Ο Θεός ικανοποιημένος
από τα δημιουργήματα του, αποφάσισε να κάνει ένα τελευταίο δώρο σε αυτά.
Να τους δώσει το δώρο του θανάτου κι έτσι να μπορούν κάποια στιγμή να είναι κοντά του.
Στην αρχή έδωσε τον θάνατο στα μεγαλοπρεπή βουνά, όταν όμως πέθανε το πρώτο, τα υπόλοιπα άρχισαν να θρηνούν τόσο δυνατά που σειόταν όλη η γη και τίποτα πάνω της δεν μπορούσε να στεριώσει.
Πήρε το δώρο του θανάτου απ’ τα βουνά και το έδωσε στα ποτάμια, όταν όμως πέθανε το πρώτο ποτάμι, ο θρήνος των υπολοίπων ήταν τόσο δυνατός που η βουή που έκαναν δεν μπορούσε με τίποτα να είναι ανεκτή σε κανένα πλάσμα.
Το έδωσε λοιπόν στην συνέχεια στις λίμνες και στις θάλασσες, όμως όταν πέθανε η πρώτη λίμνη, οι υπόλοιπες στέρεψαν και οι θάλασσες ξεχείλισαν.
Τον έδωσε στα σύννεφα, αλλά μετά τα υπόλοιπα έκλαιγαν συνεχώς και η βροχή κόντεψε να πλημμυρίσει τα πάντα.
Το δοκίμασε σε όλα τα δημιουργήματα του και στο τέλος έφτασε στον άνθρωπο.
Όταν πέθανε ο πρώτος άνθρωπος, ο Θεός είδε ότι ο άνθρωπος κλαίει βουβά αλλά αντέχει… συνεχίζει και ζει… και είδε ότι κάποια στιγμή ο άνθρωπος ξαναχαμογελάει…
Ικανοποιημένος από αυτήν την αναπάντεχη εξέλιξη είδε ότι ο άνθρωπος αξίζει αυτό το μεγάλο δώρο του θανάτου και του το έδωσε για πάντα, για να μπορεί κάποια στιγμή να είναι δίπλα στον δημιουργό του.
Να τους δώσει το δώρο του θανάτου κι έτσι να μπορούν κάποια στιγμή να είναι κοντά του.
Στην αρχή έδωσε τον θάνατο στα μεγαλοπρεπή βουνά, όταν όμως πέθανε το πρώτο, τα υπόλοιπα άρχισαν να θρηνούν τόσο δυνατά που σειόταν όλη η γη και τίποτα πάνω της δεν μπορούσε να στεριώσει.
Πήρε το δώρο του θανάτου απ’ τα βουνά και το έδωσε στα ποτάμια, όταν όμως πέθανε το πρώτο ποτάμι, ο θρήνος των υπολοίπων ήταν τόσο δυνατός που η βουή που έκαναν δεν μπορούσε με τίποτα να είναι ανεκτή σε κανένα πλάσμα.
Το έδωσε λοιπόν στην συνέχεια στις λίμνες και στις θάλασσες, όμως όταν πέθανε η πρώτη λίμνη, οι υπόλοιπες στέρεψαν και οι θάλασσες ξεχείλισαν.
Τον έδωσε στα σύννεφα, αλλά μετά τα υπόλοιπα έκλαιγαν συνεχώς και η βροχή κόντεψε να πλημμυρίσει τα πάντα.
Το δοκίμασε σε όλα τα δημιουργήματα του και στο τέλος έφτασε στον άνθρωπο.
Όταν πέθανε ο πρώτος άνθρωπος, ο Θεός είδε ότι ο άνθρωπος κλαίει βουβά αλλά αντέχει… συνεχίζει και ζει… και είδε ότι κάποια στιγμή ο άνθρωπος ξαναχαμογελάει…
Ικανοποιημένος από αυτήν την αναπάντεχη εξέλιξη είδε ότι ο άνθρωπος αξίζει αυτό το μεγάλο δώρο του θανάτου και του το έδωσε για πάντα, για να μπορεί κάποια στιγμή να είναι δίπλα στον δημιουργό του.
0 Σχόλια