεφτά υπάρχουν.
    Καλύτερες μέρες θάρθουν.
    Πληρώστε τα σπασμένα τώρα.
    Εσάς χρειάζεται η Χώρα.

    Θα πρέπει να πληρώσετε.
    ΄Ο,τι έχετε να δώσετε.
    Γιατί μαζί τα φάγαμε.
    Στις τσέπες μας τα βάλαμε.

    Ο Θεός θα μας βοηθήσει.
    Μόνους δεν θα μας αφήσει.
    Εδώ βοηθά και τους ψεύτες,
    να γίνουν μεγάλοι κλέφτες.

    Πειραιάς, Απρίλιος 2011
    Γεώργιος Βελλιανίτης
    Παξινός Ποιητής


    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κυρία Ρένα, δεν έχω πολύ χρόνο στην διάθεσή μου σήμερα που έμαθα για τον ιστότοπο, θα τον επισκέπτομαι όποτε μπορώ. Το λίγο που είδα μου άρεσε πολύ. Θα τα λέμε προσεχώς τακτικά.Συγχαρητήρια. στέλιοσκωστήσπυριδάκης

    ΑπάντησηΔιαγραφή